Η λέξη «γκαντέμης» παραπέμπει, για άγνωστο λόγο, στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Η φράση η «Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» συνδέεται αποκλειστικώς με τον Ανδρέα Παπανδρέου, άσχετα εάν ούτε ο ίδιος πίστευε αυτά που έλεγε. Η φράση «ανασυγκρότηση του κράτους» συνδέθηκε με τον Κώστα Καραμανλή άσχετα εάν ούτε την σχεδίασε ούτε την προσπάθησε. Ο Γιώργος Παπανδρέου συνδέθηκε με το «λεφτά υπάρχουν» άσχετα εάν δεν έκανε τον κόπο να τα μετρήσει στο εθνικό χρηματοκιβώτιο. Η φράση «μαζί τα φάγαμε» συνδέεται με τον Θόδωρο Πάγκαλο και ανακαλεί στην μνήμη την οικονομική κρίση και τα μνημόνια.
Οι μαζικές διαδηλώσεις του Ιανουαρίου 2025 δείχνουν ότι το όνομα του Κυριάκου Μητσοτάκη συνδέθηκε και θα μείνει συνδεδεμένο, με τις λέξεις «μπάζωμα, μονταζιέρα και συγκάλυψη». Μια σειρά από γεγονότα, λάθη, αστοχίες, φήμες, συνωμοσιολογίες και αναπάντητες ερωτήσεις δημιούργησαν σε ένα μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης την απόλυτη βεβαιότητα ότι το σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών με τους 57 νεκρούς προκλήθηκε από τον Πρωθυπουργό ή από φίλους του, τους οποίους επί δυο χρόνια προσπαθεί να προστατεύσει.
Το δυστύχημα προκλήθηκε ξεκάθαρα από ανθρώπινο λάθος. Ο σταθμάρχης αντί να βάλει το επιβατικό τραίνο στην γραμμή ανόδου με κατεύθυνση προς την Θεσσαλονίκη, το έβαλε στην γραμμή καθόδου στην οποία κατέβαινε κανονικά η εμπορική αμαξοστοιχία με κατεύθυνση την Λάρισα. Η σύγκρουση που δεν απεφεύχθη, διότι δεν υπήρχαν δικλίδες ασφαλείας, σκότωσε κόσμο, νέους ανθρώπους κυρίως. Η δε πυρκαγιά που ακολούθησε αύξησε τον αριθμό των θυμάτων.
Σύμφωνα με την κοινή γνώμη, η ανεξήγητη έκρηξη που ακολούθησε την σύγκρουση δεν μπορεί παρά να οφείλεται σε κάποιο εύφλεκτο φορτίο. Το κράτος μπάζωσε – αλλοίωσε εσκεμμένα τον τόπο του δυστυχήματος για να εξαφανίσει κάθε ίχνος αυτού του φορτίου. Αφού γίνεται προσπάθεια για να εξαφανισθούν τα ίχνη του φορτίου, τότε σίγουρα κάτι ενοχοποιητικό θέλουν να κρύψουν. Άρα το υποτιθέμενο φορτίο θα πρέπει να ήταν οπωσδήποτε παράνομο. Τι σημαίνει παράνομο φορτίο; Παράνομο φορτίο σημαίνει προϊόν λαθρεμπορίας. Όταν όλη η Ελλάδα έμαθε για τα ίχνη κάποιας ουσία που λέγεται ξυλόλιο, το οποίο χρησιμοποιείται για νόθευση καυσίμων, τότε το σενάριο έγινε ακόμη πιο ελκυστικό. Ποιος έχει την δύναμη να κινητοποιήσει ολόκληρο μηχανισμό για να προστατέψει ένα κύκλωμα λαθρεμπορίου; Το κράτος. Και ποιος ελέγχει το κράτος; Ο πρωθυπουργός. Με απλούς λογικούς (;) συλλογισμούς οδηγείται κανείς στο αβίαστο συμπέρασμα ότι στην συγκάλυψη της λαθρεμπορίας συμμετέχει ενεργά ο πρωθυπουργός. ‘Οπερ έδει δείξαι! Το «λαϊκό δικαστήριο» έχει ήδη ολοκληρώσει την δική του ανάκριση και έχει γνωστοποιήσει στις πλατείες το δικό του κατηγορητήριο. Σωστό ή λάθος δεν έχει πλέον καμία σημασία.
Από την πρώτη στιγμή δημιουργήθηκαν απορίες για την μη εφαρμογή των κανονισμών λειτουργίας του ΟΣΕ και ερωτηματικά για τον διορισμό, την εκπαίδευση και την επάρκεια του σταθμάρχη και της ομάδος που τον περιστοίχιζε. Εάν σε αυτά τα ερωτηματικά, που έχουν πολιτικά - κομματικά υπονοούμενα, προστεθεί και η καθυστέρηση στην εγκατάσταση συστημάτων αποτροπής του ανθρώπινου σφάλματος (τηλεδιοίκηση), δεν είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς τις υποψίες για συναλλαγή με επιχειρηματικά συμφέροντα και την υποψία για κυβερνητική αδιαφορία- διαφθορά.
Τα αναπάντητα ερωτηματικά και τα σενάρια που επιμένουν και ανακυκλώνονται επί μια διετία, μετέτρεψαν τις υποψίες σε ακλόνητες βεβαιότητες, που αναπόφευκτα επέτρεψαν τον χαρακτηρισμό του δυστυχήματος των Τεμπών ως έγκλημα και οδήγησαν χιλιάδες θυμωμένους ή/και απογοητευμένους καλοπροαίρετους διαδηλωτές στους δρόμους.
Το ‘’σουρεαλ’’ σκηνικό που εξελίσσεται στην χώρα δηλώνει με ένταση μια προφανή απουσία εμπιστοσύνης εκ μέρους των πολίτων στο πρόσωπο του πρωθυπουργού. Αυτήν την έλλειψη την προκάλεσε ο ίδιος ο Κυρ. Μητσοτάκης.
Έπρεπε από την πρώτη στιγμή να αρνηθεί την κάθοδο του Αχιλλέα Καραμανλή στις βουλευτικές εκλογές. Το ότι αποδέχθηκε ο πρωθυπουργός την εκ νέου υποψηφιότητα του παραιτηθέντος υπουργού μεταφορών, ερμηνεύτηκε από την κοινή γνώμη ως προσπάθεια για να προστατευτεί ένας Καραμανλής, από ενδεχομένη δικαστική δίωξη. Ερμηνεύτηκε επίσης ως ένδειξη αδυναμίας του Κυρ. Μητσοτάκη απέναντι στις ενδεχόμενες πιέσεις της οικογένειας Καραμανλή και ως φόβος για την επιρροή που διαθέτει αυτή η οικογένεια μέσα στο κόμμα. Υποθέτουμε ότι έτσι έγιναν τα πράγματα διότι δεν μπορούμε να φανταστούμε ότι μπορεί να συνέβη το αντίθετο. Δηλαδή φαίνεται απίθανο το να εκλιπαρεί ο πρωθυπουργός τον Αχ. Καραμανλή να είναι υποψήφιος στις εκλογές και εκείνος να αντιστέκεται!
Την κρίση εμπιστοσύνης επιδείνωσε η περίεργη και ανεξήγητη συμπεριφορά των κυβερνητικών βουλευτών στην εξεταστική επιτροπή της βουλής, οι οποίοι αρνήθηκαν την κατάθεση σημαντικών, για την αντιπολίτευση, μαρτύρων. Η άρνησή τους δικαίως ερμηνεύτηκε ως οργανωμένη κομματική προσπάθεια αποκρύψεως της αλήθειας, επομένως ως έμμεση αναγνώριση κυβερνητικής ενοχής.
Το πολιτικό ζήτημα δεν αφορά την στάση που θα ακολουθήσει η κυβέρνηση, για να αμβλύνει τις εις βάρος της εντυπώσεις και να προστατεύσει ηθικά και πολιτικά τον εαυτό της. Αυτό είναι εσωτερικό πρόβλημα της κυβερνήσεως και του κόμματος. Δεν αφορά την κοινωνία.
Το μείζον πολιτικό πρόβλημα είναι θεσμικό. Η μειωμένη εμπιστοσύνη προς τον πρωθυπουργό διαβρώνει και την εμπιστοσύνη των πολιτών προς την δικαστική εξουσία, επειδή θεωρούν ότι ο πρωθυπουργός ελέγχει τους δικαστές. Οι θυμωμένοι και προβληματισμένοι διαδηλωτές της Κυριακής, αν και δεν έχουν γνώση της δικογραφίας, έχουν ήδη έτοιμη την ετυμηγορία τους και ανυπομονούν να επικυρωθεί αυτή από το δικαστήριο. Εάν οι δικαστές υιοθετήσουν τις αποφάσεις του «λαϊκού δικαστηρίου» καταδικάζοντας αυτούς που οι πλατείες θεωρούν ως ενόχους, τότε όλοι θα χειροκροτήσουν την ανεξάρτητη δικαιοσύνη.
Όμως, τι θα συμβεί εάν τελικά η απόφαση του δικαστηρίου δεν συμπλεύσει με την ήδη ειλημμένη απόφαση του «λαϊκού δικαστηρίου»; Το πλήγμα στο κύρος της δικαιοσύνης (που είναι ήδη μειωμένο από τις καθυστερήσεις απονομής δικαιοσύνης) θα είναι τεράστιο. Θα αμφισβητηθεί η αξιοπιστία του δικαστικού πορίσματος, η αντικειμενική κρίση των δικαστών, η ύπαρξη κράτους δικαίου και η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης από τον εναγκαλισμό της εξουσίας. Και θα αρχίσουν οι διαδηλώσεις διαμαρτυρίας.
Η υποψία για χειραγώγηση της δικαιοσύνης δηλώνει την αμφισβήτηση της υπάρξεως δημοκρατίας. Ίσως αυτή να είναι και η σοβαρότερη μακροπρόθεσμη συνέπεια από τους χειρισμούς του Κυρ. Μητσοτάκη στην υπόθεση των Τεμπών. Άφησε να γεννηθούν υποψίες και σενάρια που αμφισβητούν τους πάντες και τα πάντα και διευκολύνουν ανθρώπους και κόμματα που απεργάζονται την ίδια την δημοκρατία.