Τετάρτη, 1 Μαΐου 2024, 2:17:19 πμ
Δευτέρα, 04 Απριλίου 2016 21:23

Σωτήρης Χρυσάφης : Οι Ταμπελίτσες

Για την   τελευταία ( …προς το παρόν ) εμφύλια σύρραξη της ελληνικής φυλής  έχουν γραφεί πολλά και ακόμη γράφονται. Άλλωστε το υλικό των διχαστικών συγκρούσεων -πολύ πλούσιο-  χαρακτηρίζει την φυλή μας, από τους πρώτους ακόμη χρόνους της  ύπαρξης μας

(βλέπε Πελοποννησιακός πόλεμος, στάση του Νίκα στο Βυζάντιο, Ελληνική επανάσταση του 21 με τους φιλορώσσους και φιλοάγγλους, Βενιζελικοί –Βασιλικοί στην νεώτερη  Ελλάδα και στα μέσα του 20ου αιώνα δεξιοί και αριστεροί).
Η τελευταία  εμφύλια διαμάχη έδωσε δυστυχώς  πολύ πλούσιο υλικό  με αποτέλεσμα να έχουμε συγγραφή ιστοριών, διηγημάτων, μυθιστορημάτων, ποιημάτων, απομνημονευμάτων, αφηγημάτων  κ. α.  Η πραγματική Ιστορία όμως, δεν γράφηκε ακόμη. Ίσως είναι νωρίς για αντικειμενική θεώρηση των γεγονότων και  η πραγματική Ιστορία θα γραφτεί αργότερα.  Πιστεύοντας ότι ο σωστός ερευνητής συγκεντρώνει πλήθος στοιχείων και μαρτυριών, θέλησα από την μεριά μου , ως αυτόπτης μάρτυρας να καταθέσω την εμπειρία μου για ένα από τα θλιβερότερα συμβάντα του 1944, που παρόλο το μέγεθος της τραγικότητάς του, δεν είναι αρκετά καταγεγραμμένο.
Πρόκειται για την μάχη του Κιλκίς, στις 4 Νοεμβρίου του 1944, που είχε  ως αποτέλεσμα, κατά την διάρκεια της, αλλά και αρκετές  μέρες μετά,  να χαθούν έξι ή και επτά χιλιάδες Ελληνικές ψυχές.
Το προσωπικό μου βίωμα το καταθέτω σε μορφή διηγήματος, για να γίνει ίσως  πιο… εύπεπτο, και  το δημοσιοποιώ μέσω του σημερινού μέσου πληροφόρησης του ίντερνετ,  το φέις μπουκ, με την ευχή να διαβαστεί, από όσο το δυνατόν περισσότερους, όχι μόνο για να μάθουν τι έγινε ,αλλά και για να διαπιστώσουν που μπορεί να οδηγήσει η ανθρώπινη αγριότητα.
Σωτήρης Χρυσάφης

 

1944    Τέλη  Οκτωβρίου.  Η μικρή μας πόλη, η πόλη του Κιλκίς, παρουσιάζει ιδιαίτερη κινητικότητα.

Οι Γερμανοί τα μαζεύουν. Οι φήμες οργιάζουν,  οι Εγγλέζοι ήρθαν στον Πειραιά, οι Ρώσοι ξεχύθηκαν στην Γερμανία , η μεγάλη απόβαση των Συμμάχων στην Νορμανδία τσάκισε την αντίσταση του Τείχους του Ατλαντικού, σύντομα τελειώνει ο πόλεμος. Οι πληροφορίες έρχονται από ποικίλες πλευρές. Τα κρυμμένα ραδιόφωνα, με κυρίαρχο το καλά φυλαγμένο παράνομο Φίλιπς στα άδυτα της Ηλεκτρικής Εταιρείας (διάβαζε πέτρινο κτίριο του κυρίου Δήμου- καμία σχέση με τον Δήμο Κιλκίς)  στην πλατεία  Αγοράς, προσπαθούσε  να πιάσει B.B C. για να μεταφέρει τα ευχάριστα νέα στους τυχερούς κατοίκους που είχαν ηλεκτρικό ρεύμα  τις λίγες ώρες που λειτουργούσε το εργοστάσιο παραγωγής ρεύματος. Αυτή την επικίνδυνη αποστολή την είχε αναλάβει ο εισπράκτορας της εταιρείας, Πετρισλής, που μαζί με τον λογαριασμό έφερνε και τα νέα από το B.B.C. γιατί από την άλλη μεριά, τα ελάχιστα ραδιόφωνα που υπήρχαν ελεύθερα , με κυρίαρχο αυτό του Ζαχαροπλαστείου του Κόντου, μεταδίδανε πρόγραμμα των κατακτητών Γερμανών, που φυσικά έκρυβαν τις αλήθειες.

Ραδιόφωνα επίσημα, ραδιόφωνα παράνομα, ράδιο αρβύλα,  πλήθος άλλων  «σίγουρων  πληροφοριών» είχαν δημιουργήσει μία ανήσυχη, θολή,  αλλά αισιόδοξη ατμόσφαιρα, με κυρίαρχο στοιχείο, το ότι οι Γερμανοί έχασαν τον  πόλεμο και φεύγουν.
Αυτό  σε μας τα παιδιά   είχε γίνει  αντιληπτό, εκτός των άλλων και με την εμφάνιση  των μεγάλων ουγγρικών  αλόγων που σέρνανε τα κανόνια των πρώην κραταιών Φρίτσιδων, ελλείψει  καυσίμων.  Που είναι η προ τριετίας θριαμβευτική είσοδος των Άρειων με τα μηχανοκίνητα  στρατεύματα τους;  Θλιβερή η εικόνα  της επιστροφής στην πατρίδα τους,  αυτών των πρώην κυρίαρχων της Ευρώπης. Ο Φύρερ τους, τα παίζει όλα για  όλα. Όλοι οι  καταπιεσμένοι από την μπότα των  Γερμανών αντιδρούν και τους ετοιμάζουν γερό κτύπημα. Η οπισθοχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων από την Ελλάδα  είχε   θλιβερή κατάληξη.  Στα στενά του Βαρδάρη, σχεδόν το σύνολο τους αποδεκατίστηκε από τους παρτιζάνους του Τίτο, πληροφορία που μας έγινε αμέσως γνωστή από την μεριά των Κιλκισιώτων ανταρτών του  13 Συντάγματος του ΕΛΑΣ.

Αυτές τις ιδιαίτερες κοσμοϊστορικές στιγμές οι πιτσιρικάδες του Κιλκίς τις  βλέπανε με τα δικά τους μάτια και ούτε υποπτεύονταν τι τους έμελε να βιώσουν. Αφού  επρόκειτο να γίνουν  ταυτόχρονα θεατές, αλλά και ήρωες στην τραγωδία που σε λίγες μέρες θα γράφονταν στον χώρο τους. Στην τραγωδία που με υπέρμετρη επιπολαιότητα έγραψαν οι  συμπατριώτες τους ένθεν κακείθεν.
Οι Γερμανοί φεύγουν , οι Εγγλέζοι  έρχονται , οι Ρώσοι προελαύνουν και οι Έλληνες  πελαγοδρομούν  σαν μαριονέτες  των μεγάλων δυνάμεων. Προσκολλούνται στον ένα ή στον άλλο μεγάλο, ακολουθώντας τις οδηγίες των, ακόμη και όταν  οι μεγαλόπνοες αλλά, ιδιοτελείς βλέψεις των μεγάλων τούς  οδηγούν σε ενέργειες θηρίων.
Οι  αντικομουνιστικές δυνάμεις  που δραστηριοποιούνταν  στην Βόρειο Ελλάδα, για να πετύχουν τους σκοπούς τους είχαν προσκολληθεί στους Γερμανούς, γιατί το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν η εξαφάνιση του κόκκινου κινδύνου, ήταν βλέπεις οι δυσάρεστες μνήμες του κόκκινου ολέθρου που είχαν φέρει οι Τουρκόφωνοι από τις πατρίδες τους.  Οι Εαμίτες πίστευαν ότι η Ελλάδα θα έβλεπε άσπρες μέρες μόνο όταν άλλαζε στρατόπεδο και γινόταν από  Άγγλο- οδηγούμενη σε Σοβιετο-οδηγούμενη . Το  αποτέλεσμα αυτής της διαφορετικής αντίληψης ήταν η  εμφύλια σύρραξη, που διήρκησε αρκετά χρόνια, και που προίκισε την  πόλη μας με την τεράστια  αιματοχυσία  της 4ης Νοεμβρίου του ΄44, που για άγνωστους  λόγους γράφηκε στα ψιλά της  Ιστορίας της εμφύλιας σύρραξης.
 Καπετάν Λαζίκ ( ο επονομαζόμενος και Τάνκς, λόγω του πλούσιου οπλισμού του ) Γεωργαντάς, Κεσαμπαζακ , Παπαδόπουλος, και πλήθος άλλων αντικομουνιστών  Καπεταναίων από όλη την Β. Ελλάδα μαζεύονταν στο Κιλκίς, προσπαθώντας να το κρατήσουν στα χέρια τους ως που να έρθουν οι Εγγλέζοι. Η ιδέα και μόνο ότι θα έπεφταν στα χέρια του ΕΑΜ τούς έφερνε φρίκη, προβλέποντας τον αφανισμό τους, στην περίπτωση που έχαναν την μάχη. Αυτό  που εν τέλει δεν απέφυγαν.

Ο μικρός μας ήρωας έτυχε να μένει δίπλα στο αρχηγείο τους, και από το παράθυρο της κουζίνας, μισό  έβλεπε και μισό άκουγε τις συνάξεις τους. Πρέπει να μείνουμε στην πόλη, να γίνει απόρθητη για λίγες μέρες, είμαστε δύναμη, οι Εγγλέζοι   φτάνουν στη Θεσσαλονίκη, θα κρατήσουμε, είμαστε πολλοί  και καλά οπλισμένοι, οι πούστηδες  οι κόκκινοι θα μας τα «κλάσουν». Ο νεαρός έφεδρος αξιωματικός Κώστας, ωρύονταν και τους έλουζε με την χοντρή του φωνή με πλήθος «εκλεκτών»  ποντιακών βρισιών.  Η όλη ατμόσφαιρα της εποχής επέβαλε διαλόγους υβριστικού μεγαλείου και τα αυτιά του μπόμπιρα ήταν συνηθισμένα τόσο στα Ποντιακά, όσο και στις βρισιές. Τι λέτε βρε  σέφτελοι  Ορτουλήδες;  το 13 Σύνταγμα θα μας συντρίψει, πάμε στο Μπέλες να κρυφτούμε στο Δάσος, εκεί δεν θα μας βρουν μαζεμένους για να μας λιανίσουν, θα τα καταφέρουμε να μείνουμε ζωντανοί για πολύ και μετά σαν φτάσουν στην Θεσσαλονίκη  οι Εγγλέζοι, παραδινόμαστε σε αυτούς. Οι  Λαζικ, Κεσαμπαζακ,  Γεωργαντας  και οι περισσότεροι άλλοι Καπεταναίοι πίστευαν στις δυνάμεις τους και δεν το κουνούσαν από την πόλη.
Ο Κώστας με τον ξάδερφο του Γερβάσιο τον Μάβιλη από τα Πλατανάκια, τον Γιωσήφ από την Καστανούσα, τον Κελίδη ή Γερμάν Σάββα, τον Ταιλάχ από τις Μουριές και με γύρω στους δύο χιλιάδες άντρες  τους, ξεχώρισαν την θέση τους και  φύγανε για το Μπέλες. Οι άλλοι,  οι πολλοί μείνανε μέσα στην πόλη και η τραγωδία ξεκινά.

Ήταν ξημερώματα Σαββάτου 3 προς 4 Νοεμβρίου, χειμωνιάτικη μουντή μέρα λες και είχε καταλάβει ότι θα έριχνε πολλά δάκρυα γι’ αυτά που θα έβλεπε.  
Στο σπίτι του ήρωα μας, στης 21 Ιουνίου,  δίπλα στο « στρατηγείο»των «Παοτσίδων» παρατηρείται ιδιαίτερη κίνηση.  Η αναταραχή ήταν διάχυτη. Μέσα από το πλήθος των φωνασκιών και των βρισιών, ο οκτάχρονος Σώτος  που είχε ξυπνήσει νωρίς από την μεγάλη αναταραχή που επικρατούσε, μπόρεσε να  καταλάβει  ότι αυτό που περιμέναν όλοι  είχε αρχίσει. Οι Ελασίτες  αρχίζουν την επίθεση για την κατάληψη του Κιλκίς.
Τριάντα ένα  χρόνια μετά την μεγάλη Μάχη για την απελευθέρωση της πόλης  από  τους Βουλγάρους, άρχιζε ένας άλλος πόλεμος, μια επίθεση Ελλήνων ενάντια των άλλων Ελλήνων.   Κόκκινοι  εναντίον  Μαύρων.
Η οικογένεια έπρεπε να προφυλαχθεί, οι σφαίρες και οι χειροβομβίδες δεν κάνουν διάκριση κακών, καλών, αγαθών ή εγκληματιών. Σκοτώνουν τους πάντες. Μικροί και μεγάλοι έπρεπε να προφυλαχτούν.
Ιδανικός χώρος, ήταν το υπόγειο του γείτονα δικηγόρου Βασιλάκου. Από την κοινή αυλή περάσανε στο διπλανό διώροφο κτήριο και κούρνιασαν μαζί με τους γείτονες, στο σκοτεινό υπόγειο.
Το σπίτι βρίσκονταν δίπλα στο Ντανεφ , το δεύτερο Δημοτικό, που απείχε 100 με 200 μέτρα από τους πρόποδες του λόφου του Αη Γιώργη, όπου είχε οχυρωθεί από τους αντιελασίτες. Όποιος είχε τον λόφο είχε και την πόλη.
Η επίθεση των Ελασιτών ξεκίνησε από αυτό το σημείο. Οι ριπές  των πολυβόλων, οι εκρήξεις των όλμων και οι πυκνοί πυροβολισμοί δεν άφηναν  καμία αμφιβολία  ότι οι απώλειες  και από τις δύο πλευρές θα ήσαν   μεγάλες.
Όλοι  πίστευαν ότι η μάχη θα κρατούσε για ώρες ή ακόμη για μέρες, γιατί οι αντιελασίτες καπεταναίοι ήταν πολλοί. Υπολογίζονταν γύρω στις εννέα   χιλιάδες μαζί με τους άνδρες τους. Οπλισμό  είχανε σημαντικό, προσφορά των Γερμανών για την εξόντωση των κόκκινων, που τώρα θα τον χρησιμοποιούσαν για να σωθούν οι ίδιοι. Οχυρά τους σημεία ήταν οι καπναποθήκες του Σιδηρόπουλου,  οι Στρατώνες του Ιππικού, το Νοσοκομείο, και τα δημοτικά σχολεία.
 
Η ορμή όμως και ο ενθουσιασμός των ανδρών του ΕΛΑΣ,  ότι θα σύντριβαν τους συνεργάτες των Γερμανών ήταν τόσο μεγάλη, που η αντίσταση στα χαρακώματα του Αη Γιώργη και των άλλων οχυρωμένων σημείων στα γύρω της πόλης,  δεν κράτησε για πολύ.Μετά από δύο τρείς  ώρες οι πρώτοι  κυνηγημένοι αμυνόμενοι άρχισαν να περνούν πανικόβλητοι μέσα από τα οικόπεδα των γύρω σπιτιών και από την κεντρική οδό της 21ης Ιουνίου να κατευθύνονται προς το Νοσοκομείο ή το Σαλάτς,  όπου ήταν τα άλλα σημεία αμύνης.
Πολλοί όμως βλέποντας ότι η κατάρρευση  ήταν αναπόφευκτη, προτίμησαν να κρυφτούν σε σπίτια γνωστών. Το  γεγονός ήταν όμως  ένα,  η άμυνα έσπασε σε λίγες ώρες, το Κιλκίς θα έπεφτε για τους μεν και θα απελευθερώνονταν για τους δε. Όλοι οι κάτοικοι,  Έλληνες στο σύνολο τους, έδιναν άλλη έννοια στα γεγονότα, εξηγούσαν από την σκοπιά τους τα συμβάντα και τα έδιναν με επιθετικούς προσδιορισμούς ανάλογα με την μεριά που βρίσκονταν. Θρίαμβος για τους μεν, πανωλεθρία για τους δε.
 Κοινό σημείο ο θάνατος εκατοντάδων και από τις δύο πλευρές κατά την πρώτη μέρα την μέρα της μάχης, που τις επόμενες μέρες θα έφτανε σε αριθμό χιλιάδων, γιατί από την μια πλευρά  οι νικητές με συνοπτικές διαδικασίες ή και χωρίς αυτές προχώρησαν σε ομαδικές εξολοθρεύσεις που φτάσανε τις 3,5 με 4 χιλιάδες- άλλοι μιλούν  ακόμη και για επτά χιλιάδες. Ακριβής αριθμός μέχρι σήμερα δεν υπάρχει. Θα πεις τι σημασία έχουν οι αριθμοί, μήπως αυτό θα απαλύνει τον πόνο των επιζώντων ή θα συνετίσει τους επιγόνους . Η ανθρώπινη σκληράδα δεν έχει όρια, η αγριότητα του ανθρώπινου γένους είναι αδιανόητα τεράστια.  

Για τα παιδιά όμως ένα ήταν το κυρίαρχο στοιχείο, ότι τα αυτιά  βούιζαν από τους ήχους των εκρήξεων και των πολυβολισμών και  τα μάτια τους πλημμύρισαν από εικόνες δεκάδων πτωμάτων. Στην τρυφερή τους ηλικία τους έμελε να γνωρίσουν την αγριότητα των ανθρώπων , πώς να καταλάβουν τι γινόταν;  Το μόνο που έμπαινε στο κεφαλάκι τους ήταν κρότοι και αίμα, αίμα  διάχυτο και σε αυτό συνέβαλε και η ψιλή βροχή της ημέρας αυτής που δεν κατάφερε να ξεπλύνει το έδαφος αλλά, αντίθετα, να τραγικοποιήσει την θλιβερή εικόνα κάνοντας το ζεστό ανθρώπινο  αίμα των πτωμάτων κόκκινα ρυάκια ροδόχρωμης θλίψης.
Γύρω στις 11 το μέτωπο του Λόφου είχε σπάσει. Οι Ελασίτες ξεχύθηκαν στο Κέντρο της πόλης . Οι οδομαχίες συνεχίζονταν στους γύρω δρόμους, αλλά όλα τα πιτσιρίκια από τα γύρω σπίτια ξεχύθηκαν στους δρόμους, ήταν ενθουσιασμένα. Τα ανάμεικτα συναισθήματα των γονιών τους δεν περνούσαν σ ’αυτά. Το κυρίαρχο στοιχείο ήταν γι’ αυτά ότι μετά τους Γερμανούς έφευγαν και οι συνεργάτες τους. Το Κιλκίς απελευθερώνονταν, αν τώρα παράλληλα άλλες οικογένειες βλέπανε τους δικούς τους  να είναι νεκροί στους πρόποδες του Αη Γιώργη ή του Σαλάτς,  ήταν άλλη ιστορία που ίσως να την ξεδιάλυναν μετά από πολλά χρόνια.
Τώρα ζούσαν σε μεγάλη ένταση και οι μεγάλοι ανήμποροι να φανταστούν τι τραύματα δημιουργούσαν στις ψυχούλες τους βοηθούσαν στην δημιουργία τραυματικών εμπειριών. Σαν να μην έφταναν τα εκατοντάδες πτώματα που είδανε μόλις ξεχύθηκαν στον Αη Γιώργη, φρόντισαν  να τους κάνουν συνεργούς στις φρικτές τους ενέργειες. Δεν τους έφτανε η σκληράδα τους, έπρεπε και οι μικροί να συμμετέχουν. Για τους μεγάλους ήταν απόδειξη  θριάμβου. Για τους πιτσιρικάδες ήταν φαινομενικά συμμετοχή στον θρίαμβο και πράξης γενναιότητας, αλλά στην ουσία δημιουργία  ψυχικών τραυμάτων που θα κάνανε χρόνια για να  ξεπεραστούν.

Και ιδού το «μεγαλείο » της ανθρώπινης παραφροσύνης.
Ήταν μεσημέρι . Η κεντρική οδός 21 Ιουνίου, γεμάτη από πτώματα των ηττημένων. Οι εκατοντάδες νεκροί των αντιμαχομένων θα γίνονταν χιλιάδες από τις ομαδικές εκτελέσεις των Ελασιτών. Η μάχη τελείωνε,  πλήθος οι αιχμάλωτοι  «γερμανοτσολιάδες»,  οι οποίοι μεταφέρονταν από όλα τα μέτωπα,  προς τον Μύλο του « Σαμαρά»  στο Βόρειο άκρο της πόλης, ή προς τον  σινεμά του Σταμπουλή, ή  στις καπναποθήκες  του Σιδηρόπουλου.
 Τα πιτσιρίκια αλλά και οι μεγάλοι πίσω από τα παντζούρια παρακολουθούν την πορεία των Ελασιτών, που οδηγούσαν τους σχοινοδέσμιους αιχμαλώτους στο σημείο συγκέντρωσης. Θρίαμβος, η μάχη κερδήθηκε, οι «παοτσίδες» πιάστηκαν  και οδηγούνται στο στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Το θέαμα εντυπωσιακό. Ομάδες  κρατουμένων πεζή προχωρούσαν προς τα Βόρεια. Το θέαμα πρωτόγνωρο,  άξιο παρακολούθησης για τα έκπληκτα μάτια μικρών και μεγάλων. Ανάμικτα συναισθήματα χαράς και οίκτου. Καθένας έβλεπε το θέαμα από την σκοπιά του, αλλά  ξαφνικά οι ενέργειες των συνοδών των αιχμαλώτων ,συγκλόνισαν  τους μεγάλους και άφησε άφωνους  τους μικρούς.  Από τις ομάδες των αιχμαλώτων κατά την πορεία πήρανε έναν σχοινοδέσμιο από το σύνολο,  τον κτύπησαν  στο κεφάλι με τον υποκόπανο και στην συνέχεια με ένα δύο πυροβολισμούς τον εκτέλεσαν . Η ανθρώπινη θηριωδία στο αποκορύφωμα.  Δολοφονία εν ψυχρώ. Το ίδιο τραγικό γεγονός είχε συμβεί σε όλο το μήκος της οδού και όχι μόνο στην κεντρική οδό της  21ης Ιουνίου.
Ο  μικρός Σώτος είχε την ατυχία  να δει από τα μισόκλειστα παντζούρια πέντε εκτελέσεις,  με τραγικότερη εκείνη του διοικητή της στρατολογίας που έγινε λίγο πιο πάνω από την Αγροτική Τράπεζα.
Το πρώτο που έγινε αντιληπτό ήταν  στο ύψος των ψαράδικων. Το δεύτερο αλλά με δύο θύματα αυτή την φορά  επανελήφθη ακριβώς στην πόρτα του σπιτιού του .  Ο τρίτος που έπεσε σφαδάζοντας μπροστά στο οινοπωλείο του  Ξανθόπουλου, ήταν ο  αξιωματικός της Ελληνικής  Στρατολογίας Καζαμίας .  Ο «Σεκερ Παντελής», πνευματικώς στιγματισμένο άτομο ήταν το πέμπτο  θύμα, επειδή φορούσε, λέει, γερμανικά ρούχα. Αυτό  (όπως έγινε γνωστό αργότερα ) θεωρήθηκε τρανή απόδειξη της συνεργασίας του με τους Γερμανούς. Τόσο σημαντικά ήταν τα στοιχεία της ενοχής των θυμάτων .

Αυτά τα πέντε  θύματα ήρθαν  να προστεθούν στα  δεκάδες άλλα  που κείτονταν  κατά μήκος της 21ης Ιουνίου και που το αίμα τους μαζί με το ψιλοβρόχι  που έπεφτε  αυτή την αποφράδα  μέρα , δημιούργησαν  ένα κόκκινο ρυάκι.
Η έκπληξη,  ο τρόμος και τα ερωτηματικά στα χείλη και στις ψυχές του Σώτου και  των  άλλων παιδιών πολλαπλασιάζονταν, αλλά η περιέργεια και το ιδιαίτερο θέαμα τούς έβγαλε έξω από τα σπίτια τους, ενώ ακόμη διαρκούσαν οι οδομαχίες.  Την ώρα που γραφόταν η πιο  πολύνεκρη σελίδα στην Ιστορία του εμφυλίου, τα παιδιά το ζούσαν σχεδόν σαν παιχνίδι..
Άρχισαν να μετράνε και να περιεργάζονται τους νεκρούς .  Η τρυφερή  πλευρά της ψυχής τους είχε κυριευθεί από την απλότητα, με την οποία παρουσιάστηκε  μπροστά τους ο θάνατος, τόσο γρήγορα, τόσο εύκολα σαν να ήταν και αυτό ένα ακόμη παιχνίδι. Πως αλλιώς να εξηγούσαν το ότι λίγες ώρες μετά, βρεθήκανε στα χέρια τους, δοσμένες από τους μεγάλους φρεσκοτυπωμένες μικρές ταμπελίτσες, που είχαν γραμμένες επάνω τους «ΕΤΣΙ ΠΕΘΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΠΡΟΔΟΤΕΣ». Αυτές οι ταμπελίτσες έπρεπε να διακοσμήσουν το στήθος των νεκρών.  Έτσι κάπως , όπως βάζανε και τα σκουλαρίκια στους χαρταετούς, για διακόσμηση, γιατί όχι λοιπόν και στα πτώματα.  Αφού φεύγει τόσο εύκολα μια ζωή πάει να πει ότι είναι κάτι ασήμαντο. Αν ήταν κάτι τραγικό και κακό το να σκοτώνεις κάποιον θα σε αφήνανε να παίξεις μ’ αυτό;
Μπορεί  η μέρα της θλιβερής αδελφοκτόνου μάχης του Κιλκίς,  με τους χιλιάδες νεκρούς να μην άφησε έντονες γραμμές στη Ιστορία του εμφυλίου, άφησε όμως έντονα πληγωμένες καρδιές ,τις καρδιές των παιδιών  που «διακοσμήσανε» με τις  φρεσκοτυπωμένες  ταμπέλες. Τις ταμπέλες,  που γρήγορα μουσκέψανε με το βρόχινο αίμα των νεκρών.

Μετά από εξήντα δύο χρόνια  ο μικρός Σώτος , διαβάζοντας  πολλά για τον εμφύλιο γραμμένα  και από τις δύο πλευρές έμεινε με την απορία γιατί  τέτοια τραγικά περιστατικά   καταγράφονται με ψιλά γράμματα στην Ιστορία.
Είναι σίγουρο ότι η σημερινή γενιά της Ελλάδος, ακόμη και του Κιλκίς αγνοούν ότι η μικρή αυτή πόλης της  Μακεδονίας   έχει το θλιβερό ρεκόρ των περισσοτέρων θυμάτων του εμφυλίου. Αν δεν γνωρίζουμε το μέγεθος της ανθρώπινης αγριότητας και πού  οδηγεί αυτή , όταν κυριεύει τους αντιμαχόμενους, πως θα αποφύγουμε   θλιβερές επαναλήψεις;

Έκθεση εικόνων