Πέμπτη, 08 Δεκεμβρίου 2011 22:26
Κώστας Πινέλης : Ο οπλαρχηγός της ΘΡΑΚΗΣ Κωστής Ιγνάτογλου ή Τσάνταλης
Με το σημερινό σύντομο αφιέρωμα στον θρυλικό οπλαρχηγό της Θράκης Κωατή Ιγνάτογλου ξεκινάει μια μακρά σειρά αναφορών στην ιστορία, την λαογραφία, την μουσική, τους χορούς, τα ήθη τα έθιμα τις παραδόσεις και την λαϊκή πίστη και λατρεία στη Θράκη.
Ο Κωστής Ιγνάτογλου γεννήθηκε στην κωμόπολη Τσαντώ ή Τσεντώ της επαρχίας Σηλυβρίας-Τυρολόης Αν. Θράκης το 1821, κατά την περίοδο που είχε ξεκινήσει η Ελληνική Επανάσταση για την Εθνική Παλιγγενεσία. Από το όνομα της γενέθλιας πόλης πήρε το παρώνυμο Τσάνταλης.
Καταγόμενος από πτωχή αγροτική οικογένεια ο Κωστής δεν μπόρεσε να φοιτήσει και να τελειώσει το σχολείο και έτσι μπήκε από μικρός στη βιοπάλη. Έφηβος πια εργάζονταν ως καραγωγέας.
Κάποια ημέρα, σε ηλικία πλέον 18 ετών και όταν είχε δημιουργηθεί ελεύθερο ελληνικό κράτος στη νότια Ελλάδα, πήγε στον πεταλωτή του χωριού για να καλλιβώσει το άλογό του. Ενώ όμως ο πεταλωτής είχε αντικαταστήσει μόνο τα δύο πέταλα, ήρθε ένας Τούρκος Αγάς και με ύβρεις και απειλές ζήτησε να διακοπή το καλλίβωμα του αλόγου του Κωστή και να προηγηθεί το δικό του άλογο. Τότε βγήκε από το στήθη του νεαρού Κωστή όλη η ιερή αγανάκτηση και οργή για τους εξευτελισμούς που έβλεπε και ζούσε να υφίστανται οι Έλληνες από του βάρβαρους κατακτητές, πάλεψε με τον Αγά και τον σκότωσε.
Μετά τον φόνο κατέφυγε στα βουνά της Στράντζας (ο Μικρός Αίμος στη νοτιοδυτική Αν. Ρωμυλία, σήμερα Βουλγαρία που φτάνει μέχρι τις ακτές της Μαύρης Θάλασσας), όπου δημιούργησε πολυπληθές Θρακικό αντάρτικο σώμα και άρχισε εξοντωτικό ένοπλο αγώνα κατά των Τούρκων. Με τη δράση του ανακούφισε από τα δεινά της δουλείας τους Έλληνες της περιοχής, αλλά και τους χριστιανούς Σλάβους.
Τέτοιον φόβο προκαλούσε στους Τούρκους οι οποίοι τον αποκάλεσαν «Κιουτσούκ Μοσκόβ» για τη σκοπευτική του δεινότητα, τη γενναιότητά του, αλλά και γιατί με την εμφάνισή του έδινε την εντύπωση Ρώσου πολεμικού αρχηγού. Οι χριστιανικοί πληθυσμοί, Έλληνες και Σλάβοι, τον ονόμασαν «Βοεβόδα ή Βοιβόντα».
Ο Κωστής Ιγνάτογλου έδρασε επί μία περίπου δεκαετία με ορμητήριο τα βουνά της Στράντζας. Μετά τη δεκαετή μεγάλη εθνική δράση και προσφορά του συνελήφθη από τους Τούρκους, όταν έληγε ο Κριμαϊκός Πόλεμος, στο σπίτι της αγαπημένης του προδομένος μάλλον από την ίδια. Οδηγήθηκε στην γενέτειρά του Τσαντώ και απαγχονίστηκε στην πλατεία της για εκφοβισμό του ντόπιου πληθυσμού.
Η λαϊκή μούσα εξύμνησε τα κατορθώματά του. Οι Θρακιώτες τον θρήνησαν, τον ύμνησαν και τον τραγούδησαν με πάθος.
Εμείς οι Αναστενάρηδες εκτός από τις γιορτές που γίνεται πυροβασία, δηλαδή του Αγίου Ευθυμίου στις 20 του Γενάρη, το τριήμερο των Αγ. Κωνσταντίνου και Ελένης και του Αγ. Παντελεήμονα, συγκεντρωνόμαστε και κάνουμε τα αντέτια μας και άλλες μέρες, όπως της Παναγίας τον δεκαπενταύγουστο, του Αγ. Δημητρίου, της Αγ. Βαρβάρας κ.λ.π.
Στις συνάξεις αυτές, εκτός από τα τραγούδια και τους σκοπούς για να γίνει το έθιμο της πυροβασίας, τραγουδάμε και άλλα, γύρω στα 30 καθιστικά τραγούδια ή της τάβλας όπως λέμε. Είναι τραγούδια Ακριτικά που αναφέρονται στη δράση και τα κατορθώματα των Ακριτών-φρουρών των συνόρων, Ιστορικά που αναφέρονται σε συγκεκριμένα γεγονότα ή πρόσωπα (Άλωση της Πόλης, το Κούρσος της Ανδριανούπολης κ.λ.π.) και Παραλογές δηλαδή αφηγηματικά τραγούδια, που μοιάζουν με τα ακριτικά και έχουν έντονο παραμυθικό και υπερβατικό στοιχείο, αυξημένη δραματικότητα και γρήγορη διήγηση. Όλα τα τραγούδια εκτός από του αριστουργηματικούς στίχους είναι εκπληκτικής μελισματικότητας, πάνω στους ήχους και τους τρόπους της Βυζαντινής μουσικής, τα περισσότερα σε ήχο πλάγιο του Α΄, αλλά και του Α΄.
Τρία από αυτά που τραγουδάμε είναι για να τιμήσουμε τον Καπετάν Κωστή Ιγνάτογλου που έδρασε στην περιοχή από όπου ήρθαν οι παππούδες μας.
Κωστή μου Βόιβοντα
Πότε θε νάρθη η Άνοιξη, νάρθη το καλοκαίρι, Κωστή μου Βόιβοντα
Αχ που πρασινίζουν τα βουνά, κ’ οι κάμποι λουλουδιάζουν, Κωστή μου Τσάνταλη
Να βγάλω τα ποδήματα, να ποδηθώ τσελβούλια, Κωστή μου Ιγνάτογλου
Μπρε να πάρω το τουφέκι μου, να βάλω το σπαθί μου, Κωστή μου Βόιβοντα
Να πάρω δίπλα τα βουνά, της Στράντζας τα Μπαλκάνια, Κωστή μου Τσάνταλη
Και να σφυρίξω κλέφτικα, να μαζωχτούν οι κλέφτες, Κωστή μου Ιγνάτογλου
Να πιάσω Τούρκους ζωντανούς, στη σούβλα να τους ψήσω. Κωστή μου Βόιβοντα
Αχ να διω Ελληνικό δεντρί, κι ύστερα ας πεθάνω Κωστή μου Τσάνταλη…
Ένα Σάββατο θλιβερό
Ένα Σάββατο θλιβερό, μια Κυριακή καημένη Δευτέρα το ξημέρωμα
Δεν είχε ξημερώσει, που πιάσανε τον Κωνσταντή
Στης λατρευτής του αγάπης, μα κείνη αγάπη δεν ίντου
Μον ίντου λερωφόρα, που λέρωσε τον Κωνσταντή.
Χίλιοι τον πάνε πε μπροστά, πε πίσω τρεις χιλιάδες
Και χίλιοι πε το πλάγι του κι’ ο Κωνσταντής στη μέση.
Κι ο Κωνσταντής τους έλεγε, αυτό τον λόγο λέγει
Μη με περνάτε πε χωριό, μήτε πε κάστρο μέσα
Γιατί ‘έχω εχθρούς που θα χαρούν και φίλους που θα κλάψουν
Και κείνη ο δόλια η Μανέ μ’ θα βαριαναστενάξει…
Πότε θα’ ρθει Μάης κι άνοιξη
Πότε θα ‘ρθει Μάης κι’ άνοιξη, να’ ρθει το καλοκαίρι,
Π’ ανθούν τα δέντρα ζάχαρη και τα βουνά πιπέρι
Τότε αρματώνουν κάτεργα και Ρούσικες φιργάδες
Αρμάτωσε κι’ ο Κωνσταντής μια ολόχρυση φιργάδα
Βάνει πανιά μεταξωτά σχοινιά ημιμπρισένια,
Βάζει και ναύτες διαλεχτούς, όλο άνδρες του πολέμου,
Και η κόρη που ντον αγαπά, δεξιά μεριά ντου στέκει
Βαστά κερί και φέγγει ντου, ποτήρι και κερνά ντου
Κι όσα ποτήρια ντον κερνά, τόσα λόγια του λέγει…
Γλωσσάρι:
Καλλίβωμα: πετάλωμα
Τσελβούλια: τσαρούχια
Μπαλκάνια: από την τουρκική λέξη Μπαλκάν που σημαίνει βουνό.
Βοεβόδας ή Βόιβοντας: Σλάβικη λέξη που σημαίνει διοικητής στρατιωτικής δύναμης, ηγεμόνας, καπετάνιος.
Κάτεργο: κωπήλατο και ιστιοφόρο πολεμικό πλοίο.
Φιργάδα: τύπος πολεμικού πλοίου.
Ιμιμπρισένια: λευκά καννάβινα σχοινιά δηλαδή ακέδρωτα που δεν συστέλλονται με το νερό
Λερωφόρα: από το λερώνω, κάνω κάτι κατακριτέο, κηλιδώνω, ντροπιάζω
Μανέ: η Μάνα στη Ανατολικορωμυλιώτικη διάλεκτο.