Τρίτη, 8 Οκτωβρίου 2024, 6:39:32 πμ
Πέμπτη, 13 Οκτωβρίου 2016 20:32

Η παράδοση και η ιστορία του τόπου μας αποτίθενται στα σκουπίδια…

Η ιστορία που θα αφηγηθούμε έλκει την αρχή της στα …τέλη της δεκαετίας του ’90- αρχές της πρώτης δεκαετίας του νέου αιώνα.  Φρέσκος Δήμαρχος Κιλκίς ήταν τότε ο κ. Δημ. Τερζίδης. Η πόλη ανασκάπτονταν από τη εργώδη οικοδομική δραστηριότητα.


Ο Γυμνασιάρχης φιλόλογος Δημήτριος Νικοπολιτίδης, δεινός ερευνητής της τοπικής ιστορίας, ανακαλύπτει ότι ένα από τα παλιά σπίτια του Κιλκίς, ενός εκ των επιφανών Στενημαχιτών κατεδαφίζεται. Στο υπόγειο  βρίσκεται ένα τεράστιο κρασοβάρελο , από εκείνα που οι πρόσφυγες ανατολικορωμυλιώτες χρησιμοποιούσαν για την αποθήκευση του κρασιού. Η αμπελοκαλλιέργεια ήταν εξάλλου από τις κύριες και προαιώνιες  καλλιέργειες των Θρακιωτών.
Κάποτε η αμπελοκαλλιέργεια παραμελήθηκε, η σύγχρονη εποχή μετάλλαξε και τα επαγγέλματα και τα κρασοβάρελα απόμειναν να συντηρούν τις μνήμες των επιγενομένων.
Θυμάται ο κ. Δημ. Νικοπολιτίδης: Ήταν τεράστια βαρέλια. Χωρούσαν μέσα τους κάμποσους εργάτες. Ήταν ένα μάλιστα του καθηγητή Τσούντα, το μεγαλύτερο, που στα 1943 πέθανε εργάτης από τις αναθυμιάσεις όταν μπήκε μέσα για να το καθαρίσει. Ένα τέτοιο βαρέλι ήταν κι αυτό που βρήκα στο υπό κατεδάφιση σπίτι. Σκέφτηκα πως είναι κρίμα να χαθεί, αφού αποτελούσε ένα μνημείο της τοπικής μας παράδοσης και ιστορίας.
Έτσι σκέφτηκε ο αεικίνητος καθηγητής και “άμ έπος άμ έργον”. Επικοινώνησε με τον ιδιοκτήτη και ζήτησε να πάρει το τεράστιο βαρέλι, να το παραδώσει στο Δήμο Κιλκίς για να εκτεθεί στο λαογραφικό Μουσείο που τότε ήταν στα σκαριά.
Ο ιδιοκτήτης δέχθηκε μετά χαράς, αφού μάλιστα ο καθηγητής υποσχέθηκε πως θα μπει και το όνομα του στο μελλοντικό έκθεμα.
Το βαρέλι όντως μετακόμισε σε αποθήκη του δήμου, πέρασαν τα χρόνια, πέρασαν οι δήμαρχοι, το Λαογραφικό Μουσείο στήθηκε αλλά το κρασοβάρελο παρέμενε στην αφάνεια.
Συνεχίζει τη διήγηση ο πρώην δήμαρχος Τάσος Αμανατίδης: Ήξερα για το κρασοβάρελο και πριν 5-6 χρόνια όταν βρέθηκα στον χώρο της δημοτικής αποθήκης, πίσω από τα Σφαγεία, ρώτησα για την τύχη του. Μου είπαν πως κάπου έξω βρίσκεται κι όταν έψαξα βρήκα σε κακή κατάσταση το βαρέλι. Τα ξύλα του είχαν ξεχαρβαλώσει… «Θα το φτιάξουμε, μην φοβάσαι» με διαβεβαίωσαν.
Όντως ο δήμος έφτιαξε την αποθήκη του. Μόνο που το κρασοβάρελο δεν υπάρχει πια πουθενά. Πήγαν να το βρουν οι κ. Νικολιτίδης και Αμανατίδης, αλλά η τύχη του αγνοείται. Και το πιθανότερο είναι πως ο φορτωτής που καθάρισε τον χώρο, συναποκόμισε στα σκουπίδια που οδηγήθηκαν στον ΧΥΤΑ και το βαρέλι.
Κι απόμεινε ο σεμνός καθηγητής να αναρωτιέται: Τόση περιφρόνηση σε ένα αντικείμενο – δείγμα μιας άλλης εποχής;
Δεν ψάχνει «βαρέλι στ’ άχυρα». Την ευαισθησία έναντι της ίδιας της ζωής που γέννησε τη δική μας αναζητεί. Την ευαισθησία στη συλλογική μνήμη που αντί να πλουτίζει αποτελώντας πολύτιμο συνεκτικό κοινωνικό ιστό, απαξιώνεται και αδυνατίζει.
Μέχρι να καταντήσουμε λαός λωτοφάγων. Χωρίς μνήμη, χωρίς ιστορία. Χυλός αναλώσιμος.