Παρασκευή, 26 Απριλίου 2024, 5:27:40 πμ
Πέμπτη, 18 Μαρτίου 2010 13:56

Ανθρακίδης Θέμης : Τοπική Αυτοδιοίκηση στην Ελλάδα

Κάθε χώρα έχει τα δικά της προβλήματα για να λύσει και τους δικούς της στόχους για το μέλλον και την προοπτική της να θέσει, ζητήματα κοινά σ’ αυτούς που ανήκουν στη εκάστοτε συλλογικότητά της. Το ίδιο ισχύει και για τη δική μας χώρα, την Ελλάδα. Πρέπει, λοιπόν, καταρχήν, να υπάρχει ένας συγκροτημένος και στιβαρός θεσμός κεντρικής διοίκησης ο οποίος θα εφαρμόζει τις αποφάσεις που πάρθηκαν δημοκρατικά και αντιπροσωπεύουν την πλειοψηφία του λαού μας και οι οποίες, εφ’ όσον πηγάζουν με μια τέτοια διαδικασία, θα γίνονται σεβαστές απ’ όλους ανεξαιρέτως.
Κατά δεύτερον, επειδή κάθε περιοχή έχει και ορισμένες ιδιαιτερότητες ή αλλιώς προεκτάσεις της γενικής συγκυρίας, όπως κάθε μέλος ενός σώματος είναι ιδιαίτερο σε σχέση με τα υπόλοιπα, δημιουργείται η αναγκαιότητα ύπαρξης ενός ακόμη θεσμού, ο οποίος, στα πλαίσια του συλλογικού σχεδιασμού, θα εξειδικεύει, θα χαράσσει και θα υλοποιεί, ανάλογα με τις ιδιομορφίες του κάθε τόπου, την τοπική στρατηγική. Εδώ, λοιπόν, υπεισέρχεται ο ρόλος του θεσμού της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Ο θεσμός της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ο οποίος είναι ο πιο άμεσος στον πολίτη και στις κατά τόπους κοινωνίες ή ευρύτερες, μπορεί να προσφέρει σε δύο βασικούς ρόλους. Ο ένας είναι αυτός της οικονομικής ανάπτυξης και ορισμένης αποκέντρωσης προς την περιφέρεια, κάτι που, όπως θα εξηγήσουμε και παρακάτω, θα βοηθήσει στην περαιτέρω ποιοτική ανόρθωση και βελτίωση του επιπέδου ζωής όλων καθώς και της υγιούς οικονομικής τροχιάς και προόδου των μεγάλων αστικών κέντρων, και επίσης την έξοδο άλλων από το ολοκληρωτικό τέλμα, όπως η Θεσσαλονίκη.
Ο άλλος είναι αυτός της κοινωνικής στήριξης των παιδιών, των ηλικιωμένων, οποιουδήποτε ανά πάσα στιγμή τη χρειαστεί και αυτός μπορεί να είναι ο καθένας από εμάς και ακόμη η ένταξη στη δημιουργική διαδικασία της κοινωνίας και η διασφάλιση μέσω ύπαρξης των κατάλληλων κοινωνικών συνθηκών των ευκαιριών και της δυνατότητας προόδου και ευδαιμονίας. Βέβαια σε πρώιμα στάδια λειτουργίας αυτού του Θεσμού, αυτοί οι ρόλοι μπορεί να λειτουργούν σχεδόν συγχωνευμένοι ως ένας, αφού είναι αδύνατο να ασκηθεί κοινωνική πολιτική χωρίς πόρους, οι οποίοι για να προέλθουν χρειάζονται ένα επίπεδο ύπαρξης οικονομίας, και ταυτόχρονα δεν δύναται να δαπανούνται χρήματα σε υποδομές όταν επικρατεί απόλυτη κοινωνική εξαθλίωση και το βιοτικό επίπεδο είναι κατά μεγάλο ποσοστό κάτω από το όριο της φτώχειας. Μετέπειτα, όταν η περιοχή εισέλθει σε κάποια φάση προόδου, αυτοί διαχωρίζονται και μετέρχονται στο σημείο της αμφίδρομης σχέσης όπου το ένα στοιχείο πυροδοτεί και επιφέρει την ανόρθωση του άλλου. Εμείς σε αυτό το κείμενο θα ασχοληθούμε με τον πρώτο παράγοντα και τις προοπτικές που έχει αυτός στην χώρας μας.
Όσον αφορά, λοιπόν, τον ρόλο της οικονομικής ανάπτυξης στον τόπο μας, την Ελλάδα, από το σύνολο του προϊόντος της, μεγάλο μέρος και κυρίως από την περιφέρεια, προέρχεται παραδοσιακά μέσω του πρωτογενή τομέα, δηλαδή από τα αγροτικά προϊόντα την αλιεία, και τις πρώτες ύλες που βρίσκονται στο υπέδαφος της χώρας και της κάθε περιοχής.
Επίσης, έχουμε κάποιες βιοτεχνίες και ορισμένα εργοστάσια ελαφριάς βιομηχανίας, τα οποία ανήκουν κυρίως σε ξένες επιχειρήσεις και βρίσκονται κατά το μεγαλύτερό τους μέρος στις λίγες μεγαλουπόλεις, ένα επίπεδο υπηρεσιών το οποίο μπορούμε να το διαχωρίσουμε στις υπηρεσίες εγχώριου και μικρομεσαίου επιπέδου για τους κατοίκους, τις δημόσιες υπηρεσίες οι οποίες δυστυχώς πάσχουν σοβαρότατα σε θέμα παροχής ποιότητας και η λεγόμενη «βαριά βιομηχανία» της χώρας μας, ο τουρισμός, ο οποίος κατά την άποψή μου δεν εκμεταλλεύεται σε μεγάλο βαθμό τις πραγματικές δυνατότητες και ευκαιρίες που μπορεί να αξιοποιήσει.
Τέλος, βρισκόμαστε σε μία ευνομούμενη παγκόσμια γεωγραφική θέση, με τις περισσότερες περιοχές μας να βρίσκονται σε διεθνή ή τοπικά εμπορικά σταυροδρόμια και δρόμους και έχοντας λιμάνια σημαίνουσας αξίας.
Αν επιθυμούμε, λοιπόν, να ανορθώσουμε την οικονομία και να δώσουμε ένα μεγάλο άλμα ανάπτυξης πρέπει να εστιάσουμε στην ανισορροπία έκτασης του πρωτογενούς και του δευτερογενούς τομέα. Αντί τα προϊόντα του πρώτου να φεύγουνε στο εξωτερικό για μεταποίηση και μετά να ξαναγοράζονται σε φανερά υψηλότερες τιμές, θα μπορούσε το κράτος να παράσχει κονδύλια στους Δήμους, οι οποίοι μετά από έρευνα των αναπτυξιακών εταιριών για τις τάσεις και τις κατευθύνσεις που κυμαίνεται αυτός σε θέμα προϊόντων, να παρέχουν τις κατάλληλες επιδοτήσεις που χρειάζονται για να δημιουργηθούν οι κατάλληλες βιοτεχνίες μεταποίησής των. Αυτό θα είναι ένα πρώτο βήμα για την ανάπτυξη της βιομηχανίας της περιφέρειας.
Ταυτόχρονα θα δημιουργηθούν και καινούριες θέσεις εργασίας οι οποίες, σταδιακά, θα απορροφήσουν ανέργους από τα αστικά κέντρα. Αυτό θα επιταχυνθεί και με την μετέπειτα δημιουργία τοπικών αγορών διάθεσής και κέντρων. Αυτό, εκτός  του ότι θα αυξήσει παραπάνω τις θέσεις εργασίας και άρα την μεσοπρόθεσμη εισροή κατοίκων στην περιφέρεια, θα πυροδοτήσει και τον μετέπειτα ερχομό επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών και ψυχαγωγίας στους κατοίκους και στους υπόλοιπους που τυχόν θα έχουν συναλλαγές στην περιοχή.
Το βιοτικό επίπεδο και η ποιότητα ζωής των περιοχών αυτών θα προσελκύσει ακόμη περισσότερους κατοίκους αφού σήμερα έχουμε τη σύνεση των οικιστικών προβλημάτων και τη γνώση του δομικού σχεδίου πόλεως κάτι το οποίο λείπει τελείως από τα μεγάλα αστικά κέντρα με όλες τις αρνητικές συνέπειες που συνεπάγεται αυτό.
Η αποκέντρωση θα επιφέρει μεγάλο όφελος και στις μεγαλουπόλεις, αφού η αποσυμφόρηση θα ανεβάσει το επίπεδο ζωής, θα ανοίξει ευκολότερα ο διάλογος για την δημιουργία πολεοδομικού σχεδίου πόλης και την επαναρυμοτόμηση με πιθανή ανταλλαγή οικοπέδων προς τα περίχωρα. Ίσως μάλιστα η δημιουργία κάποιων «Υπερδήμων» σε αυτές βοηθούσε στην καλύτερη επίλυση των γενικών τους προβλημάτων όπως τη δημιουργία καλύτερων μέσων μαζικής μεταφοράς, χώρων στάθμευσης και κατασκευής σχολείων, νηπιαγωγείων και παιδικών σταθμών, αποσυμφόρησης και παροχής κινήτρων σε επιχειρήσεις ποιότητας και όχι μορφής «άρπα κόλα».
Η κίνηση και η άνοδος της οικονομίας της περιφέρειας θα πυροδοτήσει τη παράλληλη μεγέθυνση του δευτερογενούς τομέα και της ντόπιας βιομηχανίας, δηλαδή βιομηχανίας τοπικών συμφερόντων. Αυτό θα αυξήσει την ήδη υπάρχουσα και μεγάλη ανάγκη για την ριζική αναβάθμιση του οδικού και γενικότερα του συγκοινωνιακού δικτύου, το οποίο όμως, με πιο ανεπτυγμένη πια οικονομία θα είναι ένας εφικτός στόχος και η επίτευξη του οποίου θα διευκολύνει τις μεταφορές αλλά και τη ζωή των Δημοτών καθώς επίσης και το εμπόριο. Σε συνδυασμό μάλιστα με τα προγράμματα διασυνοριακής συνεργασίας, το εγχώριο εμπόριο εντός της περιφέρειας μεταξύ των νομών αλλά και μεταξύ των περιφερειών, αλλά και με τα λιμάνια να προσφέρουν την θαλάσσια οδό εντός και εκτός της χώρας, θα ανεβάσει κατά πολύ το εισόδημα των κατοίκων, τις θέσεις απασχόλησης και την τοπική ευημερία.
Οσον αφορά το ζήτημα των δημοσίων υπηρεσιών, οι διαδικασίες και οι δομές τους πρέπει να απλοποιηθούν, καταλυτική λύση δε θα ήταν να εφαρμοστεί στην πράξη το κοινωνιστικό ρητό «στον καθένα ανάλογα με την εργασία του», δηλαδή σταθερός μισθός στο επίπεδο του ορίου φτώχειας και κλιμακούμενη προστιθέμενη αμοιβή ανάλογα με την παραγωγικότητα του εκάστοτε εργαζομένου. Τέλος, για το τουρισμό, πρέπει να γίνει έρευνα αναπτυξιακής προοπτικής σε όσους δήμους έχουν ακτές ή γενικώς οτιδήποτε θα μπορούσε να θεωρηθεί ως τουριστικό χαρακτηριστικό, να δοθούν τα αντίστοιχα κίνητρα και επιδοτήσεις για την ανάλογη αξιοποίησή τους και ειδικότερα από τους ίδιους τους δημότες τους. Η αντίστοιχη προώθηση του εναλλακτικού τουρισμού ενδείκνυται αναλόγως.
Η ανάπτυξη των τοπικών οικονομιών μπορεί να ενισχυθεί και με ένα άλλο μέσο. Την παροχή ανώτερης και ανώτατης μόρφωσης και την εκπαίδευση των νέων και του τοπικού πληθυσμού. Η δημιουργία σχολών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην περιφέρεια και μάλιστα συναφούς αντικειμένου διδασκαλίας με τις παραγωγικές δραστηριότητες των περιοχών αυτών, από τη μία θα συγκρατούσε τη νέα γενιά να διαμείνει στις ρίζες της και άρα με τη σταδιακή εισροή και απορρόφηση επιστημόνων στους εν λόγω τοπικούς παραγωγικούς κλάδους θα μετατόπιζε την Καμπύλη Παραγωγικών Δυνατοτήτων (ΚΠΔ) αυξάνοντας έτσι το τοπικό και Εθνικό προϊόν.
Ο θεσμός, λοιπόν, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης έχει σημαντικότατες προοπτικές όσον αφορά την ανάπτυξη της χώρας, την έξοδο πολλών περιοχών από την πλημμελή υποδομή και την φτώχεια και γενικά για την ευημερία του πολίτη. Αλλά ταυτόχρονα, φέρει και τεράστια ευθύνη σ’ αυτόν που τη χειρίζεται, δηλαδή στους τοπικούς εκπρόσωπους του λαού. Είναι άρα ευθύνη αυτού του ιδίου να επιλέξει κάθε φορά τους καταλληλότερους να τον χειριστούν.