Παρασκευή, 26 Απριλίου 2024, 7:05:20 μμ
Σάββατο, 01 Φεβρουαρίου 2020 09:49

Tο δόγμα

Γράφει ο Παναγιώτης Αδάμος.

Στα τέλη του 19ου αιώνα ο Βρετανός γεωπολιτικός αναλυτής Χάλφορντ Μακίντερ διατύπωσε τη θεωρία ότι ο αγώνας για την παγκόσμια κυριαρχία θα διεξαγόταν ανάμεσα σε δύο μεγάλους «παίκτες: τη μεγάλη ναυτική δύναμη, τη δύναμη δηλαδή που κυριαρχούσε στις παγκόσμιες θάλασσες, και τη μεγάλη ηπειρωτική, χερσαία δύναμη.


Πράγματι, τόσο στους δύο παγκόσμιους πολέμους που ακολούθησαν, όσο και στον ψυχρό πόλεμο, ο Μακίντερ επιβεβαιώθηκε από γεωπολιτική άποψη: στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο οι δύο βασικοί μονομάχοι ήταν η ναυτική Βρετανία και η χερσαία Γερμανία. Ομοίως και στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο (σ’ αυτήν την περίπτωση, ουσιαστικά, τον ρόλο της μεγάλης ναυτικής δύναμης τον είχε πλέον αναλάβει η Αμερική αμέσως μετά την είσοδό της στον πόλεμο το 1941, παραγκωνίζοντας τη Βρετανία). Τέλος, στον ψυχρό πόλεμο, η θεωρία Μακίντερ επιβεβαιώθηκε για άλλη μια φορά: οι ΗΠΑ κυριαρχούσαν με το ναυτικό και τα αεροπλανοφόρα τους στους ωκεανούς, η δε Σοβιετική Ένωση κυριαρχούσε στη μεγάλη χερσαία ευρασιατική μάζα, διαθέτοντας τον μεγαλύτερο στρατό ξηράς παγκοσμίως.
Ποια η θέση της Ελλάδας στο σύστημα αυτό;  
Το πράγμα πάει πολύ πίσω. Δεν είναι ευρέως γνωστό, αλλά ο πρώτος Έλληνας πολιτικός που διατύπωσε καθαρά την ανάγκη συμπόρευσης της Ελλάδας με τη μεγάλη ναυτική δύναμη (που τότε ήταν η Βρετανία) ήταν ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, ένας εκ των πρωταγωνιστών της Επανάστασης του 1821. Σίγουρα ο ρόλος του Μαυροκορδάτου στις εξελίξεις της περιόδου είναι αμφιλεγόμενος (και ποιου ιστορικού προσώπου δεν είναι;) αλλά είναι γεγονός ότι αυτός έβαλε τα θεωρητικά θεμέλια του γεωπολιτικού δόγματος που έκτοτε ακολουθεί η Ελλάδα: η Ελλάδα λοιπόν, ως ναυτική και θαλάσσια χώρα, έχει ζωτικό συμφέρον, σε κάθε μείζονα κρίση, να συντάσσεται με το κράτος εκείνο που κυριαρχεί στις παγκόσμιες θάλασσες. Διότι τόσο η ασφάλεια όσο και η οικονομία της Ελλάδας βασίζονται και εξαρτώνται από τη θάλασσα.
Αυτός όμως που έθεσε σε εφαρμογή το γεωπολιτικό δόγμα που ο Μαυροκορδάτος συνέλαβε θεωρητικά, ήταν, βέβαια, ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Ο οποίος από το πρώτο κιόλας έτος της πρωθυπουργίας του (το 1910) προσεγγίζει την Αγγλία δελεάζοντάς την με την προοπτική μιας μεγαλωμένης εδαφικά Ελλάδας, που θα εξυπηρετούσε, φυσικά, τα αγγλικά συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο. Αν θέλουμε να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, αυτός ήταν ο κύριος λόγος που επετράπη στην Ελλάδα, όχι μόνο να καταλάβει τη Μακεδονία, την Ήπειρο, το Αιγαίο και την Κρήτη (με τους βαλκανικούς πολέμους του 1912-’13), αλλά, κυρίως, ΝΑ ΤΑ ΚΡΑΤΗΣΕΙ!
Πιστός στο εν λόγω γεωπολιτικό δόγμα, ο Βενιζέλος δεν δίστασε να προχωρήσει ακόμη και σε εθνικό διχασμό, προκειμένου η Ελλάδα να συμπαραταχθεί με τη Μεγάλη Ναυτική Δύναμη και κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η έκβαση του πολέμου αυτού τον δικαίωσε και πάλι, άσχετα από την μετέπειτα μικρασιατική τραγωδία, η οποία οφείλεται σε πολλούς και διαφορετικούς παράγοντες.
Η μεγαλύτερη δικαίωση του Βενιζέλου ήρθε από τον μεγάλο του πολιτικό αντίπαλο, τον άνθρωπο που του αντιτάχθηκε με τόσο πείσμα κατά τον Εθνικό Διχασμό: τον Ιωάννη Μεταξά. Ο οποίος, αν και υποστήριξε φιλογερμανική πολιτική κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο (δηλαδή πολιτική συμπόρευσης με τη Μεγάλη Χερσαία Δύναμη, τη Γερμανία), στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όντας ο ίδιος στο τιμόνι της χώρας, ακολούθησε αναφανδόν εντελώς αντίθετο δρόμο: συμπόρευση με τη Μεγάλη Ναυτική Δύναμη, τη Βρετανία. Είχε εμπεδώσει και αυτός την αμείλικτη γεωπολιτική πραγματικότητα της Ελλάδας.
Και φυσικά, το δόγμα αυτό συνεχίστηκε και μεταπολεμικά: η Ελλάδα συμπαρατάχθηκε με τις ΗΠΑ (τη νέα Μεγάλη Ναυτική Δύναμη) και όχι με τη Σοβιετική Ένωση (τη Μεγάλη Χερσαία Δύναμη). Δεν έχει συνειδητοποιηθεί επαρκώς, αλλά ο Ψυχρός Πόλεμος ξεκίνησε από εδώ: η κήρυξη του Ψυχρού Πολέμου έγινε επίσημα με την εξαγγελία του «δόγματος Τρούμαν» στις 12 Μαρτίου 1947, εξαγγελία που αφορούσε την Ελλάδα και την Τουρκία (που για τις ΗΠΑ αποτελούν ενιαίο γεωπολιτικά χώρο).
Κάποιες παρατηρήσεις για τα παραπάνω:
1.      Όποτε η Ελλάδα φάνηκε να απομακρύνεται από το δόγμα της συμπόρευσης με τη Μεγάλη Ναυτική Δύναμη και να φλερτάρει με τη Μεγάλη Χερσαία Δύναμη, ήρθε αντιμέτωπη με εθνικές τραγωδίες ( Εθνικός Διχασμός 1915-1917, Εμφύλιος Πόλεμος 1946-1949).
2.      Ακόμη και πολιτικοί ηγέτες με ιδεολογική αντιπάθεια προς τη Μεγάλη Ναυτική Δύναμη, συμπαρατάχθηκαν τελικά με αυτήν (ενδεικτικά παραδείγματα: Ιωάννης Μεταξάς-Αγγλία, Αλέξης Τσίπρας-ΗΠΑ). Απόδειξη ότι, στις διεθνείς σχέσεις και στα ζητήματα ασφάλειας, δεν βαραίνει η ιδεολογία αλλά η γεωπολιτική.
3.      Μετά το 1981 (ένταξη Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ) η χώρα, γεωπολιτικά, πατάει σε δύο βάρκες: και με τη Μεγάλη Ναυτική Δύναμη (ΗΠΑ) και με μια από τις Μεγάλες Χερσαίες Δυνάμεις (Ε.Ε., δηλαδή, εν πολλοίς, Γερμανία). Όσο υπήρχε ο «κόκκινος μπαμπούλας» (η Σοβιετική Ένωση) το πράγμα δεν ενοχλούσε κανέναν, καθώς όλος ο λεγόμενος «Δυτικός Κόσμος» (ΗΠΑ και Ε.Ε.) ήταν ενωμένος απέναντι στον κοινό εχθρό. Τώρα όμως που: α) δεν υπάρχει Σοβιετική Ένωση και β) πάμε σε έναν πολυ-πολικό κόσμο όπου κάθε δύναμη κοιτάζει το συμφέρον της, υπάρχει μια πιθανότητα η Ελλάδα να μην μπορέσει να συνεχίσει την αμφίσημη πορεία της. Ενδέχεται, δηλαδή, να μας τεθεί το δίλημμα: με τις ΗΠΑ ή με τη Γερμανία. Δεν είναι ό,τι πιο πιθανό σαν σενάριο, αλλά πλέον δεν αποκλείεται.