Παρασκευή, 29 Μαρτίου 2024, 2:15:10 πμ
Πέμπτη, 20 Δεκεμβρίου 2018 21:17

Το πνεύμα των Χριστουγέννων

Γράφει ο Μάκης Ιωσηφίδης, Δάσκαλος.

 

Τώρα, περιμένετε αγαπητοί αναγνώστες να προσπαθήσω να σας αναλύσω το πνεύμα των Χριστουγέννων με τις γνωστές βαρύγδουπες και κούφιες αντάμα λέξεις όπως αυτές στις ευχές των πολιτικών τούτες τις μέρες; Αμ δε… Περιμένετε να σας μιλήσω για σπήλαια, φάτνες, μάγους και βοσκούς; Όχι βέβαια…Περιμένετε να περιγράψω τον ‘’χριστουγεννιάτικο διάκοσμο’’ των πόλεων με τα πλαστικά λαμπιόνια που αναβοσβήνουν; Όοοοοχι… Αντ’ αυτών αποφάσισα να σας παραθέσω μια απλή ιστοριούλα που δημιούργησε η φαντασία μου. Τώρα αν ταιριάζει με το πνεύμα των Χριστουγέννων, εσείς θα το κρίνετε. Πάμε λοιπόν.


Και επί γης ειρήνη…
Γεννήθηκε το Μαριανθάκι στη μεγάλη πόλη και μεγάλωσε μέσα στην αγάπη των γονιών της, των παππούδων και των γιαγιάδων της. Από τότε που άρχισε να αντιλαμβάνεται τον κόσμο, μπολιάστηκε με την αγάπη για την Ελλάδα και την ιστορία της. Με τα μαγεμένα μάτια της ψυχής της ρούφαγε τις ιστορίες για πολέμους του γένους ενάντια σε προαιώνιους εχθρούς. Θαύμαζε τα Ελληνόπουλα που απ’ τα πανάρχαια χρόνια έδιναν τη ζωή τους για την πατρίδα.
Και πήγε στο σχολείο το Μαριανθάκι και άκουγε έκθαμβη τους φλογερούς λόγους των δασκάλων στις εθνικές γιορτές και ανατρίχιαζε με τους χιλιάδες ήρωες που έδωσαν το αίμα τους στους διαχρονικούς αγώνες του έθνους. Έλεγε με καμάρι το ποιήμα της, έπαιζε στα ηρωικά σχολικά θεατρικά σκετσάκια και στην παρέλαση τα έδινε όλα. Ήταν άριστη μαθήτρια και κράταγε με καμάρι τη σημαία παρελαύνοντας στον μεγάλο δρόμο της πόλης.
Στο Γυμνάσιο και στο Λύκειο γοητεύτηκε περισσότερο από τη σύγχρονη ιστορία μας του 20ού αιώνα. Τόσες χιλιάδες νεκρά φανταράκια μας στους βαλκανικούς πολέμους, τόσες χιλιάδες στον Α’ παγκόσμιο, τόσες στη Μικρασία, τόσες στον Β’ παγκόσμιο… Χιλιάδες νεκρά κορμιά που θυσιάστηκαν στους αγώνες του έθνους. Πόσο τα θαύμαζε και με τι συγκίνηση κατέθετε το στεφάνι στο μνημείο τους…
Και σπούδασε το Μαριανθάκι και νάτην τώρα καθηγήτρια στην πόλη της, στο Λύκειο από το οποίο κι αυτή αποφοίτησε. Παντρεύτηκε τον συνάδελφό της Σωτήρη και απέκτησε το μονάκριβο γιο της τον Αλέξανδρο. Ζει μια ευτυχισμένη ζωή. Ο Αλέξανδρος είναι η μεγάλη αδυναμία της, το φως των ματιών της. Μεγάλωσε με την αγάπη των γονιών, των παππούδων και γιαγιάδων του και γαλουχήθηκε με τα ίδια ιερά νάματα που γαλούχησαν και τη μητέρα του. ‘’Μεγαλέξανδρο’’ τον φωνάζει ο παππούς Αλέξανδρος γεμάτος καμάρι.
Άνθισε ο Αλέξανδρος. Στα εικοσιπέντε του είναι ένα όμορφο παλικάρι που τέλειωσε την Φαρμακευτική και υπηρετεί τώρα τη στρατιωτική θητεία του. Ανυπομονεί η Μαριάνθη και κάνει όνειρα με τον άντρα της τον Σωτήρη. Μόλις τελειώσει με το καλό ο γιόκας τους τη θητεία του, θα του ανοίξουν ένα φαρμακείο που όμοιό του δεν θα υπάρχει. Τον ονειρεύονται γαμπρό και περιμένουν με λαχτάρα τα εγγονάκια που θα τους χαρίσει.
Η Μαριάνθη είναι δοσμένη στους αγώνες για την πατρίδα. Δεν χάνει συλλαλητήριο για τη Μακεδονία και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κάνει με πάθος τις ανάλογες αναρτήσεις.
Από ένα τέτοιο συλλαλητήριο γύρισε σήμερα η Μαριάνθη. Βραδιάζει και ο άντρας της ο Σωτήρης βγήκε έξω με φίλους για ρετσίνα. Η Μαριάνθη ξαπλώνει κουρασμένη στον καναπέ και χαζεύει μια ταινία στην τηλεόραση.
Τινάζεται απότομα. Οι καμπάνες των εκκλησιών χτυπούν φρενιασμένα και δονούν την ατμόσφαιρα. Βλέπει στην τηλεόραση τα έκτακτα δελτία που μιλούν για κήρυξη πολέμου ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία για τα πετρέλαια του Αιγαίου. Οι σειρήνες του πολέμου ηχούν στις δυο πλευρές του αρχιπελάγους. Σκιάζεται η Μαριάνθη. Ο Αλέξανδρος έρχεται να τους δει πριν φύγει με τη μονάδα του για τον Έβρο. Τον αγκαλιάζει η Μαριάνθη συγκινημένη.
-Έλα γυναίκα, πες του τώρα το ‘’ή ταν ή επί τας’’ που έλεγαν οι Σπαρτιάτισσες όταν έδιναν την ασπίδα στους γιους του που έφευγαν για τον πόλεμο, λέει ο Σωτήρης.
Προσπαθεί η Μαριάνθη αλλά οι λέξεις δεν βγαίνουν απ’ το στόμα της. Αδυνατεί να φανταστεί το σπλάχνο της νεκρό πάνω σε μιαν ασπίδα και τον εαυτό της να καμαρώνει. Δεν είναι όμως ώρα για τέτοιες σκέψεις.
-Στο καλό παλικάρι μου και…πρόσεχε τον εαυτό σου.
Φωτιά στον Έβρο, φωτιά στο Αιγαίο, φωτιά παντού. Η πατρίδα μας ξαναζεί στιγμές θριάμβων. Η νίκη κλίνει προς τη μεριά των όπλων μας…
Σαν κεραυνός έπεσε το μαντάτο στο σπίτι της Μαριάνθης. Ο λατρεμένος γιος της έπεσε ηρωικά μαχόμενος στις επάλξεις του Έβρου και το νεκρό του σώμα έφθασε στο σπίτι τους σκεπασμένο με την ελληνική σημαία.
Έχασε τα λογικά της η Μαριάνθη. Στέρεψε το δάκρυ της και ξενυχτάει βουβή το σκήνωμα του παλικαριού της. Ο νους της ταξιδεύει. Μέχρι τώρα το μυαλό της ήταν γεμάτο με αριθμούς νεκρών παλικαριών στους πολέμους της πατρίδας. Τώρα όμως η Μαριάνθη καταλαβαίνει. Πίσω από κάθε νεκρό φανταράκι μας ήταν και κάποια μανούλα που θρήνησε το παιδί της όπως τώρα αυτή θρηνεί το δικό της. Τόσοι νεκροί σε κάθε μάχη, τόσες και οι ψυχικά νεκρές μανάδες που έλιωσαν τα σπλάχνα τους μπροστά στο σκεπασμένο με τη σημαία κουφάρι του παιδιού τους. Παιδιά που σκοτώθηκαν στα 22, στα 23, στα 24 τους χρόνια και δεν πρόλαβαν να γευτούν τις χαρές της ζωής. Δεν πρόλαβαν να γλεντήσουν, να γευτούν το νέκταρ της ύπαρξης, να ερωτευτούν, να κάνουν οικογένεια, να νιώσουν τη χαρά της πατρότητας, ΝΑ ΖΗΣΟΥΝ. Βλέπει η Μαριάνθη τις μελλοντικές Μαριάνθες να συγκινούνται όταν ακούν για τα χιλιάδες Ελληνόπουλα που σκοτώθηκαν στην ελληνοτουρκική σύρραξη του 2018. Ένας αριθμός θα γίνει και ο Αλέξανδρος, το καμάρι της. Έφυγε ο Αλέξανδρος πολεμώντας για τα συμφέροντα των μεγάλων πετρελαϊκών εταιρειών του παγκόσμιου καπιταλισμού.
Έγινε και η ταφή και στέγνωσε η ψυχή της Μαριάνθης. Ένα μήνα μετά πέθανε από εγκεφαλικό και ο παππούς Αλέξανδρος μη αντέχοντας το χαμό του λατρεμένου εγγονού του. Στο εξάμηνο έφυγε με ανακοπή και ο άντρας της ο Σωτήρης. Μια τραγωδία η ζωή της Μαριάνθης.
Το κλειδί γυρίζει στην πόρτα, ο Σωτήρης γύρισε μετά την κρασοκατάνυξη με τους φίλους του και η Μαριάνθη ξυπνάει απότομα. Κοιτάει γύρω της σαν φάντασμα. Συνειδητοποιεί ότι όσα έζησε ήταν ένας φριχτός εφιάλτης.
-Τι χάλια είναι αυτά αγάπη μου; ρωτάει ανύποπτος ο Σωτήρης. Σε πήρε ο ύπνος στον καναπέ; Γιατί κλαις;
-Τίποτα αγάπη μου, ένα κακό όνειρο ήταν. Πάει, πέρασε. Έλα να κοιμηθούμε. Θα τα πούμε το πρωί.
Το πρωί η Μαριάνθη έφυγε σφαίρα για τον ‘’Σύνδεσμο ειρήνης’’ της συνοικίας της. Το αποφάσισε. Από τώρα και στο εξής θα αφιερώσει τη ζωή της στην παγκόσμια ειρήνη και θα αγωνιστεί για να μην ξαναγίνει πόλεμος πουθενά. Για να μην ξανακλάψει καμιά μάνα το νεκρό παλικάρι της. Για να μην ξαναμπούν στην κρεατομηχανή της ιστορίας κορμιά νέων ανθρώπων. Για να ζουν με αξιοπρέπεια όλοι οι άνθρωποι στη γη που τους έλαχε να ζουν.
Στο μυαλό της αντηχούν τα λόγια του ποιητή:
«Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν’ αγωνίζεσαι για την ειρήνη και για το δίκιο…..
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος….»

Ιωσηφίδης Μάκης
Δάσκαλος
(Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος…αν θέλεις να λέγεσαι δάσκαλος)