Παρασκευή, 29 Μαρτίου 2024, 7:59:37 πμ
Τρίτη, 06 Νοεμβρίου 2018 22:37

Κική Παπαδοπούλου - Πάγκου, η πρωθιέρεια στο ναό της Τέχνης (…μια συνομιλία που απλώς…άρχισε…)

Γράφει ο Μάκης Ιωσηφίδης, Δάσκαλος.

 

Σκάλιζα κάποια χαρτιά στο αρχείο μου όταν εντελώς τυχαία το μάτι μου έπεσε σε κάτι ξεχασμένο αλλά πολύ πολύ ενδιαφέρον. Σε δύο άσπρες κόλλες είχα καταγράψει μια συνομιλία μου με την ακάματη εργάτρια του κιλκισιώτικου πολιτισμού, την ψυχή της ΤΕΧΝΗΣ για πολλά χρόνια, την αείμνηστη Κυριακή (Κική) Παπαδοπούλου-Πάγκου. Δεν είχε ημερομηνία και υπολόγισα ότι πρέπει να ήταν το φθινόπωρο του 2016 όταν τηλεφώνησα στην Κική και της εξέφρασα την επιθυμία μου να της πάρω συνέντευξη με θέμα τη ζωή της. Αποδέχθηκε την πρότασή μου με μεγάλη χαρά και βρεθήκαμε στο γραφείο της στην ΤΕΧΝΗ.


Την ημέρα της συνέντευξης θυμάμαι ότι κυριαρχούσε ένας ζωογόνος οργασμός για κάποια εκδήλωση που ετοίμαζε τότε η ΤΕΧΝΗ και όλα περνούσαν από τα χέρια της Κικής. Κόσμος μπαινόβγαινε και ρωτούσε. Ακάματη η Κική έλυνε προβλήματα, έδινε εντολές, απαντούσε στο τηλέφωνο που χτυπούσε διαρκώς και μας διέκοπτε. Από την αρχή της κουβέντας κατάλαβα ότι η συζήτηση θα γινόταν μετά πολλών εμποδίων. Παρ’ όλ’ αυτά η αρχή έγινε, μόνο που η όλη κουβέντα έμεινε…στην αρχή.
Είχε περάσει η ώρα και συμφωνήσαμε να σταματήσει η συνέντευξη και να συνεχιστεί σε ηπιότερες συνθήκες στο άμεσο μέλλον πράγμα που δυστυχώς δεν έγινε ποτέ. Λίγο τα προβλήματα υγείας της Κικής που την οδήγησαν τελικά στην παραίτηση από την προεδρία της ΤΕΧΝΗΣ, λίγο οι δικές μου υποχρεώσεις με τη συγγραφή του βιβλίου μου για την ιδιαίτερη πατρίδα μου που είναι τα Διαβατά Θεσσαλονίκης, η δεύτερη συνάντησή μας δεν έγινε ποτέ. Μετά την παραίτησή της από την προεδρία της ΤΕΧΝΗΣ μου τηλεφώνησε και μου είπε ότι έχει σοβαρά προβλήματα υγείας αλλά επειδή θέλει να ολοκληρώσουμε το αφιέρωμα, μόλις γινόταν καλά θα μου τηλεφωνούσε για τη συνέχεια. Το τηλέφωνο αυτό δεν έγινε ποτέ και η Κική μας άφησε τον φετινό Απρίλη.
Έκρινα ότι αξίζει να παραθέσω αυτήν την κουβέντα ως ένα μικρό μνημόσυνο στον τεράστιο αυτόν ΑΝΘΡΩΠΟ, στην απαράμιλλη ΓΥΝΑΙΚΑ, στην Κική της ΤΕΧΝΗΣ και του πολιτισμού, στην Κική του ΚΙΛΚΙΣ, στη δικιά μας Κική που ομόρφυνε με την παρουσία και τη δράση της την ύπαρξή μας και μας έκανε καλύτερους και ποιοτικότερους ανθρώπους.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
-Κική, δεν τα ρωτούν αυτά σε μια γυναίκα αλλά θα το τολμήσω και αν θέλεις μου απαντάς. Πόσων χρονών είσαι;
-Δεν έχω κανένα πρόβλημα να σου πω την ηλικία μου. Γεννήθηκα στο Κιλκίς το 1939, είμαι δηλαδή 77 χρονών γεμάτα και περπατάω στα 78.
-Ξέρω ότι είσαι ποντιακής καταγωγής. Θέλω να μου μιλήσεις για τους μακρινούς προγόνους σου, για τις ρίζες σου γενικά.
-Παππούς εκ πατρός μου ήταν ο ιερέας Γρηγόριος Γρηγοριάδης από το χωριό Μεσουντιέ της επαρχίας Κοτυώρων (Ορντού) του νομού Σεβάστειας. Ο παπα-Γρηγόρης, το 1879 χειροτονήθηκε στη Νικόπολη του Πόντου. Σύζυγός του ήταν η πρεσβυτέρα Κυριακή, η γιαγιά μου που έχω το όνομά της.
-Ως εκπαιδευτικός θέλω να σε ρωτήσω αν έχεις ακούσει για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση στον Πόντο τα χρόνια εκείνα.
-Για να καταλάβεις το επίπεδο μόρφωσης στον Πόντο, ένα μόνο θα σου αναφέρω ενδεικτικά. Η μητέρα μου διδάχθηκε ‘’Κύρου ανάβαση’’ στην Γ’ τάξη του Δημοτικού.
-Πώς προσλαμβάνονταν οι δάσκαλοι στον Πόντο και ποιος τους πλήρωνε;
-Οι δάσκαλοι στον Πόντο προσλαμβάνονταν από την κάθε Κοινότητα που τους πλήρωνε. Δεν υπήρχε ενιαία διδακτέα ύλη αλλά ο κάθε δάσκαλος επέλεγε το τι θα δίδασκε.
-Πες μου για την οικογένεια του εκ πατρός παππού σου.
-Ο παπα-Γρηγόρης με την Κυριακή απέκτησαν τέσσερα παιδιά που ήταν κατά σειρά ο Βασίλης, η Ευθυμία και το 1901 τα δίδυμα αγόρια Θεόδωρος και Νικόλαος που ήταν ο πατέρας μου. Το 1907 ο παπα-Γρηγόρης τοποθετήθηκε στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου στο Γαλατά της Κωνσταντινούπολης. Έτσι η οικογένεια έφυγε από τον Πόντο και εγκαταστάθηκε στο Γαλατά όπου ο παπα-Γρηγόρης δήλωσε ως επώνυμο όχι Γρηγοριάδης αλλά Παπαδόπουλος και με το επώνυμο αυτό έγραψε τα παιδιά του στα σχολεία του Γαλατά. Ο πατέρας μου Νίκος σπούδασε στην Εθνική Σχολή Εμπορίου και ξένων γλωσσών. Η σχολή αυτή σήμερα λέγεται Γυμνάσιο του Γαλατά και είναι απέναντι από το Γαλλικό Κολέγιο.
-Τι έγινε η οικογένεια μετά την συνθήκη της Λωζάνης και την ανταλλαγή των πληθυσμών;
-Με την ανταλλαγή η οικογένεια ήρθε το 1924 στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στο Κιλκίς. Ο πατέρας μου Νίκος έφυγε για τη Θεσσαλονίκη και γράφτηκε στην Εμπορική Δημόσια σχολή Κωνσταντινίδη (τύπου Ανωτάτης Εμπορικής) όπου, με πολλές δυσκολίες, τέλειωσε την τελευταία τάξη των σπουδών του. Το 1925 με το πτυχίο του και γνωρίζοντας από την Κωνσταντινούπολη ακόμα άριστα τα αγγλικά και τα γαλλικά έδωσε εξετάσεις και προσλήφθηκε στην Εθνική Τράπεζα του Κιλκίς.
-Έχω ακούσει ότι από την πλευρά του πατέρα σου έχεις συγγενείς με το επώνυμο Γρηγοριάδης. Πώς γίνεται αυτό;
-Όταν ήρθαν στην Ελλάδα, τα αδέλφια του πατέρα μου δήλωσαν ως επώνυμο το Γρηγοριάδης που ήταν το αρχικό επώνυμο της οικογένειας. Ο πατέρας μου όμως, επειδή είχε μετεγγραφεί στη σχολή Κωνσταντινίδη με πιστοποιητικό που έγραφε το επώνυμο Παπαδόπουλος, διατήρησε αυτό το επώνυμο.
-Πώς θυμάσαι τη γιαγιά σου;
-Η γιαγιά μας πρεσβυτέρα Κυριακή μιλούσε μόνο ποντιακά. Έλεγε στα εγγόνια της: ‘’Εγώ ας καλατσέβω σας ποντιακά. Εσείς α καλατσέβετέ με μόνο σα ελληνικά γιατί αυτά θα κάνετε σο σχολείον’’
-Πες μου και για τα πρόσωπα της εκ μητρός καταγωγής σου.
-Η μητέρα μου ήταν κι αυτή ποντιακής καταγωγής και επίσης κόρη ιερέα. Πατέρας της ήταν ο ιερέας Ευστάθιος Κοσμίδης της εκκλησίας της Παναγίας του Μπαλουκλί στην Κωνσταντινούπολη με σύζυγο την πρεσβυτέρα Μάρθα το γένος Αμοιρίδου. Και οι δύο παππούδες μου λοιπόν ήταν ιερείς. Εννιά ημέρες μετά τη γέννηση της μητέρας μου, πέθανε ο πατέρας της παπα-Ευστάθιος και αποφασίστηκε, στη νεογέννητη κόρη του να δοθεί το όνομά του κι έτσι η μητέρα μου ονομάστηκε Ευσταθία.
-Στο Κιλκίς ποια ήταν η συνέχεια;
-Οι γονείς μου Νίκος και Ευσταθία, παντρεύτηκαν το 1935. Απέκτησαν τρία παιδιά. Το 1936 γεννήθηκε η αδελφή μου Βούλα (μετέπειτα σύζυγος του Γιώργου Σμιάρη), το 1939 εγώ και το 1947 ο αδελφός μου Γρηγόρης. Μεγαλώσαμε μέσα σε ένα αστικό περιβάλλον στην πόλη μας την ταραγμένη δεκαετία του 40 μέσα σε πολέμους, Κατοχή, εμφύλιο και όλα τα παρεπόμενα.
-Θυμάσαι κάποια πράγματα από το κατοχικό Κιλκίς;
-Στην Κατοχή ήμουν πολύ μικρούλα και δεν θυμάμαι τίποτα. Θυμάμαι όμως έντονα την ημέρα που έγινε η μεγάλη εμφύλια μάχη στις 4 Νοεμβρίου του 1944. Ήμουν πέντε χρονών αλλά τα γεγονότα της μάχης αυτής ήταν τόσο έντονα που αποτυπώθηκαν γερά στη μνήμη μου. Εύχομαι να μην ξαναζήσουν οι επόμενες γενιές τέτοια γεγονότα.
-Κική πέρασε η ώρα. Θα ορίσουμε μια άλλη συνάντηση για να συνεχίσουμε.
-Εντάξει, θα σου τηλεφωνήσω και θα φροντίσω να γίνει κάποια μέρα που δεν θα έχουμε υποχρεώσεις ώστε να τα πούμε αναλυτικά με την ησυχία μας.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ζω σαράντα χρόνια στο Κιλκίς. Γνώρισα και σχετίστηκα με πολλούς ανθρώπους. Κυρίαρχη θέση ανάμεσά τους κατέχουν στην ψυχή μου κάποιοι χαρισματικοί άνθρωποι που αφιέρωσαν τη ζωή τους στον τόπο τους και έφυγαν αφού άφησαν το ίχνος τους και πήγαν την ανθρώπινη ζωή ένα βήμα παραπέρα. Ανάμεσα σ’ αυτούς λάμπει σαν άστρο η Κική Παπαδοπούλου-Πάγκου.
Η μικρή κοινωνία της πόλης μας οφείλει να αποδώσει τις δέουσες τιμές στην Κική για να παραμείνει η προσφορά της ανεξίτηλη στη συλλογική μνήμη.