Σάββατο, 20 Απριλίου 2024, 1:49:32 μμ
Πέμπτη, 14 Δεκεμβρίου 2017 21:13

Αναστάσιος Αμανατίδης :Προσωπικά ενθυμήματα

Δεν μολύνω το σώμα μου με φάρμακα (απάν-ι-μ’ φάρμακα κι βάλλω

Με κάλεσε ο Χριστόφορος, (ο γνωστός Χριστόφορος Κατηκαρίδης του Λεβεντοχωρίου με την ελαφρά χωλότητα στο πόδι, μακαρίτης από χρόνια τώρα), για μία κατ’ οίκον ιατρική επίσκεψη στο Λεβεντοχώρι. Πρέπει να ήταν κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1970.

Είχε, λέει, φιλοξενούμενο στο σπίτι έναν συγγενή από το προγονικό χωριό του βόρειου Καυκάσου, την Χαραπά*, ο οποίος παρουσίασε μέσα στο κατακαλόκαιρο υψηλό πυρετό. Το χωριό Χαραπά, από όπου κατάγονται οι Πόντιοι του Λεβεντοχωρίου, ανήκε στα χωριά της Τσάλκας, περιοχής κοντά στην Τιφλίδα πρωτεύουσας της Γεωργίας της τότε Σοβιετικής Ένωσης.
   Ήταν Ιούλιος και ο ήλιος την ώρα που έφτασα στο χωριό και να μπω στο χαμηλό χωριάτικο σπίτι του Χριστόφορου, έκαιγε πολύ. Ελεεινολογούσα τον ατυχή ομογενή επισκέπτη φιλοξενούμενο ασθενή, που στην αφόρητη καλοκαιρινή ζέστη του άνυδρου Λεβεντοχωρίου Κιλκίς, προστίθενταν και ο 39 βαθμοί πυρετού.
    Επρόκειτο για έναν σαρανταπεντάρη περίπου γιγαντόσωμο άνδρα, με αρκετά καλά ποντιακά, που παρ’ όλο τον πυρετό του, δεν του απέλειπε η διάθεση για συζήτηση.
   Μεταξύ των άλλων, που είπαμε, έλεγε ότι μας βρήκε τους Έλληνες στην Ελλάδα ισχνούς στο σώμα και μικροκαμωμένους, σε σχέση με αυτούς εκεί, στον βόρειο Καύκασο, όπου αυτός ο μεγαλόσχημος, που βλέπουμε και έχουμε μπροστά μας, ανήκει στους μικρόσωμους!.
    Αλλά και στα πατριωτικά αισθήματα που έτρεφαν, δεν παρέλειψε να αναφερθεί, αφού, όπως έλεγε με καμάρι, όταν τους δόθηκε η ευκαιρία να δείξουν το φρόνημά τους με την επίσκεψη της Ελληνίδας ηθοποιού Ειρήνης Παπά από την Ελλάδα για κάποια παράσταση στο Εριβάν της Σοβιετικής Αρμενίας, κατέβηκαν τα παληκάρια από την Χαραπά, μπήκαν στο γήπεδο αυθόρμητα και περιέφεραν ψηλά στα χέρια την Ελληνίδα καλλιτέχνιδα.
     Περισσότερο περιστραφήκαμε, με την ευκαιρία της ιατρικής επίσκεψης, στη γενική συζήτηση παρά στην εξέταση ασθενούς για την οποία κλήθηκα. Άλλωστε δεν ήταν δύσκολη η διάγνωση. Ο φιλοξενούμενος γιγαντόσωμος ομογενής από την Γεωργία είχε από διημέρου υψηλό πυρετό με ρίγος, με δυσκαταποσία, εξ αιτίας οξείας πολτώδους αμυγδαλίτιδας. Λίγο το κρύο νερό του ψυγείου, λίγο το προκλητικό παγωτό της Ελλάδας, συν την σωματική καταπόνηση, δεν ήθελε και πολύ να φουντώσουν οι αμυγδαλές του ανθρώπου.
    Έπιασα κι έγραψα, αυτήν που συνιστούσα σε ανάλογες περιπτώσεις, συνταγή φαρμάκων: Tabl. Erythrocin 250 mg 1 x 4 την ημέρα.
    …Ντο είναι ατά;…  (Τι είναι αυτά;) Ρώτησε, όταν κατάλαβε ότι αφορούν αυτόν.
    Είναι φάρμακα, είναι χάπια, που θα πιεις, για να γίνεις καλά!
    Οπότε εισέπραξα ένα περιφρονητικό ποντιακό λόγο:
    Εγώ απάν’- ι - μ’ φάρμακα ’κί βάλλω! (εγώ επάνω μου ή μέσα μου δε βάζω φάρμακα!, ή με άλλα λόγια, εγώ  δεν ‘μολύνω’ τον οργανισμό μου με χημικές ουσίες, όπως είναι τα φάρμακα!).
   Και αμέσως μετά:
   … Χριστόφορε, φέρε την βότκαν, π’ εκράτεσα για τον γιατρόν…
     Άρχισε πρώτος σε χοντρό ποτήρι αυτός και εκόντες - άκοντες τον ακολουθήσαμε κι εμείς. Έτσι στο πόδι, έχοντας για τραπέζι την φαρδιά βάση του ανοιχτού χαμηλού παράθυρου του χοντρού πλίθινου τοίχου του σπιτιού. Βλέπαμε αδιάφορα έξω, πίναμε και συζητούσαμε… και δόστου νασταρόβια (στην υγειά σας) και ξανά πάλι νασταρόβια και άλλοτε ζασταρόβια (για την υγειά σας…). Κυρίως ακούγαμε τις εντυπώσεις του ασθενή συγγενή από την Χαραπά της Ρωσίας, αλλά και τις ιστορικές του γνώσεις γύρω από την Ελλάδα, αρχαία και νεοτέρα…Ιδίως την αρχαία!
   Στη συζήτηση έπαιρνε μέρος και ο Χριστόφορος, (ήταν μέσα σε όλα, επέζησε όλων των καταστάσεων), που δεν παρέλειπε να τονίζει, ότι ήταν μαθητής (1935) της Ρόζας Ιμβριώτη (Γυμνασιάρχη Κιλκίς) και του Τσούντα (Υποδιευθυντή) και ότι γνώριζε την ιστορία της Ελλάδας, της Ευρώπης και της Σοβιετικής Ένωσης από την καλή (Ρόζα) και την ανάποδη (Τσούντας). Με ιδιαίτερη ειρωνική έπαρση καυχιόταν, (βοηθούσε και το αλκοόλ), ότι σε μία μαθητική εκδρομή του Γυμνασίου κάτω στην Αργυρούπολη (Στρέζοβα), πήγε να περιπαίξει άσχημο παιχνίδι σε βάρος του Τσούντα, που τον αποπήρε ο ύπνος κάτω στην παχιά σκιά του γνωστού θεόρατου πλάτανου! Έβαλε, ο αθεόφοβος, ‘φανάρι’** ανάμεσα στα δάχτυλα του ποδιού του υποδιευθυντή για να το τρομάξει!... Αλλά πρόλαβε η συνετή Ρόζα και το αστείο του Χριστόφορου έληξε άδοξα, με τον Τσούντα να μην παίρνει χαμπάρι τι του σκαρώνανε, τον δε δράστη να εισπράττει τις νουθεσίες της μεγάλης εκπαιδευτικού - παιδαγωγού, χωρίς τιμωρία! Από τότε ‘έπινε’ ο Χριστόφορος νερό στο όνομα και τώρα την βότκα στη μνήμη της Ρόζας Ιμβριώτη!
   Αυτά έλεγε ο Χριστόφορος, αλλά ο φιλοξενούμενος δεν χαμπάριαζε  από Ρόζα και Τσούντα! Ο νους του ήταν αλλού και δεν παρέλειπε να μην αναφέρεται στην δόξα της αρχαίας Ελλάδας και ότι για αυτόν, ταξίδι στην Ελλάδα, τότε, ενός ομογενή από την Σοβιετική Ένωση, χωρίς την επίσκεψη στους Δελφούς, την Ολυμπία και την Ακρόπολη, δεν νοείται! Το Λεβεντοχώρι, εκτός από τους συγγενείς, δεν του ‘έλεγε’ τίποτε και δεν εξέφραζε την Ελλάδα, που είχε στο μυαλό του!
   Ποτηράκι στο ποτηράκι αδειάσαμε, μεσημεριάτικα, τη φιάλη της εκλεκτής Ρώσικης βότκας του λίτρου; (δεν θυμάμαι, αν ήταν του λίτρου ή λιγότερου, πάντως ήταν σφραγισμένο μπουκάλι).
    Το ήπιαμε μαζί, στην υγειά (νασταρόβια) του ‘Ρώσου’ εξάδερφου. Οι ευχές μας έπιασαν τόπο! Την δεύτερη μέρα από την επίσκεψη, έμαθα τηλεφωνικά ότι ήταν απύρετος… χωρίς να ‘μολύνει’ το σώμα του με φάρμακα… Άλλωστε, είπα μέσα μου, τόσο κρατά στους γερούς οργανισμούς, με η χωρίς φάρμακα, αλλά με ‘καυτηρίαση’ βότκας, μια κοινή αμυγδαλίτιδα…
   Ο αρχαιολάτρης εξάδερφος από την Σοβιετική Ένωση, που έβλεπε να συντομεύονται οι ημέρες της αυστηρής μηνιαίας παραμονής στην Ελλάδα, μετά την ‘ευεργετική’ ιατρική επίσκεψή μου και την από κοινού σπονδή στον Διόνυσο με ρώσικη βότκα και παρά την διαβεβαίωσή μου ότι θα τον καλύψω με αναρρωτική άδεια, για παράταση της παραμονής του - βοηθούντος και του αλκοόλ -, επέσπευσε την κάθοδό του σε Δελφούς, Ολυμπία, Μυκήνες και Ακρόπολη των Αθηνών…
   Αυτοί είμαστε…

   *Χαραπά: Ποντιόφωνο ελληνικό χωριό στην συστάδα των χωριών της Τσάλκας Γεωργίας, από όπου προέρχονται οι Καυκάσιοι του Λεβεντοχωρίου. Οι Πόντιοι Έλληνες κάτοικοι μετανάστευσαν εκεί μετά το 1828 προερχόμενοι κυρίως από την παλαιά Χαραπά της Χαλδίας (Αργυρούπολης). Ετυμολογικά: Χαραπά: από το τουρκικό Haraba = το ερείπιο και προκειμένου για τοπωνύμιο: το ερειπωμένο, το παλαιό χωριό.  

   **φανάρι: Χονδροειδές ‘παιχνίδι’ (αστείο, πλάκα), σε βάρος κοιμωμένου, με τοποθέτηση χαρτιού σε ρολό, ανάμεσα στα δάχτυλα του ποδιού κοιμώμενου και άναμμα αυτού με σκοπό να τρομάξει ο κοιμώμενος, να γελάσουν οι ‘αδιάφοροι’ παρακείμενοι, ενώ αποκρυβόταν ο δράστης. Συνηθιζόταν σε ομαδικές συνυπάρξεις, (κατασκηνώσεις, στρατό κλπ.)

   Κιλκίς Δεκέμβριος 2017