Από το αφιέρωμα αυτό αρχίζει η παρουσίαση των εθίμων και γενικά των λαϊκών δρώμενων, την πίστη και λατρεία, καθώς και συνηθειών του καθημερινού βίου. Η Θράκη έχει τα πρωτεία στην σπουδαιότητα, την αρχαιότητα και το πλήθος των εθίμων.Η όλη ψυχοσύνθεση των Θρακών, οι ιδιαίτερες γεωφυσικές συνθήκες, οι ιστορικές καταβολές ευνοούσαν να γεννηθούν τέτοια ήθη και έθιμα, όπως το Αναστενάρι, οι Καλόγεροι, ο Κιοπέκ Μπέης, οι Χούχουτοι και οι Κούκεροι κ.λ.π. και γενικά οι συνήθειες και οι πίστεις, οι δεισιδαιμονίες και οι προλήψεις, η πλούσια γενικά λαογραφία που χαρακτηρίζει το λαό αυτό.
Δε θα ξεκινήσουμε την παρουσίαση των εθίμων με χρονολογική σειρά όπως, ας πούμε, τα έθιμα του λεγόμενου Δωδεκαήμερου, αλλά από τις γιορτές της Άνοιξης και πρώτα από το Αναστενάρι.
Τα Αναστενάρια έγιναν γνωστά στο ευρύτερο ελληνικό κοινό από τους Βορειοθρακιώτες πρόσφυγες των χωριών της περιοχής της Αγαθούπολης της Ανατολικής Ρωμυλίας., που έπειτα από τον εκπατρισμό τους απ’ τη γενέθλια γη ήρθαν να ριζώσουν στα χώματα της Μακεδονίας. Η γιορτή, αληθινό θρησκευτικό πανηγύρι, έχει και προεόρτια και μεθεόρτια. Κλείνει μια ενδιαφέρουσα ιεροπραξία και μυσταγωγία και βασίζεται σε μια τελετουργική ζωοθυσία, στην ένθεη έκσταση των μυστών αναστενάρηδων και στην πυροβασία του με το εκπληκτικό φαινόμενο της ακαίας. Κρατάει τρεις ημέρες, στις 21, 22 και 23 Μαΐου (στην πατρίδα κρατούσε 7 ημέρες). Όμως στη διάρκεια της χρονιά γίνονται και άλλες τελετές σε μερικές από τις οποίες γίνεται και πάλι πυροβασία, όπως του Αγ. Παντελεήμονα στις 27 Ιούλη καθώς και το τριήμερο Αγ. Αθανασίου-Αγ. Ευθυμίου 18, 19 και 20 Γενάρη.
Η αρχή της τέλεσης του εθίμου χάνεται στα βάθη των αιώνων, στην αρχαία Διονυσιακή λατρεία. Πήγασε από την προθεική εποχή και τη διονυσιακή τελετουργία, αναμείχθηκε με τον Ορφισμό, προσλαμβάνοντας κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους (Βυζάντιο) μερικά χριστιανικά στοιχεία που δεν αλλοίωσαν τα αρχέγονα διονυσιακά ή προθεικά. Ο τοτεμισμός γίνεται θρησκευτικό σύστημα είτε με τη βακχική του μορφή, είτε με τη χριστιανική, με πρώτιστο πάντα το ευετηρικό χαρακτήρα.
Η τέλεση του εθίμου με τη σημερινή του μορφή ξεκίνησε σύμφωνα με ιστορικά στοιχεία από τον 4ο μ.χ αιώνα μετά το θάνατο του Μ. Κων/νου, σε πέντε ελληνικά χωριά της λεγόμενης «Τυφλής Επαρχίας (κιορ Καζά)»: το Ρέσβι, το Γαλαζάκι, το Κωστί, το Προντίγο (Μπροντίβο ή Μπροντίλοβο) και το Πυργόπλο και σε τρία άλλα βουλγάρικα χωριά το Βούλγαρι (Ουγκάρι), το Μούρτσοβο και το Γραμματίκοβο. Τελούνταν όμως και στο Βασιλικό (Τσάρεβο), στο Σοργάς, στον Αι Γιάννη Πινακιά, στον Αγ. Στέφανο, Ματσουρά και Αι Γιώργη καθώς και στο Αφκαριού και στο Σαμακόβι.
Μαρτυρημένα τα αναστενάρια τελούνται όπως είπαμε από τον 4ο μ.Χ. αιώνα προς τιμήν του Μεγάλου Κωνσταντίνου οπότε και σχηματίστηκε η πρώτη συγκρότηση της αναστενάρικης λατρείας. Η επιλογή του Μ. Κωνσταντίνου είναι πολιτική και όχι θρησκευτική, για τη θετική στάση του, γενικότερα, απέναντι στους εθνικούς και τους χριστιανούς, πράγμα που επέτρεψε τη διατήρηση πολλών διονυσιακών στοιχείων στα αναστενάρια, όπως αναφέρεται παραπάνω. Εξ άλλου και πάρα πολλές χριστιανικές εορτές είναι παλαιά έθιμα εκχριστιανισμένα.
Πρώτη λαογραφική καταγραφή του εθίμου έχουμε από τον καθηγητή της Μεγάλης του Γένους Σχολής Αναστάσιο Χουρμουζιάδη το 1872. σημαντική είναι και η καταγραφή του Γ. Βιζυηνού. Στη συνέχεια ασχολήθηκαν πολλοί λαογράφοι και ιστορικοί όπως ο Ν. Πολίτης και ο Ν. Βέης . Στα μεταπροσφυγικά χρόνια απασχόλησαν πολλούς μεταξύ των οποίων ο καθηγητής Άγγελος Τανάγρας, ο ακαδημαϊκός Κων. Ρωμαίος, η κατερίνα Κακούρη η Μαρία-Μιχαήλ Δέδε αλλά και εκατοντάδες λαογράφοι και γενικά επιστήμονες από την Ελλάδα και ολόκληρο τον κόσμο.
Οι πρόσφυγες που ήρθαν στην Ελλάδα, φέρνοντας μαζί τους ελάχιστα υπάρχοντα, αλλά μεταξύ αυτών τις ιερές εικόνες «τους παππούδες» τις «χάρες», αλλά και τα άλλα «αμανέτια» και «σέγια» μέσα στα ιερά σεντούκια, εγκαθίστανται κατά ομάδες στο Λαγκαδά, στην Αγ. Ελένη Σερρών, στη Μελίκη Ημαθίας, στη Μαυρολεύκη Δράμας, αλλά και στη Λάρισα, στο Σχολάρι Θεσσαλονίκης και λίγες οικογένειες σε άλλα μέρη.
Στην αρχή τελούν το έθιμο που έφεραν μαζί τους, κληρονομιά των προγόνων τους, κρυφά στα κονάκια, σαν κρυπτοχριστιανοί. Η δημόσια τέλεση του εθίμου άρχισε ουσιαστικά μετά την απελευθέρωση της χώρας από τους Γερμανούς με τη βοήθεια όπως είπαμε σημαντικών πνευματικών ανθρώπων.
Τα Αναστενάρια, όπως είπαμε, έχουν ένα πλούσια τελετουργικό. Την παραμονή του Αγ. Κων/νου μεταφέρεται στο κονάκι το κουρμπάνι για να θυσιαστεί. Πριν τη ζωοθυσία γίνεται αγιασμός από τον Αρχιαναστενάρη και αρτοκλασία. Παλιότερα γίνονταν από ιερέα, μέχρι την απαγορευτική απόφαση της Ιεράς Συνόδου. Αφού τεμαχιστεί το ζώο μοιράζεται σε όλες τις οικογένειες των αναστενάρηδων. Στην πατρίδα αυτό το κομμάτι της τελετής γίνονταν στην εξοχή, στα αγιάσματα. Στο Κωστί υπήρχαν έξη αγιάσματα που γιορτάζονταν τους θερινούς μήνες.
Αποκορύφωμα της όλης τελετουργίας είναι η πυροβασία με το εντυπωσιακό φαινόμενο της ακαίας. Το απαραίτητο στοιχείο του εθίμου είναι η μουσική, ο χορός και το τραγούδι. Γενικά δεν υπάρχει φάση του εθίμου χωρίς μουσική.
Τα τραγούδια που λέγονται είναι πατριωτικά, ηρωικά, βυζαντινά του ακριτικού κύκλου και τα εκτελούν τα ιερά όργανα των αναστενάρηδων η λύρα και το νταούλι αλλά και η γκάιντα.
Ο χορός της πυροβασίας γίνεται πάνω σε πυρακτωμένα κάρβουνα που ξεκινούν με θερμοκρασία 200-300 βαθμών Κελσίου. Ο χορός ξετυλίγεται σε δίπλες σεμνά. Ένας - ένας μπαίνουν στη φωτιά ξυπόλητοι για να βγουν και να ξαναμπούν πάλι κρατώντας τις εικόνες των παππούδων και τα μαντήλια, τα αμανέτια . Δεν τελειώνει ο χορός εάν δε σβήσει η φωτιά και τα κάρβουνα δε γίνουν στάχτη.
Στα μεταχριστιανικά χρόνια αναπτύχθηκε ένας θρύλος.
«Μια βολά, λέει η παράδοση, καίγουντου η εκκλησιά του Αγ. Κων/νου. Ξέβηκε ούλο το χωριό και συργιανούσε τη φωτιά. Πο μέσα πε την εκκλησιά ήρχοντου φωνές αχ-αχ. Βογγούσαν οι άγιοι μέσα στις φλόγες. Τότε δε βαστάξασι οι χριστιανοί, μόνε ριχτήκασι και χουγιάζασι μέσα στις φλόγες. Δεν επέρασε πολύ κι’ έβλεπες να βγαίνουσι μέσ’ από τις φλόγες ζωντανοί οι χωριανοί βαστώντας στα χέρια τους τις Άγιοι και θαυμάζασι ο κόσμος κ’ έπεσε και προσκύνησε. Κι από τότες μπαίνουσι στη φωτιά οι αναστενάρηδες εγκαλεσμένοι από τις Άγιοι για θύμηση.».
Μετά την πυροβασία, γράφει ο καθηγητής νευρολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Κωνσταντινίδης εξέτασα τα πόδια των αναστενάρηδων. Δεν βρήκα κανένα ίχνος εγκαύματος ή οποιαδήποτε άλλη αλλοίωση. Τα πόδια τους είχαν ομαλή εμφάνιση, συνήθους θερμοκρασίας μάλλον δροσερά. Εκτός από την ταχυπαλμία και την εφίδρωση, αποτέλεσμα της κόπωσης από το χορό τίποτε άλλο το ιδιαίτερο δε διαπίστωσα. Όχι μόνο το δέρμα δε κάηκε και η σάρκα αλλά ούτε οι τρίχες των ποδιών και ακόμη οι κάλτσες και τα φορέματα. Πρέπει να συμπεράνω ότι η ακαία είναι πραγματική και επιτυγχάνεται με τη βαθιά πίστη και θέληση να γίνει το έθιμο που δημιουργεί νέους όρους λειτουργίας του οργανισμού, οι οποίοι ακόμη δεν αποτέλεσαν αντικείμενο μελέτης.
Οι τελετές των αναστενάρηδων αποτελούν ένα σύνολο τελετών που ούτε αντιχριστιανικό χαρακτήρα έχουν όπως υποστηρίζει η Εκκλησία, ούτε προσβάλουν την πίστη και λατρεία. Γι αυτό το έθιμο επέζησε μέσα σους αιώνες και τελείται μέχρι σήμερα με τη μορφή που πήρε κατά τους χριστιανικούς χρόνους όπως δεν την προσβάλουν παμπάλαια έθιμα που εντάχθηκαν στη χριστιανική λατρεία. Η λατρεία των Αγ. Κων/νου και Ελένης έχει την αρχή της στις προσπάθειες που έκαναν για να στερεωθεί ο χριστιανισμός.
Στο έθιμο των αναστεναριών είναι επίσης ολοφάνερα τα πατριωτικά και ηρωικά στοιχεία, γνωρίσματα λαού ακριτικού όπως ήταν οι Θρακιώτες. Εξ άλλου πατριωτισμός και θρησκεία τα παλιά χρόνια ήταν πολύ στενά δεμένα.
Η λαογραφία μιας χώρας είναι το πιο σίγουρο στοιχείο για να αποδειχθεί η ταυτότητα της χώρας αυτής και η εθνικότητα των κατοίκων της. Τα ήθη και τα έθιμα ενός τόπου οι συνήθειες, τα πιστεύω του, η λαϊκή πίστη και λατρεία, οι προλήψεις όλα τα λαογραφικά στοιχεία αποτελούν τις εκδηλώσεις ενός λαού που έχει συγκεκριμένες καταβολές είτε ζει στον τόπο του από αιώνες είτε έχει μεταναστεύσει φυσιολογικά ή βίαια παρά τη θέλησή του.
Η ιστορία μπορεί να υπερβάλει όταν γράφεται από τους ιστορικούς του ίδιου λαού. Η λαογραφία είναι μια επιστήμη που βάζει τον καθένα στη θέση του. Ο Έλληνας είναι Έλληνας, ο Βούλγαρος – Βούλγαρος και ο Τούρκος – Τούρκος όχι μόνο για τα έθιμα που κάνει αλλά κυρίως με τον τρόπο που τα κάνει και το νόημα που τα δίνει.
Γι αυτό το ελληνικότατο έθιμο των Αναστεναριών πρέπει να διατηρηθεί και θα διατηρηθεί για να εξακολουθήσει να αποτελεί σημαντικότατο λαογραφικό στοιχείο του λαού μας..
Πηγές
1. Γ΄ Συμπόσιο Λαογραφίας: Ιδρύματος Μελετών Χερσονήσου Του Αίμου.
2. Κώστα Θρακιώτη: Λαϊκή πίστη και Λατρεία στη Θράκη.
3. Πολύδωρου Παπαχριστοδούλου: Τα Αναστενάρια από νέα στοιχεία.
Στο επόμενο η συνέχεια