Τρίτη, 16 Απριλίου 2024, 9:32:28 πμ
Δευτέρα, 12 Μαϊος 2008 04:38

Πάσχα στα Καρπάθια

 - Εκεί που θα πάμε είναι κάτι σαν την Ελβετία. Το θέρετρο της Ρουμανίας στα Καρπάθια.. Σινάια, Μπουστένη, Αζούγκα, Πρεντάλ, Τίμις και Ποϊάνα Μπρασόφ.  Στο Πρεντάλ  θα μας φιλοξενήσει ο Νέλου… Ποτάμια άφθονα, πράσινο να σε πνίγει και οι  βουνοκορφές πάνω από το κεφάλι μας…. θα σ’ αρέσει σίγουρα….
Ο Πασχάλης, κουμπάρος και αδελφικός φίλος,  γεννήθηκε και μεγάλωσε μέχρι τα 18 του στη Ρουμανία. Παιδί του εμφυλίου πολέμου, γεννήθηκε 20 χιλιόμετρα απ΄το Μπρασόφ και γνώριζε από πρώτο χέρι την περιοχή όπου θα κάναμε το Πάσχα, φιλοξενούμενοι του Νέλου, ενός Ρουμάνου επιχειρηματία με τον οποίο ο Πασχάλης γνωρίζονταν απ’ τα εφηβικά του χρόνια και εγώ τον πρωτοείδα στην Τορώνη πριν 3-4 χρόνια.
 Η Ρουμανία ήταν η πρώτη πατρίδα που γνώρισε ο Πασχάλης, εκεί πέρασε τα ωραιότερα του χρόνια, τα παιδικά και  εφηβικά. Τα γεμάτα πλησμονή μάτια του καταπολέμησαν και τους τελευταίους δισταγμούς μου.
Ως γνήσιοι Έλληνες λοιπόν ζαλωθήκαμε ένα κοντέινερ πράματα ο καθένας, φορτώσαμε μέχρις ασφυξίας δυο αυτοκίνητα και νάμαστε, χαράματα της Μεγάλης Πέμπτης στον Προμαχώνα και στα Κούλατα. Για τους δρόμους της Βουλγαρίας δεν θέλω να γράψω τίποτα. Εξάλλου κι εμείς οι προηγμένοι Ευρωπαίοι χρειαστήκαμε τρία κοινοτικά πακέτα κι ακόμα δεν αξιωθήκαμε να φτιάξουμε τους δυο βασικούς οδικούς μας άξονες, την ΠΑΘΕ και την Εγνατία. Η φριχτή εμπειρία όμως ακούει στο όνομα  Μαφία των δρόμων. Με τροχονόμους – τρομοκράτες να ληστεύουν τους ξένους οδηγούς.
Στήνονται σε κάθε στροφή, κυρίως στις εισόδους και εξόδους των χωριών και διαλέγουν αυτοκίνητα ξένα κατά προτίμηση ακριβά, τις καλές μάρκες… Τι ήθελα ο δόλιος και ταξίδεψα με τη Μερσεντές; Μοντέλο του ’96, αλλά στα μάτια του βούλγαρου τροχονόμου, έξω από τη Σόφια, φάνταξε σαν λουκούμι…
Ο Νέλου, όταν στο Πρεντάλ διηγηθήκαμε πως χρειάστηκε να καταβάλλουμε λύτρα 150 ευρώ για να διέλθουμε τη Βουλγαρία, κρατούσε την κοιλιά του απ’ τα γέλια. – «Έπρεπε να διαπραγματευθείτε, και πενήντα ευρώ να του αφήνατε ο Βούλγαρος θα σας άφηνε..» Θυμήθηκε πως ταξίδευε κάποτε με ένα συμπατριώτη του που είχε την ατυχία  να διαθέτει Μερσεντές. – «Μέχρι να επιστρέψουμε από την Ελλάδα, έδωσε όσα χρήματα είχε, ύστερα όλα τα μπουκάλια κρασί, ύστερα όλα τα δώρα που αγόρασε, ήρθε με τη Μερσεντές γυμνή…Εμένα με το Ρενό δεν με πλησίασε κανείς τροχονόμος….».
Ετούτο το αίσχος λοιπόν αποτέλεσε το μελανό σημείο του ταξιδιού μας.  Και μ’ έβαλε σε μαύρες σκέψεις. Αν και στη Ρουμανία κάθε τροχονόμος θέλει πενηντάρικο για να κάνει τα στραβά μάτια δεν τη γλιτώνουμε την χρεοκοπία….
Στο Ρούσε τελειώνει η περιπέτεια στους βουλγάρικούς δρόμους. Θυμάμαι τη Βουλγαρία από το 1979…  Σαφώς καλύτερη ήταν η εικόνα της. Tώρα μου θύμισε Αλβανία.
Ήρθαν στο νου μου οι αριθμοί. Οι οικονομικές σπουδές μου άφησαν τούτο το κουσούρι. Να αναζητώ την ερμηνεία της εικόνας μέσω της αδήριτης λογικής των αριθμών και αντιστρόφως. Και τι λένε οι αριθμοί. Η Ρουμανία με 5.600 ευρώ μέσο κατά κεφαλή εισόδημα – το 2006 – απέχει λιγότερα από χίλια ευρώ από την Τουρκία, και υπερέχει όλων τω άλλων Βαλκάνιων, εξαιρουμένης της Σλοβενίας,  όπου αποποιούνται άλλωστε μετά βδελυγμίας την βαλκανική τους ταυτότητα. Ακολουθούν οι Σέρβοι με 4.200 ευρώ και έπονται οι Βούλγαροι με 3.600 ευρώ. Χίλια ευρώ παρακάτω τελευταίοι οι Αλβανοί και οι γείτονές μας οι Σκοπιανοί
Η πρώτη εικόνα της Ρουμανίας είναι ο Δούναβης. Θεϊκό ποτάμι Μια ρέουσα θάλασσα. Εφτακόσια μέτρα πλάτος έχει στη συνοριακή διάβαση Ρούσε – Γκεοργκίου. Πρωτογνώρισα το ποτάμι στη Γερμανία. Καμιά σχέση. Υπερδιπλάσιος, ίσως και τριπλάσιος ο όγκος νερού όταν φτάνει στη Ρουμανία και κυρίως όταν μαζεύοντας όλα τα νερά των ποταμών της Ρουμανίας, χύνεται στη Μαύρη Θάλασσα. Είναι ο Εχέδωρος της Ρουμανίας, ο δικός της Νείλος.
Στα σύνορα, τώρα  πια και μετά το 2007, η διάβαση είναι απλή και μεταξύ εταίρων. Μια αστυνομική ταυτότητα κι εκείνη ίσα για τα μάτια…Και ω του θαύματος, η εικόνα αλλάζει. Καθώς ταξιδεύουμε για το Βουκουρέστι η ποιότητα των αυτοκινήτων, σε σχέση με την κίνηση στη Βουλγαρία, σαφώς καλύτερη. Θυμίζει περισσότερο Ελλάδα. Συνάντησα καλύτερα αυτοκίνητα στους δρόμους της Ρουμανίας παρά στους αντίστοιχους της Τουρκίας. Και ούτε υποψία τροχονόμου - τρομοκράτη. Είναι παρόντες οι Τροχαίοι, ίσως και περισσότεροι από τους Βούλγαρους. Αλλά δεν δίνουν δικαιώματα. Απλά, κάνουν τη δουλειά τους. Ενίοτε βαριούνται, ενίοτε κάνουν και τα στραβά μάτια. Κάτι θυμίζουν όλα αυτά….
Στο Βουκουρέστι, μεσημέρι πια,  η υποδοχή αποκαρδιώνει. Πέσαμε σε κίνηση, είχε και ψιλόβροχο, κάναμε δυο ώρες να βγούμε από την πόλη καθώς περιφερειακός δρόμος δεν υπάρχει. Δεν έχει καλύτερους δρόμους από τη Βουλγαρία η Ρουμανία. Ίσα ίσα που οι Βούλγαροι κατασκεύασαν ένα κομμάτι αούτομπαν από Σόφια προς Ελλάδα και Ρουμανία. Δεν είναι πολύ, λιγότερο από 100 χιλιόμετρα, αλλά στο μεγαλύτερο μήκος του είναι κλειστή αούτομπαν. Στη Ρουμανία και στο βόρειο άξονά της προς Πλοέστι, Μπρασόφ δεν υπάρχει χιλιόμετρο κλειστού δρόμου. Υπάρχουν δυο κομμάτια μόνο προς το Πιτέστι και τη Βράιλα με κατεύθυνση δηλαδή δυτικά – ανατολικά της πρωτεύουσας.
Το Βουκουρέστι είναι δυο πόλεις σε συσκευασία μιας, που ξεπερνά σε πληθυσμό, αν έχει δίκιο ο Ντράγκο, ο βλαστός του Νέλου, τα τέσσερα εκατομμύρια πληθυσμό. Το ένα Βουκουρέστι λοιπόν είναι η πόλη πρωτεύουσα,  με τα μνημειώδη νεοκλασικά της κτήρια, τόσα που μόνο σε ευρωπαϊκή πρωτεύουσα της Μεσευρώπης και του Βορρά συναντάς Με τους τεράστιους δρόμους να θυμίζουν Παρίσι παρά Βαλκάνια. Αλλά υπάρχει και το Βουκουρέστι των εργατικών πολυκατοικιών, της γνωστής «ρεαλιστικής» αρχιτεκτονικής. ¨Όπου έπρεπε το σοσιαλιστικό καθεστώς να στεγάσει εκατομμύρια κόσμου.  Το αισθητικό αποτέλεσμα είναι κάκιστο. Αλλά, ο αρχιτεκτονικός ρυθμός υπάκουε μόνο στη λατινική προτροπή  «Primum vivere deide philosofare».
Ατελείωτη πεδιάδα ο δρόμος από τα σύνορα μέχρι το Βουκουρέστι και στη συνέχεια προς το Πλοέστι. Το ένα τρίτο, δηλαδή κοντά 80.000 από τα συνολικά 237.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα της Ρουμανίας είναι πεδιάδα. Μαυροχώματα, δυνατά εδάφη, ικανά για δυο καλλιέργειες τον χρόνο.Να θρέψουν όλη την Ευρώπη.  «Βάζουμε σιτάρι και μετά το θερισμό σπέρνουμε καλαμπόκι 45 ημερών» αν συγκράτησα σωστά τον αριθμό των ημερών,  με ενημερώνει ο Νέλου. Σιγά μην δεν ρωτούσα για την απόδοση. «Μεταξύ 340- 450 κιλών το στρέμμα βγάζουν τα σταροχώραφα» η απάντησή του. Λίγα τα βρήκα. Μέχρι που συμπλήρωσε πως ακολουθεί η καλλιέργεια του καλαμποκιού.
Ευλογημένη χώρα η Ρουμανία. Κι αν δεν με πιστεύετε, ανοίξτε τον χάρτη. Τα ποτάμια της εκατοντάδες με κατεύθυνση όλα από Βορρά προς Νότο - Ανατολή., και τελικό αποδέκτη τον Δούναβη. Ποτάμι σύνορο, δέχεται τα νερά και του Προύθου- αυτόν που διέβη ο Αλέξανδρος Υψηλάντης κηρύσσοντας την επανάσταση των Ελλήνων από τις παραδουνάβιες ηγεμονίες. Σήμερα ο Προύθος είναι το σύνορο με την ανεξάρτητη Μολδαβία που αποσχίστηκε από την συγχωρεμένη τη Σοβιετική Ένωση. Προσοχή όμως, Μολδαβία έχει και η Ρουμανία. Το βορειοανατολικό τμήμα της το ονομάζουν Μολδαβία, όπως Τρανσυλβανία λένε το κεντρικό και βόρειο κ.ο.κ.
Ο ελληνισμός σήμερα στη Ρουμανία είναι λιγοστός. Εντονότερος είναι ο απόηχος της πάλαι ποτέ θαλερής παρουσίας του και δράσης του. Όταν άκμαζε στην οικονομική και πολιτιστική ζωή της Ρουμανίας. Πολλοί ξέρουν στην Ελλάδα για την παρουσία των Φαναριωτών ηγεμόνων, των πλούσιων εμπόρων, αλλά ελάχιστοι έμαθαν πως η ελληνική γλώσσα ήταν η επίσημη γλώσσα του Ρουμανικού ανεξάρτητου κράτους μετά το 1878-80 και λιγότεροι θα γνωρίζουν πως ελληνικής καταγωγής είναι μερικοί από τους σημαντικότερους συγγραφείς της Ρουμανίας.
Πικρή ιστορία η άλλη πτυχή της ελληνικής παρουσίας στη Ρουμανία. Οι πολιτικοί πρόσφυγες. Ελάχιστοι απέμειναν πια. Περισσότεροι είναι ίσως οι Έλληνες φοιτητές που παράτησαν τις σπουδές τους και ασχολήθηκαν με επιχειρήσεις και λιγότεροι οι δεύτερης και τρίτης γενιάς γόνοι των πολιτικών προσφύγων. Η ανάμνησή τους όμως είναι ισχυρή στις περιοχές που έζησαν. Όπως ισχυρές και οι αναμνήσεις. Περιδιαβαίναμε με τον Πασχάλη τη γειτονιά που έζησε από δυο χρονών παιδί μέχρι που επέστρεψε. Κοντά στο σιδηροδρομικό σταθμό του Πλοέστι. Μάλλον αδιάφορη πόλη. Έχει πολύ ομορφότερες η Ρουμανία.Το Μπρασόφ, η Τιμισοάρα, το Σίμπιου... Αξίζει το τεράστιο πνευματικό κέντρο της, ένα κτήριο επιβλητικό νεοκλασσικού ρυθμού.
Τριγυρίζουμε λοιπόν σε  εργατικές τριόροφες και τετραόροφες πολυκατοικίες, τετράγωνα κουτιά, αλλά με ένα βασικό πλεονέκτημα. Με πολύ πράσινο, με κήπους και παρτέρια.
Παρατηρούσα τον Πασχάλη να γυροφέρνει στα στενά που έπαιζε μικρός. Και κάθε τόσο να ψιθυρίζει: Τούτη τη γιαγιά την ξέρω… ζούσε με τη κόρη της…Αυτή είχε πάθος με τα γατάκια, όπως κι κόρη της…
- Πως νοιώθεις; τον ρώτησα.
- Τίποτα σπουδαίο. Μόνο περιέργεια να ξαναδώ … μην θαρρείς, δεν νοσταλγώ πολλά, μου απάντησε.
Έχουν καλό όνομα οι Έλληνες στη Ρουμανία. Γενικώς μας συμπαθούν οι Ρουμάνοι... Εξηγούσα στον Νέλου την ελληνική θέση για το βέτο στα Σκόπια.
- Σκέψου Γιάννη – το Νέλου είναι υποκοριστικό του Ίον, αντίστοιχο του Ιωάννη στα Ρουμάνικα - πως η Ουγγαρία ήταν τμήμα μιας άλλης χώρας και αποκτά τώρα ανεξαρτησία. Και θέλει να ονομάζεται Τρανσυλβανία. Και όχι μόνο αυτό, αλλά οι ηγέτες της υποστηρίζουν πως όλη η Τρανσυλαβανία είναι ένας λαός και πρέπει να απελευθερωθεί. Και περιλαμβάνουν μέσα στην Τρανσυλαβανία και ολόκληρο το τμήμα της Τρανσυλβανίας της Ρουμανίας. Που την εμφανίζουν σαν σκλαβωμένη. Τι λες εσύ; Θα δεχόταν η Ρουμανία να αναγνωρίσει ένα τέτοιο κράτος με ένα τέτοιο όνομα;
Κατάλαβε ο Νέλου. Περισσότερα ίσως κι από δεκάδες εμβριθείς αναλύσεις, το παράδειγμα με την κοινή ονομασία της Τρανσυλβανίας υπήρξε καταλυτικό.
Να σας περιγράψω τον Νέλου. Αν ήταν λίγο πιο μπρουτάλ και σίγουρα πιο μαυριδερός θα τον έλεγες γνήσιο Κρητικό. Την οποία Κρήτη, όπως και τα μισά ελληνικά νησιά  επισκέφτηκε.
- Μόνο σε δυο χώρες νοιώθω άνετα. Στη  Ρουμανία και στην Ελλάδα. Πήγα στη Γαλλία, στην Ιταλία, στην Ισπανία, στη Γερμανία, σε όλη την Ευρώπη. Πουθενά δεν νοιώθω καλά, όπως στην Ελλάδα. Σαν να είμαι στην πατρίδα μου…αφηγείται ο Νέλου. Και να φανταστείτε πως τα Ρουμάνικα ως λατινογενής γλώσσα, είναι πολύ κοντά στα Ισπανικά, τα Ιταλικά.. Δεν είναι τυχαίο που οι περισσότεροι Ρουμάνοι - κοντά δυο εκατομμύρια -  μετανάστες μετά την ένταξη στην Ε..Ε. της Ρουμανίας, αλλά και νωρίτερα, σ’ αυτές τις δυο χώρες κατευθύνθηκαν.
Δόξα τω Θεώ, στα 52 μου χρόνια δεν είναι λίγες οι χώρες που επισκέφτηκα. Σε δυο χώρες ένοιωσα πως υστερούμε στην φιλοξενία οι Έλληνες. Στην Κύπρο και στη Ρουμανία. Ο Νέλου κι η γλυκύτατη σύζυγός του η Μαρία ήταν  για εμάς – συν γυναιξί και τέκνοις ταξιδέψαμε –τόσο φιλόξενοι που μόνο με παλιούς  Κρητικούς τους παρόμοιωσα. Μια εβδομάδα στη Ρουμανία, ξέχωρα οι δυο μέρες ταξίδι, η φιλοξενία τους υπήρξε έως ασφυκτική. Και διαλυτική του μύθου πως φιλόξενοι είμαστε μόνο οι Έλληνες.  
Εκεί όμως που το χρώμα της Ελλάδας είναι πανταχού παρών είναι στην επιχειρηματική παρουσία. Κυριαρχούν οι Τράπεζες. Η ΆΛΦΑ, η ΠΕΙΡΑΙΩΣ, συνάντησα πολλά υποκαταστήματα. Η ..εξαγορασμένη  εντός ολίγου - τι έγκλημα διαπράττουμε - COSMOTE υπάρχει παντού. Σε όλες τις πόλεις, είναι από τα πλέον αναγνωρίσιμα εμπορικά σήματα. Έξω από το Μπρασόφ μια τεράστια εγκατάσταση δίνει και κιλκισιακό χρώμα. «Alumyl».
Στο δρόμο από Βουκουρέστι προς Πλοέστι οι αντλητικές μηχανές πετρελαίου είναι ορατές δια γυμνού οφθαλμού. Δίπλα στο δρόμο. Ο οποίος παρότι τεσσάρων λωρίδων περνάει μέσα από χωριά, διακόπτεται από φανάρια μέσα σε κωμοπόλεις και ενίοτε διασταυρώνεται με αγροτικούς δρόμους! Έρμη  Ρουμανία, αν η βουλιμία των εργολάβων σου είναι ίδια με την βουλιμία των καθ’ ημάς νταβατζήδων θα χρειαστείς όχι τέσσερα, αλλά 14 κοινοτικά πακέτα για να φτιάξεις τους δρόμους σου.
Ξεκινάμε την ανάβαση, νωρίς το βράδυ της Μ. Πέμπτης. Σκοτεινιά και τρέχουμε σαν τρελοί. Μπαίνουμε στην κοιλάδα του Πράχοβα, ποταμού που πηγάζει διακόσια μέτρα από το κατάλυμά μας στο Πρεντάλ, όπως θα διαπιστώσουμε αργότερα. Περνάμε από τη Σινάια. Νύχτα ζοφερή. Κάτι μου θυμίζει το όνομα, αλλά τι;. Το μαξιλάρι είναι πάντα ο καλύτερος σύμβουλος, κατά τον συγχωρεμένο τον Χαρίλαο Φλωράκη. Μέχρι που θυμήθηκα «Έγραφα στην ξενιτειά, πικρά αγκομαχώντας… Σινάιια 1964…..»   είναι η κατάληξη ενός μυθιστορήματος του Μενέλαου Λουντέμη.   
Ναι, εδώ έγραψε μερικά από τα μυθιστορήματά του ο Μενέλαος Λουντέμης. Τα «Θυμωμένα στάχυα», σίγουρα. Και στη Μογκοσόια – ανάμεσα Βουκουρέστι και Πλοέστι- το διασημότερο « Κάτω από τα κάστρα της ελπίδας» και τον «Εξάγγελο», τη βιογραφία του Άγγελου Σικελιανού.
- Σίγουρα θυμάσαι καλά. Εδώ στη Σινάια τον γνώρισα κι εγώ τον Λουντέμη, διαβεβαιώνει ο Πασχάλης. Και διηγείται πως ο μεγάλος συγγραφέας ερχόταν στο σπίτι τους και παρακαλούσε τη συγχωρεμένη πια κυρία Λίζα, τη μάνα του Πασχάλη- να μαγειρέψει φακές και φασολάδα. Που τα μαγείρευε με αξεπέραστο τρόπο η κυρία Λίζα.
- Αν αύριο δεν έχει συννεφιά, θα δείτε τις κορυφές των Καρπαθίων, με παρηγορεί ο Νέλου, καθώς προσπαθώ νύχτα να ιχνογραφήσω το τοπίο.
Ξημερώνει ο Θεός τη Μεγάλη Παρασκευή και απέναντι από τη βίλα που μας παραχώρησε ο Νέλου το θέαμα είναι συνταρακτικό. Αναδύονται πίσω από τον κοντινό μας λόφο οι κορφές των Καρπαθίων. Η «μύτη του Καραϊμάν», ή οι «γριές» είναι η κορφή με το σταυρό. Έναν τεράστιο σταυρό που εγκατέστησαν οι Ορθόδοξοι Ρουμάνοι σε μια βουνοκορφή  πάνω από 2000 μέρα υψόμετρο.
Από δίπλα η “ισόπεδη” κορυφή, η χαρακτηριστικότερη των Καρπαθίων. Του «Καραϊμάν» κι αυτή. Κι από δίπλα  τα «Δόντια του Μυλωνά» και στη συνέχεια ο ψηλότερες με την ονομασία « Άνθρωπος».
Το Πάσχα, η αναστάσιμη ακολουθία στο γυναικείο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου δεν με ενθουσιάζει. Ο Πασχάλης θυμόταν πως στην  πρώτη Ανάσταση έψελναν πρώτα στα ελληνικά το «Χριστός Ανέστη». Άλλαξαν τα πράματα. Δεν  καταλάβαμε πότε έγινε η Ανάσταση. Ο περίβολος του μοναστηριού ασφυκτικά γεμάτος. Ορθόδοξοι οι Ρουμάνοι, αλλά κάπως σαν εμάς. Οι εκκλησίες  γεμάτες Χριστούγεννα και Πάσχα. Μ’ άρεσε όμως που οι Ρουμάνοι πάνε στην εκκλησιά ντυμένοι απλά, όπως στην καθημερινή τους ζωή. Χωρίς να μετατρέπουν τις εκκλησιές σε πάλκο επίδειξης. Και δεν συνεχίζω…
Το πράσινο είναι οργιαστικό σε όλη τη διαδρομή καθώς από Μεγάλη Παρασκευή και Μ. Σάββατο ταξιδεύουμε στο Μπραν, το χωριό όπου υπέρκειται ο περιβόητος Πύργος του Δράκουλα. Από τις πρώτες τουριστικές ατραξιόν της Ρουμανίας. Δεν μπορώ να πω πως με εντυπωσίασε. Εξάλλου όσα λέγονται για αίματα και τέρατα είναι σημεία του Χόλυγουντ. Ένας σκληρός ηγεμόνας - τοπάρχης  ήταν που εφάρμοσε στην περιοχή του όσα, πεντακόσια χρόνια αργότερα, στη Νέα Υόρκη ο δήμαρχός της. Υπό το πνεύμα της μηδενικής ανοχής στο έγκλημα. Εξάλλου είναι περιττή διασπορά της προσοχής να επικεντρώνεις σε ένα απλό πύργο, όταν η φύση τριγύρω είναι οργιαστική. Περνάμε από χωριά όπου τα άλογα στις αυλές πληθαίνουν. Βάζω στοίχημα πως εδώ είναι Ούγγροι, λέω την εξυπνάδα μου.
- Ακριβώς, είναι η ουγγρική μειονότητα, επιβεβαιώνει ο Νέλου Εκεί στο Μπρασόφ ήταν κάμποσοι και οι Γερμανοί. Μετά την κατάρρευση του κομουνιστικού καθεστώτος έφυγαν στη Γερμανία. Τώρα επιστρέφουν για να διασφαλίσουν τις περιουσίες τους. Που δεν κινδυνεύουν άλλωστε.
Στην Ποίάνα Μπρασόφ, στο Λιβάδι του Μπρασόφ και επί το ποντιακόν στο παρχάρ του Μπρασόφ η εικόνα συναγωνίζεται τα καλύτερα θέρετρα της Ελβετίας και Αυστρίας. Οι τιμές στα εστιατόρια σ’ αυτά τα θέρετρα είναι σχεδόν ..ελληνικές. Αντίθετα στο σούπερ μάρκετ η διαφορά τιμών είναι από σημαντική έως χαώδης.
Πίστες σκι άφθονες, ξενοδοχεία υπερλουξ, φυσικό περιβάλλον καταπληκτικό και οι Ρουμάνοι να χαμογελούν με ευφρόσυνη διάθεση κάθε που ο Νέλου εξηγεί πως ήρθαμε από την ...Γκρέτσια.
Στη Σιγκισοάρα, στο κέντρο της Ρουμανίας, επισκεπτόμαστε το κάστρο της με το γερμανικό οικισμό. Μια μεγαλοπρεπής γοτθική εκκλησία δίνει το βάθος της ιστορίας. Χτίστηκε σε 200 χρόνια και ξεκίνησε περίπου όταν έπεσε η Βασιλεύουσα. Τουριστική ατραξιόν σήμερα, ακόμα και τώρα είχε κάμποσους τουρίστες από την Ευρώπη, αλλά και λίγους Γιαπωνέζους συναντήσαμε στον Πύργο του Δράκουλα και στη Σινάια.
Με τη Σινάια θέλω να κλείσω τούτο το οιονεί ρεπορτάζ καθώς πώς να χωρέσεις σε δυο σελίδες όσα επί οχτώ μέρες άρμεγαν τα μάτια;
Κι αν ο Ελύτης θαυμάζει κι αναρωτιέται στην Ελλάδα με τη «Μαρία Νεφέλη»  «Θέ μου, τι μπλε ξοδεύεις για να μη σε βλέπουμε», ο Λουντέμης αλλιώς αποτιμά στους «Εφτά κύκλους της μοναξιάς» « Σινάια, πολύ πράσινο ξοδεύτηκε εκεί κάτω».
Πολύ πράσινο. Τόσο που καθώς ανανεώναμε το ραντεβού μας με τον Νέλου και τη Μαρία για την Τορώνη και την Ελλάδα  ένιωσα την ανάγκη να εξομολογηθώ «Πεθύμησα το χρώμα της πέτρας».
Και νάμαστε πάλι εδώ