Σάββατο, 27 Απριλίου 2024, 6:36:08 μμ
Κυριακή, 04 Φεβρουαρίου 2024 12:00

Ανοιχτή επιστολή στον Γιώργο Νταλάρα

Γράφει ο Μάκης Ιωσηφίδης

Γιώργο, γεια σου. Σου μιλάει ένας απλός συνταξιούχος δάσκαλος που άσκησε το λειτούργημά του στο Κιλκίς, στη μακρινή αυτή εσχατιά της ακριτικής Ελλάδας.

Γιώργο, ανήκω στο κομμάτι αυτό του ελληνισμού που εδώ και πάνω από μισόν αιώνα διαμορφώθηκε πολιτιστικά και αισθητικά από την συγκλονιστική παρουσία σου στο μουσικό διάβα του λαού μας. Έφηβος ήμουν όταν εσύ τραγούδαγες κι εμείς τραγουδούσαμε μαζί σου τις αθάνατες μελωδίες του Σταύρου Κουγιουμτζή που καθόρισαν τη νιότη μας. Ήμουν ακόμα στην εφηβεία όταν άκουγα με τις ώρες στο πικάπ τα τραγούδια σου από τις ‘’Θαλασσογραφίες’’ του Μάνου Λοΐζου. Ήταν εκεί στις αρχές της δεκαετίες του 70 όταν είδα τους παππούδες και τις γιαγιάδες μου, πρόσφυγες πρώτης γενιάς,  να δακρύζουν ακούγοντας τη φωνή σου στα τραγούδια της ‘’Μικράς Ασίας’’ με την αξεπέραστη μουσική του Απόστολου Καλδάρα και τους εμπνευσμένους στίχους του Πυθαγόρα:

               ‘’Η Σμύρνη μάνα καίγεται, καίγεται και το βιος μας…’’

               ‘’Πάνε κι έρχονται καράβια, φορτωμένα προσφυγιά…’’

Τα δάκρυα συνεχίστηκαν με τη φωνή σου στον ‘’Βυζαντινό εσπερινό’’ του Καλδάρα σε στίχους του τεράστιου Λευτέρη Παπαδόπουλου. Και όλα αυτά στη διάρκεια της εφτάχρονης απριλιανής δικτατορίας. Και ήρθε το 74 η μεταπολίτευση που την τραγούδησες με τρόπο απαράμιλλο. ‘’18 λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας’’ των Μίκη Θεοδωράκη-Γιάννη Ρίτσου. Όλη η Ελλάδα τραγούδαγε μαζί σου: ‘’Τη Ρωμιοσύνη μην την κλαις…’’. Σε είδαμε στην ιστορική συναυλία του Μίκη στο στάδιο Καραϊσκάκη με τα τραγούδια της φωτιάς. Σε ακούσαμε στη συνέχεια να βγάζεις από την αφάνεια το ρεμπέτικο τραγούδι μας με το ‘’50 χρόνια ρεμπέτικο’’ γνωρίζοντας στις νέες γενιές τον Μάρκο Βαμβακάρη, τον Βασίλη Τσιτσάνη, τον Κώστα Καπλάνη, τον Παναγιώτη Τούντα, τον Γιάννη Δραγάτση, τον Γιοβάν Τσαούς, τον Απόστολο Χατζηχρήστο, τον Γιώργο Μουφλουζέλη, τον Κώστα Ρούκουνα και πόσους άλλους ξεχασμένους συνθέτες που αποτέλεσαν τα αγκωνάρια του μουσικού λαϊκού μας πολιτισμού.

Μαζί σου τραγουδήσαμε, Γιώργο: ’Παραπονεμένα λόγια, έχουν τα τραγούδια μας, γιατί τ’ άδικο το ζούμε μέσα από την κούνια μας’’ των Γιάννη Μαρκόπουλου-Μάνου Ελευθερίου.

Συνέχισες Γιώργο με Άκη Πάνου, Χρήστο Νικολόπουλο και πόσους άλλους αφήνοντας συγκλονιστικά τραγούδια στη συλλογική μνήμη του λαού μας. Με τη μαγική φωνή σου, τα τραγούδια του Σταύρου Ξαρχάκου απέκτησαν αίφνης μια άλλη διάσταση μέσα μας. Με τα ‘’Λάτιν’’ επανέφερες στη μνήμη μας ένα σημαντικό κομμάτι της μουσικής πορείας του λαού μας.

Πώς να ξεχάσω, Γιώργο, την ανατριχίλα που νιώσαμε στις αρχές της δεκαετίας του 90 όταν με τον άλλο μεγάλο βάρδο της Ρωμιοσύνης Χρόνη Αηδονίδη αναστήσατε τα αθάνατα λαϊκά μας κεντήματα στο δίσκο ‘’Τ’ αηδόνια της Ανατολής’’;

Στήριξες νέους τραγουδοποιούς και τραγουδιστές συμμετέχοντας στο ξεκίνημα της καριέρας τους. Συνεργάστηκες με οποιονδήποτε πίστευες ότι προχωράει την πολιτιστική μας ζωή ένα βήμα μπροστά. Και δικαιώθηκες. Τραγούδησες τους μεγάλους μας συνθέτες και ποιητές στο Ηρώδειο και σε μεγάλες αίθουσες της Ελλάδας και του εξωτερικού. Δεν καταδέχτηκες Γιώργο όλα αυτά τα χρόνια να μετουσιώσεις την προσφορά σου σε φτηνό χρήμα. Δεν παρουσίασες το έργο σου σε θλιβερά μπουζουκομάγαζα όπου ο κάθε τυχάρπαστος νεόπλουτος με το μαύρο χρήμα του θα έκανε επίδειξη της φτηνομαγκιάς του.

Διάφορα ετερόφωτα παράσιτα προσπάθησαν κατά καιρούς να αποκτήσουν οντότητα πολεμώντας σε. Εσύ έμεινες και συνεχίζεις και αυτοί εξαφανίστηκαν…

Η μνήμη μου, Γιώργο, ταξιδεύει 12 χρόνια πίσω, όταν κάτι πανάθλιοι ‘’προοδευτικοί’’, τρομάρα τους, σε γιουχάριζαν σε συναυλίες σου και σου πετούσαν διάφορά αντικείμενα. Αγέρωχος εσύ δεν καταδέχτηκες να απαντήσεις ούτε αποχώρησες. Συνέχισες να τραγουδάς και το μόνο σου μέλημα ήταν να προστατεύσεις την νεαρή τραγουδίστρια που σε συνόδευε. Τα ασήμαντα αυτά ανθρωπάρια ξανακρύφτηκαν στις τρύπες και στα σκοτάδια τους κι εσύ συνέχισες να παράγεις μέχρι σήμερα πολιτισμό.

Και φτάνω, Γιώργο στην επικαιρότητα. Έκανες κάτι που δεν τόλμησαν να κάνουν μεγάλες προσωπικότητες του τόπου μας σε όλα τα επίπεδα. Τόλμησες να καταγγείλεις την σαπίλα που καλλιεργεί η ιδιωτική τηλεόραση ταΐζοντας σκουπίδια στον λαό μας με τα διάφορα μεσημεριανάδικα και όχι μόνο. Σκουπίδια που, δυστυχώς ο λαός μας τα καταπίνει και μάλιστα αμάσητα. Στο βωμό της τηλεθέασης και της απορρέουσας κονόμας, κατεβάζουν το επίπεδο του κόσμου όσο πιο χαμηλά γίνεται.

Γιώργο, μεταξύ μας τώρα, μη βγει παραέξω, έκανες κι εσύ το φαουλάκι σου. Τα είπες χοντρά στα νεαρά δημοσιογραφάκια που αγωνίζονται με μηνιάτικο πεντακοσίων ευρώ για να επιβιώσουν ενώ θα έπρεπε να τα πεις κατάμουτρα σ’ αυτούς που τους στέλνουν. Εγώ, Γιώργο, κατάλαβα ότι τάλεγες στη νύφη για να τ’ ακούσει η πεθερά, πόσοι όμως συνέλληνες το έπιασαν; Και άρπαξαν την ευκαιρία κάποια όρθια μηδενικά για να σου επιτεθούν. Και ανάμεσά τους και άνθρωποι τους οποίους ευεργέτησες.

Γιώργο, και σήμερα, κάνε αυτό που έκανες σ’ όλη τη ζωή σου. Όλους αυτούς που σε λιθοβολούν, αγνόησέ τους και προχώρα. Αποτελείς το ανάχωμα στο τσουνάμι της ασχήμιας που κατακλύζει τον λαό μας. Σε έχουμε ανάγκη, Γιώργο. Μέσα από σένα ανέβηκε η αισθητική μας, διασκεδάσαμε, ερωτευτήκαμε, ζήσαμε…

Από αυτούς που σε υπερασπίστηκαν κρατάω αυτό που είπε ο Ιάσων Τριανταφυλλίδης: ‘’Ο Νταλάρας έχει δίκιο γιατί είναι ο Νταλάρας’’. ΤΕΡΜΑ

Μέσα σ’ αυτήν την μαύρη πολιτιστική άβυσσο που ζούμε, Γιώργο, ένα πράγμα θα ήθελα από σένα. Πάρε την κιθάρα σου, ανέβα σ’ ένα βουνό και τραγούδα το τραγούδι του πατέρα σου Λουκά Νταράλα:

              ‘’Θ’ ανέβω και θα τραγουδήσω, στο πιο ψηλότερο βουνό,

               ν’ ακούγεται στην ερημιά, ο πόνος μου με την πενιά…’’.

…κι εκεί πάνω, Γιώργο, συνέχισε με το τραγούδι των Μάνου Λοΐζου-Λευτέρη Παπαδόπουλου που ερμήνευσες συγκλονιστικά τότε:

               ‘’Αχ, χελιδόνι μου πώς να πετάξεις, σ΄αυτόν τον μαύρο τον ουρανό,

                 αίμα σταλάζει το δειλινό, και πώς να κλάψεις, και πώς να κλάψεις…

                 Αχ, χελιδόνι μου…’’