Παρασκευή, 29 Μαρτίου 2024, 4:03:23 μμ
Τρίτη, 18 Ιουνίου 2019 22:43

Η τριήμερη μάχη του Κιλκίς όπως την είδε και την περιγράφει ο βούλγαρος κυβερνήτης της πόλης

(Κατά περιληπτική διασκευή αφήγησης του κυβερνήτη της πόλης Βλαδίμηρου Καραμανώφ).

Του Αναστάσιου Αμανατίδη.

 

Τα Βαλκανικά κράτη, ως γνωστόν, από τις 5 Οκτωβρίου 1912 κήρυξαν τον πόλεμο ενάντια στην Τουρκία. Που, σε ότι μας αφορά, κατείχε ακόμη Ήπειρο, Μακεδονία, Θράκη, νησιά Αιγαίου. Η μικρή Ελλάδα της Μελούνας, άρπαξε την ευκαιρία και μπήκε παλικαρίσια στον πόλεμο. Κατάφερε να φθάσει μέσα σε είκοσι ημέρες μέχρι τον Αξιό και την Θεσσαλονίκη. Το Κιλκίς έπεσε αμαχητί στα χέρια των ‘συμμάχων’ Βουλγάρων, που ασθμαίνοντες κατευθύνονταν να προλάβουν να μπουν πρώτοι στην Θεσσαλονίκη. Αλλά ματαίως!


Ωστόσο δεν εγκατέλειψαν τον σκοπό τους και δεν απογοητεύθηκαν! Εγκαταστάθηκαν στο ημέτερο Κιλκίς και οργανώθηκαν πολιτικά και στρατιωτικά, αναμένοντας μετωπική σύγκρουση με τους ΄ξεθαρρεμένους΄ Έλληνες, που τους ‘ άρπαξαν’ την Θεσσαλονίκη μέσα από τα χέρια τους. Πάνω σε αυτό στήθηκε όλο το σκηνικό του πολέμου, που ακολούθησε μετά οκτώ μήνες και με θέατρο επιχειρήσεων το πλεονεκτικό για αυτούς γεωγραφικό ανάγλυφο των υψωμάτων του Κιλκίς – Λαχανά.
Αφού αφόπλισαν τους περιδεείς Τούρκους της πόλης, (οι Έλληνες κάτοικοι ήταν ελάχιστοι, αφού διώχθηκαν απηνώς μετά την ελληνική επανάσταση του 1821 και ειδικότερα μετά τα επαναστικά γεγονότα στη Μακεδονία - Χαλκιδική, Νάουσα κ.α) περί τα 1400 όπλα, εγκατέστησαν κυβερνήτη τον Βλαδίμηρο Καραμανώφ από το Κιουστεντήλ, βοεβόδα (φρούραρχο) τον Γεώργιο Μεζντουρένσκι από το Μεζντουρέκ (Μελισσουργείο) και δήμαρχο τον Άγκο Ποπώφ, πλούσιο καπνέμπορο, ιδιοκτήτη των διατηρητέων δίδυμων καπναποθηκών επί της σημερινής οδού Ελευθ. Βενιζέλου της πόλης.
Αξίζει να λεχθούν δυο λόγια για τον διορισμένο δήμαρχο Άγκο (Άγγελο) Ποπώφ, (χάριν των δίδυμων καπναποθηκών, που συνδέθηκαν με την νεότερη ιστορία της πόλης).
Ο καπνέμπορος Άγκο Ποπώφ συνέδραμε ενεργά στον αγώνα ενάντια στην Τουρκική διοίκηση στις αρχές του αιώνα, ευρισκόμενος με την πλευρά, που υποστηριζόταν από την υπό τον βασιλιά Φερδινάνδο, κυβέρνηση της Σόφιας, σε αντίθεση με την σοσιαλίζουσα παράταξη των Ντάμε Γκρούεφ, Γκότσε Ντέλτσεφ, Βλάχωφ κ.ά. Γι’ αυτό και έπεσε θύμα δολοφονικής επίθεσης από τους τελευταίους, ευρισκόμενος σε ξενοδοχείο της Θεσσαλονίκης, από την οποία διασώθηκε με τραυματισμό. Για την απόπειρα κατηγορήθηκε και τιμωρήθηκε με φυλάκιση ο Βλάχωφ, από την γνωστή οικογένεια των πολιτικών και ιστορικών των Βλάχωφ του Κιλκίς. Μετά την κατάληψη του Κιλκίς από τον ελληνικό στρατό την 21 Ιουνίου 1913 ο δήμαρχος της πόλης Άγκο Ποπώφ διέφυγε στη Βουλγαρία και εγκαταστάθηκε στην Φιλιππούπολη (Πλόντβιβ), όπου συνέχισε να ασχολείται με την εμπορία καπνών. Συνέστησε εκεί εκ νέου εταιρεία εμπορίας καπνού, η οποία συνεχίζει την λειτουργία της με την επωνυμία ‘Υιοί Άγκο Ποπώφ’. Βέβαια οι δίδυμες καπναποθήκες της Ελευθ. Βενιζέλου περιήλθαν στο Ελληνικό Δημόσιο και από το 1926 παραχωρήθηκαν στον Ελληνικό Στρατό, του οποίου αποτέλεσαν ιδιοκτησία.
Από τον Βλαδίμηρο Καραμανώφ διορισμένο κυβερνήτη κατ’ αρχήν της Στρώμνιτσας και μετά τον Δεκέμβριο του 1912 του Κιλκίς, αντλούμε σημαντικές πληροφορίες που γράφτηκαν στην έκδοση της Σόφιας στρατιωτικές σελίδες το 1927 και τα ανευρίσκομε στο διαδίκτυο. www.sitebulgarizaedno.com.
… Το πρωί της 19 Ιουνίου, μιας πολύ ζεστής ημέρας και κατά την 7 πρωινή ακούσθηκε από τη νότια πλευρά της πόλης, το πρώτο κανόνι, από εμάς, που βρισκόμασταν στο γρασίδι (millet bahchesi – δημοτικός κήπος) ψηλά, κάτω από τον Άγιο Γεώργιο και δεξιά από το κτίριο της πρώην τουρκικής αστυνομίας (μάλλον το διοικητήριο – παλιά νομαρχία), όπου στεγαζόταν η περιφερειακή Βουλγαρική διεύθυνση. Όλο το Κιλκίς ήταν στο πόδι και παρακολουθούσε με ενδιαφέρον από οποιοδήποτε μέρος της πόλης, με τον πρώτο καταιγιστικό ήχο των κανονιών, ακόμη και από τα σπίτια, καταστήματα και γραφεία, που ήταν ανοιχτά, ως συνήθως!...
Ο κυβερνήτης περιγράφει ότι το θάρρος και η αισιοδοξία των στρατιωτικών και των αμάχων ήταν τέτοιο, που κανείς δεν πίστευε ότι μια τέτοια μεγάλη μάχη θα είχε σύντομα τόσο αρνητικό αποτέλεσμα. Οι αγωνιστές και οι άμαχοι χαιρετιούνταν και εύχονταν την επιτυχία τους. Στο στόμα όλων χαριτολογώντας ήταν, … ραντεβού, ή θα συναντηθούμε στη Θεσσαλονίκη σε λίγες ώρες ή το πολύ αύριο, ή άλλες παρόμοιες εκφράσεις και φυσικά υπονοούσαν συνάντηση, όχι στον υποβαθμισμένο ‘Κιλκίς μαχαλά’ (περιοχή γύρω στον σημερινό σιδηροδρομικό σταθμό), αλλά στο κέντρο της πόλης και στις ανατολικές ακτές, όπου το μέρος είναι πιο όμορφο.
Στη συνέχεια της ημέρας ο αφηγητής κυβερνήτης Βλαδ. Καραμανώφ λέγει, ότι μαζί με τον σεβαστό σε όλους επιφανή γιατρό της πόλης Κωνσταντίν Στανίσεφ και τον ενεργητικό δήμαρχο Άγκο Ποπώφ, (τον ιδιοκτήτη των διδύμων καπναποθηκών της Ελ. Βενιζέλου) ενδιαφέρθηκαν για την περισυλλογή και περίθαλψη των τραυματιών σε πρόχειρο τραυματιολογικό κέντρο της πόλης παρέχοντας τις πρώτες βοήθειες, ενώ οι δυνάμενοι από τον ανδρικό πληθυσμό, προσφέρθηκαν να βοηθήσουν στην δωρεάν φόρτωση, εκφόρτωση αμαξοστοιχιών με πυρομαχικά, τρόφιμα κλπ στρατιωτικό υλικό. Όπως και πολλοί δημότες μέσω του δήμου πρόσφεραν κλινοσκεπάσματα, κουβέρτες, σεντόνια, ακόμη τσάι και νερό γιατί η ζέστη ήταν ανυπόφορη.
Μετά το μεσημέρι, ο δήμαρχος Άγκο Ποπώφ και ο πατέρας των Στανίσεφ, Μήτσο, πήγαν μέχρι το Χασάνοβο (Πεδινό) να δουν τι γίνεται από κοντά. Μέχρι τις τρεις το μεσημέρι δεν υπήρχαν φήμες στην πόλη για τις αποτυχίες μας ή κάτι το ανησυχητικό. Ο καθένας είπε για το τι είδε και ότι οι στρατιώτες μας πολέμησαν γενναία απέναντι στους πιο πολλούς Έλληνες, στους οποίους πάντως προκάλεσαν μεγάλες απώλειες…
Κατά τις τέσσερις μετά το μεσημέρι είδαν πολλούς χωριάτες από τα νότια, να εγκαταλείπουν τα χωριά τους με φορτωμένες σε βοϊδάμαξες οικοσκευές και να συγκεντρώνονται πίσω από τον Άη Γιώργη στους αμπελώνες στον (τότε) δρόμο προς τα Πορρόϊα, διότι τα χωράφια και τα χωριά τους φλέγονται και ως εκ τούτου φεύγουνε, για να επιστρέψουν πίσω μετά τον αγώνα, όταν οι στρατιώτες μας, που πολεμούν γενναία, εκτοπίσουν τους Έλληνες…
Αυτή η ελπίδα για την τελική έκβαση της μάχης του Κιλκίς κατά των συμμάχων χάθηκε! (πρώην συμμάχων, σημ. δική μας. Ο αφηγητής τον 2ο Βαλκανικό πόλεμο, τον ονομάζει πόλεμο των συμμάχων)
Αυτή η εικόνα των χωρικών που φεύγανε και οι πληροφορίες περί υποχώρησης των στρατιωτών, έκανε τον κόσμο να κλείσει τα μαγαζιά τους, να μαζευτεί στα σπίτια του και να νοιάζεται για τη μοίρα του. Οι τραυματίες περίσσεψαν και νέοι πολίτες έσπευσαν για την μεταφορά τους και παροχή πρώτων βοηθειών. Οι υπάλληλοι ενδιαφέρθηκαν για την τύχη των αρχείων και για το ταμείο της τράπεζας σε καταθέσεις και χρυσές λίρες. Παρόλο που η πρώτη βραδιά ήταν ήσυχη.
Μετά από συνομιλία του κυβερνήτη Καραμανώφ με τον στρατιωτικό διοικητή Σαράφωφ αποφασίσθηκε να φύγουν τα αρχεία και το τραπεζικό ταμείο από τον δρόμο προς τα Πορόϊα, (μέσω της σημερινής Ευκαρπίας – Κεντρικού), όπως και όσοι θέλουν να εγκαταλείψουν την πόλη, ας το κάνουν χωρίς κανένα εμπόδιο, αθόρυβα, χωρίς φασαρία και πανικό. Το ίδιο βράδυ διατάχθηκε να συσκευασθούν όλα τα αρχεία των υπηρεσιών, του Δήμου και της Τράπεζας, να φορτωθούν και να σταλούν στη Σνέφτσια (σημερινό Κεντρικό), από όπου σε αρνητική εξέλιξη να μεταφερθούν από τον νεόκτιστο στρατιωτικό δρόμο στα Πορόϊα (μέσω Μπαϊζλί). Το ίδιο βράδυ περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού εγκατέλειψε την πόλη.
Την δεύτερη ημέρα η μάχη άρχισε στις 7 η ώρα. Λίγοι θαρραλέοι άνθρωποι κυκλοφορούν στην πόλη. Πολλά γυναικόπαιδα καταφεύγουν για ασφάλεια στις εγκαταστάσεις των καθολικών καλογραιών, που υψώνουν την γαλλική σημαία στο καμπαναριό της εκκλησίας τους.(στο σημερινό Πολυάνιο).
Οι Έλληνες δυσκολεύθηκαν να προχωρήσουν εξ αιτίας των καταιγιστικών μας πυρών κατά μέτωπο, ιδίως στην πλευρά του Ακτσέ – κλισέ (Κολχίδα).
Μεταξύ 12.00 με 1.00 βομβαρδίστηκε στο κέντρο της πόλης, το παζάρι, το νοσοκομείο, στρατιωτικές αποθήκες, το τηλεγραφείο το ταχυδρομείο, το διοικητήριο, όπου σκοτώθηκαν πολλοί, ενώ εκδηλώθηκε πυρκαγιά σε κτήρια, η οποία πήρε απειλητικές διαστάσεις, προκαλώντας πανικό. Ο κόσμος τα έχασε και έτρεχε να φύγει από την πόλη για να σωθεί. Περισσότερο να σώσει τα παιδιά του! Σε λιγότερο από ώρα, η πόλη άδειασε από τον κόσμο της! Ακόμη η πυρκαγιά στο κέντρο της πόλης συνέχιζε να καίει σπίτια.
Με τον φρούραρχο Μεζντουρένσκι αποφασίσαμε να πάμε στον γενικό διοικητή Σαράφωφ, επάνω στο μοναστήρι του Άη – Γιώργη για να ζητήσουμε βοήθεια για κατάσβεση της πυρκαγιάς. Τον βρήκαμε να κάθεται στο έδαφος δίπλα στον τοίχο της μικρής νότιας πόρτας της εκκλησίας να παρακολουθεί και να δίνει διαταγές στους αξιωματικούς των μονάδων που αντιστέκονταν γενναία στις επιθέσεις των αντιπάλων. Ο στρατιωτικός διοικητής μας δήλωσε αδυναμία να δώσει στρατιώτες για κατάσβεση, διότι οι εφεδρικοί που είχε, περίμεναν να αντικαταστήσουν άλλους, που μάχονταν στην γραμμή άμυνας.
Οι εντυπώσεις μας για τον αγώνα ήταν ότι δεν υπήρχε περίπτωση υποχώρησης αυτήν την ημέρα. Η ελπίδα της απόλυτης επιτυχίας δεν χάθηκε. Χαιρετήσαμε και κατεβήκαμε στην πόλη. Την βρήκαμε άδεια από τους ανθρώπους της. Ακόμη και το καμπαναριό της καθολικής εκκλησίας των καλογραιών με την τρίχρωμη γαλλική σημαία είχε γκρεμιστεί από οβίδα.
Παρά το γεγονός ότι οι Έλληνες βομβάρδιζαν την πόλη και ότι πολεμούσαν πεισματικά ολόκληρη ημέρα, δεν μπόρεσαν να σπάσουν το μέτωπό μας. Αυτό μας ενθάρρυνε σθεναρά και η ελπίδα κατοχής της πόλης ήταν μέσα μας. Γι’ αυτό στείλαμε μήνυμα στην Σνέφτσια (Κεντρικό), να παραμείνουν τα αρχεία εκεί, μέχρι νεωτέρας, για να επιστρέψουν πίσω στην πόλη, όταν χρεεειασθεί…
Στις 8 – 8 ½ η ώρα η μάχη υποχώρησε και από τις δύο πλευρές.
Αυτή την ημέρα η άμυνά μας ενισχύθηκε με αδύναμη στήριξη από τάγματα στρατολογημένων από τις κατεχόμενες περιοχές Δράμας και Σερρών. Κατά τα μεσάνυχτα ακούστηκαν πυροβολισμοί πυροβολικού. Νομίσαμε ότι προέρχονταν από εμάς, αφού δεχθήκαμε ενισχύσεις. Όμως όταν ανεβήκαμε στον λόφο είδαμε ότι οι Έλληνες επιτέθηκαν στα αριστερά μας (από την περιοχή της Κάτω Ποταμιάς), όπου διεξάγονταν σκληρή μάχη που συνεχίστηκε μέχρι το πρωί, μέσα σε αλαλαγμούς ‘ζήτω’, που ακούγαμε!
Με τον φρούραρχο κατεβήκαμε για τελευταία φορά στην πόλη λίγο πιο ύστερα. Την βρήκαμε τελείως έρημη. Επιστρέψαμε στον λόφο να ρωτήσουμε τι να κάνουμε! Κατά τις 9 – 9 ½ το πρωί έκανε την εμφάνισή του ένα αεροπλάνο με τα βουλγαρικά χρώματα. Κάποιοι είπαν ότι είναι εχθρικό για να μας παραπλανήσει…
Ο επικεφαλής της γενικής διεύθυνσης Σαράφωφ, φοβούμενος πιθανή παράκαμψη κυκλοφορίας από τα αριστερά κατά μήκος του Γαλλικού ποταμού, έδωσε εντολή υποχώρησης του στρατού προς τα Κρούσια, αφού είδε πριν φύγει από το παρατηρητήριό του στον Άη – Γιώργη την στρατιωτική ανωτερότητα των Ελλήνων, ιδίως στην αριστερή πλευρά, καταλήγει ο κυβερνήτης του Κιλκίς Βλαδ. Καραμανώφ στις αφηγήσεις του, που δημοσιεύτηκαν στην περιοδική έκδοση της Σόφιας, ΄Στρατιωτικές συλλογές’.
Πηγές: https//bg.wikipedia.org/wiki/ ΑΗΓΟ ΠΟΠΟΒ
Βλαδίμηρος Καραμανώφ: Οι τελευταίες μέρες του Κιλκίς. Στρατιωτικές – ιστορικές συλλογές. Σόφια Οκτώβριος – Νοέμβριος 1927, σελ. 68 – 89.

Κιλκίς Ιούνιος 2019