Σάββατο, 20 Απριλίου 2024, 1:50:46 πμ
Σάββατο, 29 Μαρτίου 2008 04:23

Από το Σπουργίτι βγήκαμε στο Δρόμο

ΑΦΗΓΗΣΗ
Του Ανταλλάξιμου Τούρκου πρόσφυγα Ρετζίπ Σεζέν (Recep Sezen)
από το χωριό Σέρτζιλι ( Σπουργίτι).

Ο Ρετζέπ Σεζάν που ζει στο χωριό Καρατζαομπά της Μπούρσας, γεννήθηκε το 1911 στο χωριό Σέρτζιλι (Σπουργίτι). Εδώ ήρθαν, ο πατέρας του η μάννα του και τρία αδέλφια. Το χωριό του Σεζεν ήταν τουρκοχώρι. Αποτελείτο από 70 - 80 οικογένειες και ασχολούτανε όλοι με την γεωργία.
Τα πρώτα που θυμάται σχετικά με το χωριό του, ήταν οι καταπιέσεις που έκαναν σε βάρος τους οι Έλληνες τσετέδες της γύρω περιοχής, λίγο πριν την Ανταλλαγή.
Οι συμμορίτες αυτοί έδειραν τους μπροστάρηδες του χωριού. Ακόμη και τον γείτονα μας Ρασίμ Αγά, μαζί με τον αδελφό του Αχμέτ τους έδειραν, εφορμώντας στο σπίτι τους. Συγκεκριμένα τον Αχμέτ με μια σφαίρα στο κεφάλι τον σκότωσαν.
Η μητέρα μου συνέχεια έλεγε. - «Ας πάμε στην Τουρκία κι εκεί ο Θεός ας πάρει την ψυχή μου».
Στην περιοχή του χωριό μου υπήρχαν και τα χωριά Οτμανλί , Πορτσαλί, Ραγιάν, Κεπετσελί, Κιοσέμπτσαλι (αποκαλούμενο από μας Κιοσεμουρτσαλι δηλ. ο άνω μαχαλάς του σημερινού Δίβουνου)., Θεοδωράκ (Ελληνοχώρι), Πολίνιτσα (καθ΄ ημάς Πλανίτσα - Φύσκα) που κατοικούντανε από Τούρκους και Έλληνες.
Αν κάποιος φώναζε από την Πλάνιτσα, ακουγότανε στο Σερτζιλι. Όταν ήμουνα παιδί πήγαινα σε όλα αυτά τα χωριά επίσκεψη σε συγγενείς μου. Μαζί με τον μπαμπά μου πήγαινα στο παζάρι του Κιλκίς. Πριν την Ανταλλαγή ήρθαν στο χωριό κάποιοι Έλληνες. Το μισό κάθε σπιτιού τα δώσαμε σ’ αυτούς, Μείναμε μαζί. Δεν μας έκαναν κανένα κακό. Μιλούσαν Τούρκικα. Είχαν έλθει από την Θράκη. Το χωριό το μοίρασαν στα δύο.
Δεν θυμάμαι πως πληροφορηθήκαμε για την Ανταλλαγή. Ωστόσο μια μέρα είδαμε ότι βγαίνουμε στο δρόμο. Από το Σερτζιλί μέχρι το Κιλκίς πήγαμε με τα γαϊδούρια. Δεν μπορέσαμε να πάρουμε τίποτα μαζί μας. Βγαίνοντας στο δρόμο τα χρήματα που είχαμε στα χέρια μας, τα μοιράσαν στα δύο. Τα μισά τα έδωσαν σε μας, τα μισά στους Έλληνες. Εδώ ήρθαμε με τα μισά χρήματά μας.
Όταν φτάσαμε στη Θεσσαλονίκη οι συγχωριανοί μας έπιασαν χάνι. Τα δωμάτια τα διαχωρίσαμε με ψάθες και κιλίμια. Εγώ ως παιδί πούλησα νερό στη Θεσσαλονίκη. Τα Ελληνόπουλα έπαιρναν τα φέσια μας και τα ξέσχιζαν. Έσπαζαν και τις στάμνες μας με το νερό. Έτσι κι εγώ κάθε μέρα αγόραζα νέα στάμνα. Οι γέροι δεν με άφηναν να βάλω καπέλο για να μη γίνω γκιαβούρης.
Φαίνεται όταν ανέβηκα στο πλοίο, είχα πάρει παραπανήσιο ψωμί μαζί μου. Θυμάμαι ότι μούχλιασε. Το πλοίο ήτανε υπερφορτωμένο. Ήρθαμε ο ένας πάνω στον άλλον.
Ήρθαμε εδώ τον χειμώνα του 1924. Το πλοίο έπιασε το λιμάνι των Μουδανιών, ένα βράδυ κοιμηθήκαμε εκεί. Την επόμενη μέρα με το τραίνο ήρθαμε στην Μπούρσα. Στην Μπούρσα μείναμε 2 - 3 μήνες. Ύστερα με βοδόκαρο ήρθαμε στο Γκιόζγιασί (Απολκούτ). Στο Απολκούτ φάγαμε πολλά ψάρια. Ήπιαμε νερό. Θυμάμαι πολύ καλά ότι καθημερινώς πέθαιναν μέχρι 12 άτομα.
Στο Απολκούτ μας έδωσαν ελληνικά σπίτια. Κάμποσο καιρό μείναμε σ’ αυτά. Αργότερα ο Μουσταφά Κεμάλ έχτισε για μας σπίτια στην Καρατζαμπά. Όταν τελείωσαν τα σπίτια, φύγαμε από το Απολκούτ και εγκατασταθήκαμε στα καινούρια σπίτια. Το μέρος που μένουμε τώρα λένε ότι ήτανε βοσκότοποι. Κι εδώ η οικογένεια μας ασχολήθηκε με την γεωργία. Πατρίδα μας τώρα πια είναι εδώ.