Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Κυριακή, 11 Φεβρουαρίου 2018 21:06

Ένα σκάνδαλο ακόμα

Του Ανδρέα Μακρίδη.

 

Η διαδικασία δεν είναι πρωτόγνωρη: Στην Ελλάδα, όλα πάντα βαίνουν καλώς. Αλλά όποτε ο πόλεμος ανάμεσα στα γιγάντια επιχειρηματικά σχήματα ξεπεράσει τα όρια, τότε στην επιφάνεια βγαίνουν στοιχεία σκανδάλων που είναι αδύνατον να αγνοηθούν. Κάποιος εισαγγελέας, πάντα με την άδεια ή την εντολή της κυβέρνησης, αναλαμβάνει να ανοίξει τον φάκελο του σκανδάλου. Και τότε, ω του θαύματος, ανακαλύπτουνε οι πάντες την διασπάθιση εκατοντάδων εκατομμυρίων ή και δισεκατομμυρίων ευρώ, που κανείς έως τότε δεν είχε πάρει είδηση!

 

Το σχήμα αυτό το είδαμε και στα προηγούμενα μεγάλα σκάνδαλα που έφτασαν έως τη Βουλή: Το πρώτο που θυμόμαστε, ήταν το σκάνδαλο των εξοπλισμών - η αγορά των ρωσικών πυραύλων TOR-M1 και του αμερικανικό ραντάρ TPQ-37). Το σκάνδαλο το μάθαμε, όταν ανταγωνίστριες εταιρείες εξασφάλισαν πρόσβαση στον ελληνικό Τύπο για να αμφισβητήσουν την αξία της επιλογής των ρωσικών πυραύλων. Η εξεταστική επιτροπή που ακολούθησε, απέδειξε ότι οι ρωσικοί πύραυλοι ήταν η καλύτερη δυνατή επιλογή για τις ανάγκες του ελληνικού στρατού, αλλά το σκάνδαλο των αντισταθμιστικών ωφελημάτων ύψους 20 εκ. ευρώ, που αντί για την Ελλάδα πήραν το δρόμο για τις ελβετικές τράπεζες, δεν θίχτηκε, παρά μονάχα όταν το ελληνικό πολιτικό κατεστημένο αποφάσισε να θυσιάσει εξιλεαστικά τον Άκη Τσοχατζόπουλο για να παραμείνει το ίδιο αλώβητο.

Στη συνέχεια ήρθε το πολυσυζητημένο σκάνδαλο του Βατοπεδίου, για το οποίο η στήλη έχει αναφερθεί αναλυτικά στο παρελθόν. Αφορμές για την διερεύνησή του υπήρξαν πάμπολλες – αλλά ακόμα και η επιστολή που είχε αποστείλει ο Παναγιώτης Ψωμιάδης στο πρωθυπουργικό γραφείο, πετάχτηκε στον κάλαθο των αχρήστων. Το σκάνδαλο ήρθε στο φως, μονάχα όταν η απόφαση του ηγουμένου της Μονής να δημιουργήσει στην Αττική ένα μεγάλο γηροκομείο και κέντρο αποκατάστασης αναπήρων διεθνούς εμβέλειας, ενόχλησε τα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα στο χώρο της υγείας. Αν ο Εφραίμ δεν είχε προβεί στους σχεδιασμούς αυτούς, σήμερα θα παρέμενε ανενόχλητος.

Μετά εμφανίστηκε το σκάνδαλο της Siemens, εισαγόμενο απ' το εξωτερικό. Όταν η γερμανική εταιρεία μπήκε με τις δωροδοκίες της στα χωράφια των αμερικανικών κολοσσών, οι ΗΠΑ αντέδρασαν, η Γερμανία αναγκάστηκε να διερευνήσει τις καταγγελίες, και ο απόηχός τους έφτασε έως την Ελλάδα, η οποία επέδειξε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ολιγωρία στο να απαγορεύσει στον επικεφαλής της εταιρείας, Μιχάλη Χριστοφοράκο, να την κοπανήσει στη Γερμανία όπου εξασφάλισε το ακαταδίωκτο. Η εξεταστική επιτροπή της Βουλής, δεν δυσκολεύτηκε να αναγνωρίσει ζημία ύψους 2 δισ. ευρώ απ' τη δραστηριότητα της Siemens στην Ελλάδα, δυσκολεύτηκαν ωστόσο οι κυβερνήσεις μας να διεκδικήσουν το ποσό αυτό από την εταιρεία, περιοριζόμενες μονάχα στο 10% του ποσού.

Σήμερα, βρισκόμαστε και πάλι ενώπιον ενός νέου σκανδάλου διεθνών διαστάσεων. Τα στοιχεία για την εταιρεία Novartis και πάλι δεν έχουν βγει απ' την Ελλάδα, παρά έρχονται εισαγόμενα απ' το εξωτερικό. Και ω του θαύματος, αντί τα μέσα ενημέρωσης να ασχοληθούν με το ίδιο το σκάνδαλο, ορισμένα δείχνουν να ενδιαφέρονται περισσότερο, για το πόσα αδικήματα έχουν παραγραφεί.  

Τους επόμενους μήνες, η ελληνική κοινή γνώμη θα βομβαρδιστεί από τα επικοινωνιακά επιτελεία των κομμάτων, με στοιχεία και επιχειρήματα για την ενοχή ή την αθωότητα συγκεκριμένων πολιτικών της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ, για μια εταιρεία που υπολογίζεται ότι ζημίωσε το ελληνικό Δημόσιο περί τα 3 δισ. ευρώ. Εμείς από την στήλη αυτή, θα περιοριστούμε να διαπιστώσουμε ένα πράγμα: Ότι οι δαπάνες στην υγεία κατά την δεκαετία του 2000, που έφτασαν μέχρι διπλασιασμού τους σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, υπήρξαν ένας από τους παράγοντες του οικονομικού εκτροχιασμού της χώρας. Κι αν το Δημόσιο έχει ζημιωθεί κατά 23 δισ. απ' τις υπερτιμολογήσεις των φαρμάκων την περίοδο 2000-2015, όπως υπολογίζουν οι ελληνικές αρχές, τότε ανεξάρτητα από πρόσωπα, η ενοχή των προηγουμένων κυβερνήσεων θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη.