Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Τρίτη, 10 Σεπτεμβρίου 2019 21:48

Τοποθέτηση του Γιώργου Φραγγίδη στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής για την Υγεία

Νομίζω ότι σήμερα συζητάμε έναν τομέα που είναι κυρίαρχος για τη ζωή του κάθε Έλληνα πολίτη. Ακούγοντας και την εισήγηση του κ. Υπουργού, όπου αναφέρει ότι επιβάλλεται να έχουμε ένα ακόμα πιο υψηλό επίπεδο παροχής υπηρεσιών, αλλά ακούγοντας και τον πρώην Υπουργό, ο οποίος είπε «κρατήσαμε όρθιο το σύστημα υγείας», θέλω να πω κάτι.

 

 Ένα σύστημα υγείας δεν φτάνει να σταθεί μόνο όρθιο, πρέπει να περπατάει. Δυστυχώς, εδώ και πολλά χρόνια το σύστημα υγείας στην Ελλάδα λειτουργεί με έναν τρόπο, που δεν μας τιμά και προπαντός, σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες,  είμαστε πάρα πολύ πίσω. Νομίζω ότι αυτή την πραγματικότητα πρέπει να την αναγνωρίσουμε, εάν θέλουμε να κάνουμε βήματα μπροστά.

Σας τα λέω αυτά, διότι εκτός από γιατρός, έχω περάσει κι εγώ από τη διοίκηση νοσοκομείων και από τη διοίκηση ιδιωτικών χώρων. Εάν θέλουμε να κρατήσουμε το δημόσιο χαρακτήρα, πρέπει να τον ενισχύσουμε. Δυστυχώς, όμως, τα προβλήματα είναι πάρα πολλά και αν πάμε στην επαρχία και ρωτήσουμε τους ανθρώπους, οι οποίοι είναι αναγκασμένοι να πάνε στα νοσοκομεία, θα μας απαντήσουν με πολύ απλό τρόπο ότι δεν είναι ευχαριστημένοι.

Ποια είναι τα προβλήματα, λοιπόν, τα οποία αντιμετωπίζει ο χώρος της υγείας; Λιγότερο απ' ό,τι παλαιότερα, όμως υπάρχουν ακόμα ελλείψεις στις υποδομές και στις κτιριακές υποδομές. Εξαρτάται σε ποια νοσοκομεία της επαρχίας αναφερόμαστε. Εγώ είμαι από την κεντρική Μακεδονία. Υπάρχουν τεράστια προβλήματα υποστελέχωσης, είτε πρόκειται για το νοσοκομειακό προσωπικό, είτε για το διοικητικό, αλλά κυρίως με τους γιατρούς. Αυτό οδηγεί πολλές κλινικές, ουσιαστικές για τη λειτουργία ενός νοσοκομείου ακόμα και χειρουργικές ή παθολογικές, κυρίως χειρουργικές, που είναι από τις κυρίαρχες μονάδες λειτουργίας ενός νοσοκομείου, να κλείνουν ή να υπολειτουργούν.

Γιατί; Γιατί είτε οι κρίσεις δεν γίνονται, είτε όταν γίνονται θα περάσει ένας χρόνος για να έρθει γιατρός στο νοσοκομείο. Οι περιπτώσεις λύσης του προβλήματος με επικουρικούς γιατρούς και αυτές δυστυχώς σήμερα πολλές φορές αδυνατούν να λειτουργήσουν, γιατί δεν υπάρχουν επικουρικοί γιατροί κάποιων ειδικοτήτων, που να θέλουν να πάνε στα νοσοκομεία. Αυτό είναι ένα ερώτημα που κάνω σε όλους τους υποψήφιους ΥΠεάρχες. Πώς έχετε σκοπό να αντιμετωπίσετε στα επαρχιακά νοσοκομεία μια τέτοια υποστελέχωση γιατρών; Γιατί, ξέρετε, όλο το υγειονομικό σύστημα λειτουργεί γύρω από τον γιατρό. Αν δεν υπάρχει γιατρός ούτε ο νοσηλευτής έχει δυνατότητα για να λειτουργήσει σε ένα τμήμα ή σε μια κλινική, αλλά ούτε και ο διοικητικός. Επομένως, το τι θα κάνουμε με τους γιατρούς στα επαρχιακά νοσοκομεία, είναι καθοριστικής σημασίας. Άρα, πώς βλέπετε να το αντιμετωπίζετε αυτό;

Δεύτερον, υπάρχουν επαρχιακά νοσοκομεία, τα οποία σε σχέση με το δίκτυο ΕΚΑΒ δεν μπορούν να λειτουργήσουν. Για παράδειγμα στη Μακεδονία, έχουμε ένα επαρχιακό νοσοκομείο, όπου υπάρχει σταθμός ΕΚΑΒ με ασθενοφόρα, υπάρχει προσωπικό, αλλά καθυστερεί αυτή η συνεννόηση που γίνεται κεντρικά από τη Θεσσαλονίκη ώστε να πάρει εντολή να λειτουργήσει το νοσοκομείο αυτό π.χ. του Κιλκίς ή των Σερρών. Και ξέρετε ότι πάρα πολλές φορές η καθυστέρηση είναι ζωτικής σημασίας για την επιβίωση ενός ασθενούς, ειδικά σε περίπτωση τροχαίων. Πώς λοιπόν, σχεδιάζετε εσείς να αντιμετωπίσετε μια τέτοια περίπτωση δυσλειτουργίας;

Τέλος, εύχομαι σε όλους να πετύχουν. Νομίζω ότι όλοι κρινόμαστε εκ του αποτελέσματος και αυτό θα φανεί σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα. Διαβάζοντας τα βιογραφικά και ακούγοντας όλους τους υποψηφίους ΥΠΕάρχες έχω καταλήξει στο συμπέρασμα, ότι δυστυχώς δεν υπάρχει μια ομοιογένεια της αντίληψης και της αντιμετώπισης της κατάστασης. Αλλιώς την αντιμετωπίζουν οι υποψήφιοι που έχουν στο βιογραφικό τους εμπειρία από τη διαχείριση του δημόσιου τομέα υγείας, αλλιώς φαίνεται να την αντιμετωπίζουν εκείνοι που δεν έχουν σχέση με αυτό το αντικείμενο. Αυτό βέβαια, δεν σημαίνει, ότι δεν μπορούν να τα καταφέρουν. Θέληση χρειάζεται, γνώση χρειάζεται να αποκτήσουν, προσπάθεια και συμπαράσταση όλων των δυνάμεων, διότι δεν έχουμε την πολυτέλεια του αποκλεισμού στον τομέα της υγείας. Όλοι χρειάζεται να συμβάλουν, ούτως ώστε να πάνε τα πράγματα μπροστά, να μην σταθεί μόνο όρθιο το σύστημα, αλλά να περπατάει. Και όχι μόνο να περπατάει, αλλά να κάνει και άλματα, γιατί η απόσταση που μας χωρίζει από τις άλλες χώρες της Ευρώπης είναι τεράστια.