Παρασκευή, 3 Μαΐου 2024, 10:14:58 πμ
Τρίτη, 10 Μαϊος 2016 17:50

Εξαπατούσαν επενδυτές υποσχόμενοι υψηλά κέρδη

O Tσαρλς Πόντζι ήταν ένας ιταλός επιχειρηματίας ο οποίος τη δεκαετία του 1920 απασχόλησε τις Αρχές των ΗΠΑ λόγω εξαπάτησης πολιτών στους οποίους υπόσχονταν κέρδος 50% μέσα σε διάστημα 45 ημερών ή 100% σε διάστημα 90 ημερών κάνοντας επενδύσεις που τους πρότεινε.

Η μέθοδός του πήρε το όνομα του «απάτη τύπου Πόντζι» και μετά από σχεδόν έναν αιώνα απασχόλησε και τα στελέχη της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος της Ασφάλειας Αττικής. Οι αστυνομικοί εξάρθρωσαν διεθνικού χαρακτήρα εγκληματική οργάνωση η οποία μέσω της σύστασης πολύπλοκων εταιρικών σχημάτων σε διάφορες χώρες του εξωτερικού εξαπατούσε «επενδυτές» υποσχόμενοι κέρδη για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Για την υπόθεση αυτή συνελήφθησαν στην Αττική και στην Καλαμάτα πέντε άτομα εκ των οποίων δυο άντρες 48 και 53 ετών που φέρονται ως οι «συνδιευθύνοντες της οργάνωσης» και τρεις γυναίκες 35, 39 και 48 ετών οι οποίοι οδηγούνται την Τετάρτη στον ανακριτή ενώ συγκατηγορούμενοι τους είναι επιπλέον 18 άτομα σε βάρος των οποίων ασκήθηκε ποινική δίωξη. Εξετάζεται επίσης η εμπλοκή και κρατικών υπαλλήλων.

Η δράση των κατηγορουμένων ξεκινά το 2005 σε «ερασιτεχνική» μορφή όπως σημείωναν χαρακτηριστικά αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. Τότε ο 48χρονος ίδρυσε στις ΗΠΑ εταιρεία επενδύσεων σε συνάλλαγμα και πιο συγκεκριμένα ζητούσε από τα θύματα του να συμμετάσχουν σε αγοραπωλησία συναλλάγματος εκτός χρηματιστηρίου. Από τότε μέχρι πρόσφατα στα «δίχτυα» του κυκλώματος έπεσαν δεκάδες άτομα. Από απλούς πολίτες που επένδυαν τα εφάπαξ τα δικά τους αλλά και συγγενικών προσώπων τους ύψους 100 - 200.000 ευρώ μέχρι εφοπλιστές και επιχειρηματίες που έδιναν από 100 μέχρι και 150 εκατομμύρια δολάρια. Οι περισσότεροι εκ των πελατών που εξαπατήθηκαν, σύμφωνα με πληροφορίες, είναι αλλοδαποί.

Για να υπάρχει «συνέχεια» προσέγγιζαν διαρκώς νέους υποψήφιους επενδυτές χρησιμοποιώντας ως «διαφημιστές» και ορισμένους από τους πελάτες τους και μελλοντικά θύματα τους. Στη συνέχεια με τα χρήματα που έπαιρναν από τους καινούργιους πελάτες πλήρωναν τους παλιούς λέγοντας τους ότι είναι υποτιθέμενα κέρδη. Έτσι οι παλιοί συνέχιζαν να επενδύουν δίνοντας ακόμη μεγαλύτερα χρηματικά ποσά. Παράλληλα τους έδιναν ψευδής βεβαιώσεις από γνωστή βραβευμένη στον τομέα της αμερικανική εταιρεία ότι τα κέρδη τους είναι εξασφαλισμένα. Ειδικότερα έστελναν σε μηνιαία βάση ενημερωτικά σημειώματα προς τους επενδυτές, σύμφωνα με τα οποία η επένδυση τους ήταν συνεχώς κερδοφόρα. Επιπροσθέτως χρησιμοποιούσαν εξειδικευμένα επενδυτικά «εργαλεία» τα οποία δεν ήταν εύκολο να αντιληφθεί κάποιος που δεν είχε τις κατάλληλες γνώσεις πως λειτουργούσαν.

Επιπροσθέτως διαχρονικά «οι δομές της εγκληματικής οργάνωσης χρησιμοποιούσαν τις ηλεκτρονικές πλατφόρμες ομίλου εταιρειών με παρουσία σε πολλές χώρες» και επιπλέον «όπως διαπιστώθηκε από την έρευνα η οργάνωση διέθετε τρεις δικηγόρους, οι οποίοι με την ιδιότητα του Νομικού Συμβούλου στα τρία funds που είχαν δημιουργηθεί συνέτασσαν παραπλανητικές επιστολές με τις οποίες εξαπατούσαν τους επενδυτές. Διέθετε επίσης πολλά άτομα που συνέδραμαν, με τη χρησιμοποίηση πολύπλοκων μεθόδων «ξεπλύματος» και μέσω διάφορων τραπεζικών λογαριασμών, δικαιούχοι των οποίων ήταν off shore εταιρείες, στη μεταφορά και απόκρυψη από τις ελληνικές Αρχές μεγάλων ποσών».

Συγκεκριμένα, όπως ειπώθηκε κατά την παρουσίαση της υπόθεσης στην Ασφάλεια Αττικής «τα μέλη της οργάνωσης και οι επενδυτές - θύματα χρησιμοποιούσαν ως απόκρυψη, τουλάχιστον 60 off shore εταιρείες, με έδρες ενδεικτικά το Μπελίζ, τις Βρετανικές Παρθένες Νήσους, τα νησιά Μάρσαλ, τις Σεϋχέλλες και την Ομοσπονδία Αγίου Χριστοφόρου και Νέβις. Επίσης διατηρούσαν λογαριασμούς σε δεκάδες χώρες όπως το Σαν Μαρίνο, το Μπελίζ, τον Παναμά, την Εσθονία, τη Λετονία, την Ουκρανία, το Μαυροβούνιο, την Σιγκαπούρη, το Κουρακάο, την Αγία Λουκία, τον Άγιο Βικέντιο και Γρεναδίνες, τις Μπαχάμες κλπ».

Από το 2012, οπότε ιδρύθηκαν τα τρία funds μέχρι τον Μάιο του 2015 που ανεστάλησαν οι λειτουργίες των δομών, διακινήθηκαν διατραπεζικά κεφάλαια, ύψους 190.000.000 δολαρίων ΗΠΑ και 1.500.000 ευρώ ενώ τα κέρδη των κατηγορουμένων ανέρχονται σε 35.000.000 δολάρια ΗΠΑ και 3.000.000 ευρώ ωστόσο εκτιμάται πως τα χρήματα που αποκόμισαν είναι τουλάχιστον πενταπλάσια. Τα χρήμα τα έδιναν οι επενδυτές είτε διατραπεζικά είτε με μετρητά.

Στην ανακοίνωση της Ασφάλειας Αττικής επισημαίνεται ότι «στο πλαίσιο λειτουργίας των επενδυτικών δομών, οι εμπλεκόμενοι προσέγγιζαν διάφορα άτομα-επενδυτές και επικαλούμενοι τις «εξειδικευμένες» χρηματοοικονομικές γνώσεις και τους «ακαδημαϊκούς τίτλους» του 48χρονου, ο οποίος παρουσιαζόταν ως «ειδήμων» στις αγοραπωλησίες συναλλάγματος, τους έπειθαν να επενδύσουν μεγάλα χρηματικά ποσά υποσχόμενοι μεγάλα κέρδη και αποδόσεις που ξεπερνούν τα 3% το μήνα.» Όπως έλεγαν στελέχη της ΕΛ.ΑΣ. είχαν δημιουργήσει ένα δαιδαλώδες εταιρικό σχήμα έτσι ώστε να μην μπορούν να εντοπιστούν εύκολα.

Με τον τρόπο αυτό, σημειώνουν οι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. «η εγκληματική οργάνωση πέτυχε να συντηρήσει τις «επενδυτικές» δομές μέχρι τον Μάιο του 2015, όποτε το σύνολο των κεφαλαίων που είχαν έως τότε «επενδυθεί», αναλώθηκαν». Όταν οι πελάτες αντιλήφθηκαν πως έχασαν τα λεφτά τους άρχισαν οι καταγγελίες στις Αρχές και ξεκίνησε να ξετυλίγεται το κουβάρι της υπόθεσης.




Πηγή: Το Βήμα