ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ / ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΑΝΙΚΑΣ.
Ο Βασίλης Φλωρίδης η επιτομή του αδέκαστου, αμερόληπτου, αμόλυντου. Επί 35 χρόνια εισαγγελέας και ουδείς μπορεί να πει κάτι εναντίον αυτού του αφοσιωμένου αυστηρού και ταυτόχρονα συναισθηματικού, του βουρκωμένου, όπως ο ίδιος λέει, δικαστικού λειτουργού. Ουδείς κουβέντα εναντίον του. Σε αυτόν τον χώρο που το πλήθος των νεοελλήνων τον αντιμετωπίζει με χλευασμό και καχυποψία.
Ο Βασίλης Φλωρίδης που κάθε τόσο ξεστράτιζε από την κουβέντα μας λέγοντάς μου: «Σας παρακαλώ, δεν θέλω προβολή, δεν είμαι σταρ, ο χώρος μου είναι συντηρητικός». Ο Βασίλης Φλωρίδης, τόσο άμεμπτος και αδέκαστος, που κανείς πολιτικός δεν σκέφτηκε καν να τον πάρει τηλέφωνο και να του ζητήσει μια χαρούλα. Γιατί ήξερε πως η απάντηση θα ήταν ένα «άντε γεια».
Αν το προσωπικό της Ελληνικής Δικαιοσύνης αποτελούνταν, πλειοψηφικά, από τέτοιες περιπτώσεις, ε τότε θα ήμασταν το καμάρι της Ευρώπης. Οπως λέει και ο τίτλος του θρυλικού western του μαυροπινακισμένου Ντάλτον Τράμπο με πρωταγωνιστή τον Κερκ Ντάγκλας «Lonely are the Brave». Μόνοι είναι οι γενναίοι.
Για να πω τη μαύρη αλήθεια, για μήνες τώρα προσπαθούσα να κάμψω την «ακαμψία» του. Και κάθε φορά εισέπραττα ένα μεγαλοπρεπέστατο «όχι». Ομως ο επιμένων νικά. Και τελικά το μικρό μου όνειρο να μιλήσω μαζί του έγινε πραγματικότητα. Τον ευχαριστώ από καρδιάς.
Σημείωση: Ο τίτλος που θα έβαζα είναι «Ολα όσα πρέπει να γνωρίζετε για τους λειτουργούς της Ελληνικής Δικαιοσύνης». Η τραγωδία στα Τέμπη η αφορμή. Αραγε τα πορίσματα θα είναι αντικειμενικά; Αραγε το μαχαίρι της τυφλής Θέμιδος θα φτάσει μέχρι το κόκαλο;
Σκηνή 1η: Δασοπυροσβέστης που είχε βάλει φωτιά αθωώθηκε
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΑΝΙΚΑΣ: Ποια είναι η δουλειά του εισαγγελέα Αρείου Πάγου;
ΒΑΣΙΛΗΣ ΦΛΩΡΙΔΗΣ: Ο Αρειος Πάγος είναι το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο της χώρας, δηλαδή μπορεί να ακυρώσει αποφάσεις άλλων δικαστηρίων, όταν αυτές έχουν νομικά σφάλματα. Η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου είναι αυτή η οποία εισηγείται επί των αναιρέσεων, επί ποινικών κατά βάση υποθέσεων.
Δ.Δ.: Δηλαδή παρεμβαίνει μόνος του ο εισαγγελέας.
Β.Φ.: Αυτό είναι ένα κομμάτι. Εμείς έχουμε δύο δουλειές. Η πρώτη είναι να εισηγούμαστε επί των αναιρέσεων που έχουν ασκηθεί στον Αρειο Πάγο. Εμείς εισηγούμαστε επί ποινικών υποθέσεων, για τα νομικά σφάλματα που πιστεύουμε ότι έγιναν. Και ο Αρειος Πάγος αποφασίζει. Αυτό είναι το αμιγώς δικαστικό κομμάτι.
Δ.Δ.: Εχετε πολλές τέτοιες υποθέσεις;
Β.Φ.: Πάρα πολλές, και αυξάνονται δυστυχώς πάρα πολύ.
Δ.Δ.: Οι φάκελοι αυτοί τι αφορούν;
Β.Φ.: Αφορούν μόνο εγκλήματα, απ’ όλη την Ελλάδα. Ερχονται σε εμάς οι αιτήσεις αναιρέσεως, που συνήθως ζητούν οι κατηγορούμενοι γιατί πιστεύουν ότι καταδικάστηκαν από κάποιο νομικό σφάλμα το οποίο παρεισέφρησε στην απόφαση του δικαστηρίου.
Δ.Δ.: Και βρίσκετε τέτοια σφάλματα; Υπάρχουν πολλές τέτοιες περιπτώσεις όπου ένας που είχε κριθεί ένοχος αθωώθηκε;
Β.Φ.: Ή που κρίθηκε αθώος ενώ ήταν ένοχος. Αποφάσεις τέτοιες υπάρχουν αρκετές.
Δ.Δ.: Εσείς, συγκεκριμένα, έχετε λάβει τέτοιες αποφάσεις;
Β.Φ.: Ναι. Τελευταία ήταν αυτή η υπόθεση που άσκησα αναίρεση εγώ για τον δασοπυροσβέστη που είχε βάλει έξι φωτιές στην Κεφαλονιά. Ηταν προφυλακισμένος, ομολόγησε και το δικαστήριο τον αθώωσε. Και έκανα αναίρεση σε βάρος του, θα δικαστεί αυτές τις μέρες. Ζήτησα και την πειθαρχική ευθύνη των δικαστών.
Δ.Δ.: Πολύ σωστά κάνατε, μπράβο σας.
Β.Φ.: Γιατί δεν υπήρχε πραγματικό σκεπτικό που να δικαιολογεί την αθώωση.
Σκηνή 2η: Η Αυστρία με 6.500 δικηγόρους, εμείς με 47.500!
Δ.Δ.: Χρηματίζονται οι δικαστές;
Β.Φ.: Κοιτάξτε, αυτό είναι μια βαριά κατηγορία. Δεν μπορείς να τη λες, θέλει πλήρη στοιχεία.
Δ.Δ.: Ρωτάω επειδή βγήκαν και τα ποσοστά τώρα, με την ιστορία των Τεμπών, 8 στους 10 δεν εμπιστεύονται το πολιτικό σύστημα ούτε τη Δικαιοσύνη. Αρα ο κόσμος πιστεύει ότι οι δικαστές είτε ενεργούν υπέρ της εκάστοτε κυβέρνησης, είτε χρηματίζονται.
Β.Φ.: Υπάρχει ένας μαξιμαλισμός εδώ, ο οποίος δημιουργείται κυρίως από τα ΜΜΕ. Αυτό δεν είναι καλό για το πολιτικό σύστημα - από την προσπάθεια κάθε φορά μιας πρώην κυβέρνησης που γίνεται αντιπολίτευση να δημιουργήσει κλίμα από ένα ατύχημα. Κάτι που δεν συμβαίνει στο εξωτερικό. Ημουν στη Γερμανία και στην Αυστρία όταν έγιναν δύο μεγάλα ατυχήματα. Αν θυμάστε, το τρενάκι που έπεσε στο Σάλτσμπουργκ και σκοτώθηκαν κάποιοι άνθρωποι πριν από καμία εικοσαετία, και προ δεκαετίας περίπου όταν έπεσε το υπέργειο τραμ στο Βούπερταλ. Ξεκόλλησε και έπεσε ενώ ήταν πάνω από τον ποταμό Βούπερ. Το θέμα έπαιξε δυο-τρεις μέρες και εξαφανίστηκε. Εκεί το πολιτικό σύστημα δεν θέλει αυτά τα πράγματα να διογκώνονται για να μη δυσφημείται η χώρα και ιδίως ο τουρισμός. Είναι κρίμα -και δεν μιλάω μόνο για την υπόθεση των Τεμπών- κάθε φορά που υπάρχει ένα ατύχημα, να προσπαθεί η όποια αντιπολίτευση να το εκμεταλλευτεί. Αυτό δεν νομίζω ότι είναι ένα υγιές πολιτικό φαινόμενο, πρέπει να ασκείται αντιπολίτευση επί αμιγώς πολιτικών θεμάτων.
Δ.Δ.: Μα δεν είναι όμως πολιτικό το θέμα των Τεμπών;
Β.Φ.: Είναι ένα τραγικό ατύχημα, όπως έγινε και στο Μάτι, όπως έγινε και στη Μάνδρα, όπως έγινε το 2003, αν θυμάστε, πάλι στα Τέμπη με τα παιδιά που σκοτώθηκαν. Θεωρώ ότι ως κράτος βελτιωνόμαστε. Ομως είδατε ότι προσφάτως και στην Αμερική -που είναι τόσο προοδευμένη χώρα- έγινε ένα ατύχημα το οποίο είναι ασυγχώρητο, έπεσε ελικόπτερο πάνω σε αεροπλάνο και σκοτώθηκαν κάπου 70 άτομα.
Δ.Δ.: Δεν μου απαντήσατε, όμως, για τη δυσπιστία του κόσμου απέναντι στη Δικαιοσύνη.
Β.Φ.: Εγώ το έχω γράψει πάρα πολλές φορές και έχω δημοσιεύσει άρθρα. Η Δικαιοσύνη στην Ελλάδα έχει ένα σοβαρό πρόβλημα. Το πρόβλημα αυτό εστιάζεται σε δύο τομείς. Πρώτον, έχουμε υπερβολικά πολύ μεγάλο αριθμό δικηγόρων· για να σας δώσω μια τάξη μεγέθους, η Αυστρία έχει 6.500 δικηγόρους και η Ελλάδα 47.500 δικηγόρους, ενώ είμαστε περίπου ίδιος πληθυσμός. Αντιστοιχούν 17 δικαστές ανά 100.000 σε όλη την Ευρώπη, 37 δικαστές ανά 100.000 στην Ελλάδα. Ημασταν εννέα αντεισαγγελείς του Αρείου Πάγου και τώρα είκοσι επτά. Η δουλειά που έρχεται στα δικαστήρια είναι πάρα πολλή και πλέον οι δικαστές έχουν πρόβλημα, υπάρχει μια καθυστέρηση αποφάσεων. Δεν συμβιβάζονται οι υποθέσεις, όπως ισχύει σε όλο τον κόσμο. Ο συμβιβασμός υποθέσεων, που είναι κανόνας στην Αγγλία, σε εμάς είναι η εξαίρεση, δυστυχώς.
Δ.Δ.: Μα γιατί;
Β.Φ.: Υπάρχει ο συμβιβασμός, αλλά δεν εφαρμόζεται. Εγώ πιστεύω ότι για να πάμε καλά στην Ελλάδα ως Δικαιοσύνη, θα πρέπει να εξυγιανθεί ο κλάδος των δικηγόρων - και το λέω με πολλή αγάπη για τον κλάδο αυτό. Οι δικηγόροι είναι και ελεύθεροι επαγγελματίες, εκτός από συλλειτουργοί της Δικαιοσύνης. Ο δικηγόρος πρέπει να ζει καλά, δεν πρέπει να πεινάει. Και στην Ελλάδα, δυστυχώς, τις τελευταίες δύο δεκαετίες η οικονομική κατάσταση είναι άθλια. Αρα λοιπόν πρέπει να φτιάξουμε τους δικηγορικούς συλλόγους.
Σκηνή 3η: Οπως πάμε, σε λίγο θα έχουμε 60.000 με 70.000 δικηγόρους
Δ.Δ.: Πώς θα μπορούσε να γίνει περιορισμός του αριθμού των δικηγόρων;
Β.Φ.: Οπως ισχύει στην Αγγλία, για παράδειγμα. Πουθενά στον κόσμο η λήψη πτυχίου Νομικής δεν συνεπάγεται αυτονοήτως και ένταξη σε δικηγορικό σύλλογο. Οι εξετάσεις στους συλλόγους είναι αυστηρές, σκληρές εξετάσεις. Στην Αγγλία για να γίνει κανείς barrister, δικηγόρος που παρίσταται σε δικαστήριο, απ’ ό,τι θυμάμαι, εισέρχεται περίπου ένα 8%-10% των διαγωνιζόμενων. Δεν σημαίνει ότι όποιος πάρει πτυχίο Νομικής πρέπει οπωσδήποτε να γίνει και δικηγόρος. Αυτό δεν ισχύει πουθενά. Γι’ αυτό ο αριθμός των δικηγόρων παντού είναι μικρός. Και όταν ο αριθμός είναι μικρός, οι δικηγόροι ευημερούν. Οταν ευημερούν οι δικηγόροι, ευημερεί και η Δικαιοσύνη. Για να σας δώσω να καταλάβετε, η επιτυχία στις εξετάσεις των δικηγόρων είναι 99,5%. Απίστευτο.
Δ.Δ.: Γιατί συμβαίνει αυτό μόνο στην Ελλάδα;
Β.Φ.: Γιατί δεν αποφασίζουν οι δικηγορικοί σύλλογοι να βάλουν μια τάξη - το ίδιο και το υπουργείο Δικαιοσύνης. Κοιτάξτε, τα προβλήματα στην Ελλάδα διογκώνονται γιατί ο ένας τα αφήνει στον άλλον και ο άλλος στον επόμενο. Δεν θέλει κανείς να βάλει το μαχαίρι βαθιά στο κόκαλο, αυτή είναι η αλήθεια. Πρέπει να πάρουν αποφάσεις σοβαρές. Πέστε μου, πού θα πάει αυτό; Κάθε χρόνο εισέρχονται 2.500-3.000 δικηγόροι στους συλλόγους. Δηλαδή, θα φτάσουμε σε λίγο να έχουμε 60.000-70.000 δικηγόρους; Δεν σταματάει αυτό. Πρέπει να βάλουν το κεφάλι κάτω, να βρουν μια λύση. Και η λύση είναι να αποφασιστεί από κοινού να γίνουν εξετάσεις σκληρές, τύπου ΑΣΕΠ, ώστε να εισέρχεται ένα ποσοστό -κατ’ εκτίμηση δική μου- 20% με 30%. Πάντως σίγουρα όχι 99,5%.
Δ.Δ.: Μήπως αυτό συμβαίνει επειδή στη Βουλή οι περισσότεροι βουλευτές είναι δικηγόροι;
Β.Φ.: Δεν έχω άποψη γι’ αυτό. Ισως. Η αλήθεια πάντως είναι ότι τα προβλήματα της Δικαιοσύνης δεν λύνονται με μπαλώματα - γιατί μέχρι στιγμής μόνον μπαλώματα γίνονται. Πρέπει να ληφθούν σοβαρές αποφάσεις, ώστε καταρχήν να μειωθεί δραστικά ο αριθμός των εισερχομένων δικηγόρων στους δικηγορικούς συλλόγους. Και επίσης είχα προτείνει -για να μη βγάλω και την ουρά μας απέξω- ότι και η Σχολή Δικαστών πρέπει να υποστεί ορισμένες αλλαγές, ώστε να μην εισέρχεται μόνο αυτός που γράφει καλά. Να δουλεύει σε εμάς τουλάχιστον επί δύο χρόνια και να εξετάζεται, να βλέπουμε καταρχήν εάν είναι επαρκής προσωπικότητα, ισορροπημένη, αν έχει ένα σταθερό ψυχοπαθολογικό υπόβαθρο, αν έχει προβλήματα. Γιατί δυστυχώς -δεν το κρύβουμε αυτό- όταν συνέχεια αναγκαζόμαστε να διώχνουμε δικαστές από τον κλάδο, πάει να πει ότι αυτοί οι άνθρωποι κακώς μπήκαν στον κλάδο.
Σκηνή 4η: Ο χειρότερος συμβιβασμός, η καλύτερη δίκη
Δ.Δ.: Εχετε διώξει πολλούς ανίκανους δικαστικούς;
Β.Φ.: Αρκετούς. Και βλέπω ότι τουλάχιστον η σημερινή πρόεδρος του Αρείου Πάγου έχει δώσει δείγματα ότι θέλει να καθαρίσει τον κλάδο από τα άτομα τα οποία για κάποιο λόγο είναι ανεπαρκή.
Δ.Δ.: Τι άτομα είναι αυτά; Διαταραγμένα, με ψυχολογικά προβλήματα;
Β.Φ.: Πολλοί οι παράγοντες. Η δικαστική είναι μια πολύ βαριά δουλειά. Οι δικαστές αγκομαχάνε. Διότι η υπερφόρτωση των πινακίων από υποθέσεις είναι πια δυσβάσταχτη. Γι’ αυτό συνέχεια προσλαμβάνουμε δικαστές και εισαγγελείς και γραμματείς. Σε μια χώρα που χρειαζόμαστε π.χ. νοσοκόμους, πάλι φέτος θα προσλάβουμε άλλους 300 γραμματείς. Και αυτό επειδή έρχονται πολλές υποθέσεις και δεν συμβιβάζονται οι περισσότερες, όπως ισχύει σε όλο τον κόσμο.
Δ.Δ.: Είναι στη νοοτροπία του Ελληνα αυτό;
Β.Φ.: Οπωσδήποτε είμαστε ένας λαός κάπως υπανάπτυκτος, σε έναν μεγάλο βαθμό. Στην Ευρώπη δεν είναι έτσι, υπάρχουν αυστηροί κανόνες. Οταν πεις «θα πάω στο δικαστήριο και δεν θα συμβιβαστώ», είσαι αποφασισμένος, εάν χάσεις, να πληρώσεις πολλά λεφτά. Kάτι που δεν συμβαίνει εδώ. Τα έξοδα των δικαστηρίων μέχρι πρόσφατα ήταν 250 ευρώ στον Αρειο Πάγο! Ο χειρότερος συμβιβασμός είναι η καλύτερη δίκη. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να συμβιβαστείς για να αποφύγεις ένα σωρό έξοδα και ταλαιπωρία στα δικαστήρια.
Δ.Δ.: Στα οικογενειακά τώρα, πόσα παιδιά είστε στην οικογένεια; Από τον Πόντο είστε;
Β.Φ.: Οχι, Θρακιώτες είμαστε. Μπερδεύει το «-ίδης». Από την Ανατολική Ρωμυλία, οι παππούδες ήρθαν εκεί πρόσφυγες το 1923-1924. Ο Νομός Κιλκίς κατά βάση κατοικήθηκε από ποντιακές και θρακιώτικες φυλές.
Δ.Δ.: Και στην οικογένεια πόσα παιδιά είστε;
Β.Φ.: Τέσσερα παιδιά: τρία αγόρια κι ένα κορίτσι.
Δ.Δ.: Και είναι όλοι νομικοί;
Β.Φ.: Ο αδελφός μου ο υπουργός είναι καλός δικηγόρος. Ο άλλος αδερφός μου, ο οποίος πέθανε, ήταν φιλόλογος και η αδερφή μου τραπεζική υπάλληλος.
Δ.Δ.: Ξεκινήσατε για να πάτε στον δικαστικό κλάδο ή κάνατε δικηγορία;
Β.Φ.: Η αλήθεια είναι ότι είχα καημό από παλιά να γίνω εισαγγελέας. Θυμάμαι ότι από μικρός, σε εκθέσεις με θέμα «τι θέλετε να γίνετε όταν μεγαλώσετε;», έγραφα ότι ήθελα να γίνω ανακριτής. Μου άρεσε πάρα πολύ αυτή η δουλειά. Οταν διορίστηκα ήμουν ο νεότερος εισαγγελέας στην Ελλάδα. Μόλις 28, τότε ήταν το όριο. Και διορίστηκα απευθείας, δεν το συζήτησα καθόλου με τον εαυτό μου. Είχαμε ένα καλό γραφείο δικηγορικό στο Κιλκίς με τον αδελφό μου, και βγάζαμε και λεφτά, αλλά ήμουν ταγμένος σε αυτό, να γίνω εισαγγελέας.
Σκηνή 5η: «Συνήθως ο τελευταίος που βλέπει το θύμα είναι ο δράστης»
Δ.Δ.: Η ανάκριση τι διαδικασία είναι ακριβώς;
Β.Φ.: Η ανάκριση ασχολείται με την ανακάλυψη των στοιχείων της αλήθειας μιας υποθέσεως. Αυτό μπορεί να γίνει με εξετάσεις μαρτύρων ή με λήψη στοιχείων -έγγραφα, DNA, κινητά τηλέφωνα και άλλα- με σκοπό την αποκάλυψη του εγκλήματος.
Δ.Δ.: Ποια ήταν η πιο δύσκολη υπόθεση που έχετε αναλάβει μέχρι τώρα;
Β.Φ.: Η υπόθεση του Γραικού. Εκείνος ο κτηνοτρόφος, αν θυμάστε, τον οποίο είχε σκοτώσει ένας έμπορος κρεάτων και τον είχε θάψει μαζί με το αυτοκίνητό του σε ένα χωριό της Θεσσαλονίκης. Η υπόθεση είχε τεθεί στο αρχείο γιατί οι εισαγγελείς Α’ βαθμού πίστευαν ότι είχε φύγει στα Σκόπια, έτσι γράψανε. Εγώ όμως δεν το πίστεψα ποτέ αυτό το πράγμα, πίστευα ότι τον σκότωσε ο συγκεκριμένος.
Δ.Δ.: Γιατί, πώς ξεκίνησε αυτή η υποψία;
Β.Φ.: Από το διάβασμα, τη μελέτη της δικογραφίας και από την εμπειρία μου ως εισαγγελέας.
Δ.Δ.: Μετά από πόσο καιρό κάνατε παρέμβαση εσείς;
Β.Φ.: Αυτή η υπόθεση ήταν στο αρχείο επί δύο χρόνια. Σε μένα ήρθε μετά από αίτημα των συγγενών του θανόντα. Μελέτησα τη δικογραφία, έψαξα ξανά, κάλεσα μάρτυρες, μίλησα με την αστυνομία επί τρεις μήνες περίπου και κατέληξα ότι αυτός ήταν θαμμένος με το αυτοκίνητό του. Θυμάμαι ότι είχα φωνάξει την κόρη του θανόντα και τη ρώτησα αν της τηλεφώνησε ο πατέρας της. Και μου είπε όχι. Ξέρω ότι δεν υπάρχει πατέρας που δεν θα πάρει τηλέφωνο την κόρη του, αποκλείεται. Τότε πείστηκα -και με τα στοιχεία- ότι ήταν θαμμένος μαζί με το αυτοκίνητό του. Γιατί αν είχε βρεθεί το αυτοκίνητο, θα λέγαμε ότι κάπου εκεί είναι και το θύμα. Βοήθησε πάρα πολύ και η αστυνομία.
Δ.Δ.: Εξυπνη η σκέψη ότι θα έπρεπε να είχε μιλήσει με την κόρη του ο πατέρας.
Β.Φ.: Η δουλειά μας είναι ο άνθρωπος. Δεν υπάρχει πατέρας ο οποίος θα λείπει κάπου και δεν θα τηλεφωνήσει στην κόρη του - όχι στον γιο του, στην κόρη του. Η κοπέλα μού ορκίστηκε ότι δεν της τηλεφώνησε τρία χρόνια και τότε το κατάλαβα.
Δ.Δ.: Και πώς βρήκατε τον δολοφόνο;
Β.Φ.: Στην ανάκριση υπάρχει ένας κανόνας -με εξαιρέσεις βέβαια- ότι συνήθως ο τελευταίος που βλέπει το θύμα είναι ο δράστης. Τελευταίος ήταν λοιπόν αυτός ο έμπορος κρεάτων, με τον οποίο είχε συναλλαγή και που είχα εντοπίσει κάποια κενά στις καταθέσεις του. Με βοήθησε πάρα πολύ τότε η αστυνομία, η οποία έκανε πάρα πολύ καλή δουλειά. Το Τμήμα Ανθρωποκτονιών είχε βρει ένα μηχάνημα από το πανεπιστήμιο, το οποίο σκανάρει τα μέταλλα στο έδαφος. Πήγαν και το άπλωσαν στην περιοχή όπου αυτός ο έμπορος είχε τις επιχειρήσεις του και πράγματι, «χτύπησε» το μέταλλο του αυτοκινήτου που ήταν θαμμένο. Το ξέθαψαν και ήταν δίπλα και ο νεκρός. Αυτή ήταν η λεγόμενη υπόθεση Γραικού.
Σκηνή 6η: Ο καλός και ο κακός λύκος που έχουμε μέσα μας
Δ.Δ.: Πώς μπορεί να γίνει κάποιος δολοφόνος;
Β.Φ.: Θεωρώ ότι υπάρχει κάτι μες στην ψυχή του δολοφόνου, το οποίο υπό δεδομένες συνθήκες μπορεί να μη βγει, αλλά μπορεί να βγει κιόλας.
Δ.Δ.: Δεν ισχύει αυτό που λένε ότι όλοι είμαστε εν δυνάμει δολοφόνοι;
Β.Φ.: Νομίζω όχι. Ναι, αλλά δεν μπορείς να ξέρεις ποιος μπορεί να γίνει δολοφόνος εξαρχής. Ισως και η συγκυρία πολλές φορές μετράει. Θυμάμαι μια άλλη υπόθεση. Ενας κρατούμενος στις φυλακές που επιθεωρούσα τότε, ο οποίος είχε επιτεθεί στη γυναίκα του για να τη σκοτώσει. Δεν έβλεπε καλά και του καρφώθηκε στο μυαλό ότι η γυναίκα του τον απατά. Πήγε λοιπόν μια μέρα να τη σφάξει, την τελευταία στιγμή την προλάβανε και τη σώσανε. Και τον καταδίκασαν σε 15 χρόνια για απόπειρα ανθρωποκτονίας. Ηταν πάρα πολύ καλός κρατούμενος, μάγειρας στη φυλακή, έκατσε 13 χρόνια με άριστη διαγωγή -τότε οι ποινές εκτίονταν, δεν ήταν όπως τώρα- και μας ζήτησε να του χαρίσουμε δύο χρόνια. Ηρθε λοιπόν στο συμβούλιο και τον ρώτησαν όλοι: «Θυμάσαι ακόμη όλα αυτά τα πράγματα που έγιναν με τη γυναίκα σου;». «Παιδιά, έχουν περάσει 13 χρόνια πια, δεν θυμάμαι τίποτα, ποιος ασχολείται με το θέμα αυτό;». Και τον βγάλαμε, ήταν πολύ καλός κρατούμενος, είχε όλα τα στοιχεία για να βγει. Και το ίδιο βράδυ που βγήκε, πήγε και σκότωσε!
Δ.Δ.: Αισθανθήκατε τύψεις που τον βγάλατε;
Β.Φ.: Ημασταν τότε πολύ νέοι στο επάγγελμα, εγώ μόλις τριάντα, είχαμε σοκαριστεί. Και είπαμε, τι μας περιμένει σ’ αυτή τη δουλειά...
Δ.Δ.: Με όλη αυτή την εμπειρία δεν έχετε φτιάξει στο μυαλό σας ένα πορτρέτο με παραλλαγές του δολοφόνου; Να κάνετε ένα βιβλίο για τη συμπεριφορά του δολοφόνου;
Β.Φ.: Κοιτάξτε, υπάρχει ένας κανόνας στην Ψυχολογία...
Δ.Δ.: Εσείς κάνατε Ψυχολογία;
Β.Φ.: Εννοείται, μα το έγκλημα είναι ψυχολογία. Γιατί ο εγκληματίας δεν είναι ο συνήθης άνθρωπος. Εχει μια αστάθεια, γενικά. Απλώς πολλές φορές δεν φαίνεται αυτό. Λένε οι ψυχίατροι ότι όλοι μέσα μας έχουμε έναν καλό λύκο και έναν κακό λύκο. Το θέμα είναι ποιον από τους δύο ταΐζουμε. Αν ταΐζουμε τον κακό, θα γίνουμε κακοί. Επομένως, παίζει ρόλο η οικογένεια -πιστεύω πάρα πολύ στην οικογένεια-, η εκπαίδευση, αλλά οπωσδήποτε και η λειτουργία του πολιτικού συστήματος, με την έννοια ότι πρέπει να υπάρχει ένα υγιές πολιτικό σύστημα, το οποίο να εμπιστεύονται οι πολίτες και οι θεσμοί να λειτουργούν. Στη Δικαιοσύνη, στην Εκκλησία, στον Στρατό, στην Αστυνομία οι πολίτες πρέπει να έχουν εμπιστοσύνη.