Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Κυριακή, 15 Μαρτίου 2020 19:16

Τα ευτράπελα του κορονοϊού

Γράφει ο Μάκης Ιωσηφίδης, δάσκαλος.

Είμαι κι εγώ κλεισμένος στο σπίτι μου όπως όλος ο κόσμος. Έχω δει τις ειδήσεις σε όλα τα κανάλια, περιηγήθηκα όλες τις ιστοσελίδες στο διαδίκτυο και ψυχοπλακώθηκα.

 

Πήγα στο παράθυρο να αγναντέψω την κίνηση. Δεν κυκλοφορεί ψυχή. Ξανακάθισα στην πολυθρόνα μου και πήρα στα χέρια το βιβλίο μου για να ξεχαστώ. Δεν μπόρεσα να συγκεντρωθώ και ξαφνικά μού ήρθε η φλασιά.

Σκέφτηκα ότι είναι πολύ σοβαρό το πρόβλημα με την εμφάνιση του κορονοϊού στη ζωή μας αλλά όπως όλα τα σοβαρά γεγονότα έτσι κι αυτό έχει και την αστεία του πλευρά. Επικεντρώνω λοιπόν στη διάσταση αυτή και την καταγράφω για να τη μοιραστώ μαζί σας. Αρκετά έχουμε ψυχοπλακωθεί, ας χαμογελάσουμε και λίγο εφαρμόζοντας βέβαια αυστηρά και κατά γράμμα τις οδηγίες των ειδικών και της επίσημης Πολιτείας.

Το κείμενο χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο μέρος περιλαμβάνονται οι εικόνες που έζησα πριν κλειστώ όπως όλοι στο σπίτι. Το δεύτερο μέρος περιέχει εικόνες που δεν  έζησα αφού έγιναν αφού κλειστήκαμε όλοι στα σπίτια μας. Έβαλα τη σκέψη μου να τις δημιουργήσει και ανάγονται στη σφαίρα της μυθοπλασίας.

 

1ο μέρος

Στα κινηματογραφικά πλάνα της μνήμης αποτυπώθηκαν εικόνες που ξετυλίγονται παρακάτω.

Βλέπω τον κυρ Παντελή που έκανε ντουζ κάθε δεύτερο Σάββατο, να πηγαινοέρχεται στην τουαλέτα του καφενείου πλένοντας συνεχώς τα χέρια του σχολαστικά, μετρώντας από μέσα του…μέχρι το είκοσι.

Να κι ο κυρ Σπύρος που πριν από χρόνια ξεκαρδιζόταν βλέποντας τον Χάρη Ρώμα να τρίβει συνεχώς τα χέρια του με μπεταντίν στο ‘’Κωνσταντίνου και Ελένης’’ και τώρα ο ίδιος τρίβει τα δικά του χέρια με το αντισηπτικό χωρίς κανένα γέλιο πια.

Στο κάδρο μπαίνει και η κυρα Μαρίκα που γέλαγε πριν με την πρόσφυγα από το Ιράν που κυκλοφορούσε στο δρόμο κρύβοντας το πρόσωπό της με το τσαντόρ και τώρα κυκλοφορεί η ίδια με τη μάσκα στον ίδιο δρόμο.

Βλέπω και ακούω  τον Περικλή τον γνωστό συνωμοσιολόγο που μάς πασάρει με κατηγορηματικότητα τα δικά του σενάρια.

-Οι Αμερικάνοι τον έφτιαξαν αυτόν τον ιό ρε σεις για να χτυπήσουν την οικονομία της Κίνας. Μη μασάτε. Εμένα θ’ ακούτε.

Να και ο Λευτέρης ο τζάμπα μάγκας. Στις αρχές το έπαιζε ατρόμητος.

-Άσε ρε με τις οδηγίες. Σιγά μην κλειστώ σπίτι. Δεν κολώνω εγώ.

Και όταν έφτασαν τα μαντάτα από την Ιταλία, πρώτος αυτός κλείστηκε στο σπίτι του τρομοκρατημένος και κατουρημένος από τον φόβο.

Όσον αφορά τις πρώην πια χειραψίες, ωχ Θεούλη μου τι είδαν τα ματάκια μου. Είδα … ποδαψίες, είδα εναέρια φιλάκια που κάποιοι πονηροί τα παρεξήγησαν, είδα

και γιαπωνέζικο χαιρετισμό με ελαφρά υπόκλιση. Είδα επίσης πόρτες να κλείνουν με τα πόδια και πόμολα να πατιούνται με τους αγκώνες, είδα…και τι δεν είδα…

 

2ο μέρος

Το κλείσιμο στο σπίτι και η ανάγκη επικοινωνίας δημιούργησε απίθανες εικόνες. Πήραν φωτιά τα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Αφού τελείωσαν οι συγγενείς και οι φίλοι, βλέπω με τα μάτια της φαντασίας μου τον Γρηγόρη να ψάχνει στο viber κάτι παμπάλαιες επαφές και να καλεί τον φίλο του τον Πέτρο από τον στρατό.

-Τι γίνεται ρε σειρούλα;

-Τι σειρούλα ρε στράβακα; τρεις σειρές σ’ έριχνα στο κεφάλι.

-Άστα αυτά τώρα και πες μου τα νέα σου.

Κι ας πέρασαν σαράντα χρόνια από την απόλυσή τους και από εικοσάχρονα παλικαράκια είναι τώρα εξηντάχρονοι παππούδες.

Η φαντασία μου δημιουργεί την εικόνα της Κούλας που καλεί στο skype την Φωφώ, συμμαθήτριά της πριν από χρόνια στο Λύκειο.

-Φιλενάδα χαθήκαμε βρε…τι κάνεις; Χρόνια και ζαμάνια…

-Τι να κάνω ρε φιλενάδα, όπως όλοι κι εγώ.

Μετά τις αναμνήσεις από το Λύκειο, τις πλάκες στους καθηγητές και το κουσκούς, ο διάλογος συνεχίζεται με τα ενδιάμεσα χρόνια και καταλήγει στην επικαιρότητα. Δύο ώρες και δεκαεννιά λεπτά κράτησε η κουβέντα…

Βλέπω και τον Τηλέμαχο τον σπιτόγατο. Όλη του η ζωή ήταν σπίτι-δουλειά και δουλειά- σπίτι με αποτέλεσμα να τον μεμψιμοιρούν οι πάντες.

-Καλά ρε συ πώς την βγάζει τούτος; έλεγε το πειραχτήρι ο Θάνος. Εγώ αν δεν βγω ένα βράδυ απ’ το σπίτι θα πέσω σε κατάθλιψη.

Και δώστου γέλια οι υπόλοιποι.

Τα μάθαινε ο Τηλέμαχος και τον βλέπω τώρα να σκέφτεται χαμογελώντας υποχθόνια «Τόσα χρόνια γελάγατε μαζί μου ε; Φάτε την τώρα. Μέσα εγώ, μέσα κι εσείς. Κι εγώ είμαι μαθημένος πουλάκια μου. Εσείς να δω πώς θα την βγάλετε τώρα…χε χε χε…».

Φινάλε

Κάποτε θα περάσουν όλα και ο κορονοϊός θα γίνει μια μακρινή ανάμνηση. Είμαι σίγουρος ότι θα καταχωνιάσουμε στα άδυτα της μνήμης μας τα άσχημα γεγονότα και μόνο αυτές οι ευτράπελες εικόνες θα επιβιώσουν για να τις αφηγούμαστε και να ξεσπάμε σε γέλια πειράζοντας ο ένας τον άλλον. Ας προσπαθήσουμε λοιπόν φίλοι μου να περάσουμε τις δύσκολες αυτές στιγμές με αισιοδοξία, φροντίζοντας να μην χάσουμε το μοναδικό όπλο που μας χάρισε η φύση για τέτοιες περιστάσεις και λέγεται ΧΑΜΟΓΕΛΟ.