Παρακολούθησα πρόσφατα δύο συνεντεύξεις από έναν γνωστό δημοσιογράφο. Στην πρώτη συνέντευξη ρωτούσε γλυκά και μειλίχια τον ιδεολογικό συνοδοιπόρο του και πρωθυπουργό της χώρας για το τένις, το μπάσκετ, το ποδόσφαιρο, για τη γυναίκα του και το αγαπημένο του φαγητό, τα ντολμαδάκια. Για όλα όσα αποτελούν καθημερινό και κεντρικό «πρόβλημα» του ταλαίπωρου ελληνικού λαού!
Στη δεύτερη συνέντευξη, ο ίδιος δημοσιογράφος, με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης τώρα και ιδεολογικό του αντίπαλο - όπως παραδέχτηκε ο ίδιος- ήταν εντελώς διαφορετικός: επιθετικός, σκληρός, κι αγέλαστος. Ζητούσε απαντήσεις σ' όλα τα καυτά προβλήματα της χώρας, και καλώς. Το σωστό όμως θα ήταν, αν οι ερωτήσεις ήταν κοινές περίπου και για τους δύο πολιτικούς για να ακούσει ο λαός τις απαντήσεις τους και να συγκρίνει.
Παρόλο που δεν έγιναν έτσι τα πράγματα έτσι, όπως αποδείχθηκε για μια ακόμη φορά, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, «του πήρε και τα σώβρακα», όπως θα λέγαμε στη γλώσσα του ποδοσφαίρου. Γιατί, όταν ξέρεις τι λες, κι όταν λες αλήθειες, οι λέξεις βγαίνουν από μόνες τους, όπως το νερό από αρτεσιανό πηγάδι. Κι αν είσαι επιπλέον και χαρισματικός στο λόγο, τότε καταλαβαίνει και ο τελευταίος θεατής, γιατί κρύβεται από τη βουλή ο πρωθυπουργός. Γιατί δεν συμμετέχει σε ντιμπέιτ, όπως γίνεται σ' όλο το δυτικό κόσμο. Αντίθετα, είχε χρόνο να βρίσκεται «τυχαία» εκεί, από όπου πέρασε το φορτηγό με τα τραγούδια που τραγούδαγε η Πρωτοψάλτη και υπήρχαν και πάλι «τυχαία» ένα τσούρμο δημοσιογράφοι!
Οι δύο παραπάνω όψεις της δημοσιογραφίας καθρεφτίζουν το κλίμα που υπάρχει στα ΜΜΕ στην σημερινή Ελλάδα. Δίνει διακαναλική συνέντευξη ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, προτείνει μέτρα κοστολογημένα, μιλά για την κατάσταση στη χώρα, για την έκτακτη και την ένταση των προβλημάτων της, και απουσιάζει από τη συνέντευξη αυτή η ιδιωτική τηλεόραση!
Απουσιάζει η ίδια πραγματικότητα από τις τηλεοπτικές ειδήσεις είτε παρουσιάζεται μόνο ακροθιγώς ως τελευταία είδηση. Δεν υπάρχει σε τούτο τον καιρό τηλεοπτικό μέσο, στο οποίο να μην υπάρχει δημοσιογράφος της «οικογενείας». Δεν υπάρχει σχεδόν κανάλι που να μην στηρίχτηκε με λεφτά ή που να μην «χρηματοδοτήθηκε», με ένα γενναίο ποσό. Η τηλεόραση από μέσον διαφωτιστικό κατάντησε εκφυλιστικό της δημοκρατίας.
Ιστορικά είναι η πρώτη φορά που όλα σχεδόν τα μέσα είναι κυβερνητικά. Ο Τύπος δεν έχει πλέον το ρόλο για τον οποίον και ετάχθη. Δεν ελέγχει πια την εξουσία, γιατί εξαρτάται οικονομικά από αυτήν και γιατί έχει ευεργετηθεί με δεκάδες εκατομμύρια.
Η δημοκρατία σταματά εκεί, όπου αρχίζει η μιντιακή εξουσία. Οι τέσσερις εξουσίες γίνονται δύο, που σε αγαστή συνεργασία μεταξύ τους, ωφελούνται αμοιβαία σε βάρος του λαού, τον οποίον, όχι μόνον κρατούν ανημέρωτο, αλλά και τον οδηγούν εκεί που θέλουν.
Να γιατί υποβάλλονται άλλες ερωτήσεις στον πρωθυπουργό κι άλλες στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Τον μεν Τσίπρα θα τον «ανακρίνουν» και για το τελευταίο μέλος του Σύριζα να απολογηθεί, αν προέβη σε καμιά άστοχη δήλωση, ενώ με τον Μητσοτάκη συζητούν θέματα προσφιλή: Δεν θα τον ρωτήσουν ούτε για τους καταχραστές του Δημοσίου, ούτε για τους κολλητούς του παιδεραστές, ούτε για τους δωρολήπτες του κόμματός του. Δεν θα τον ρωτήσουν, ούτε για την οφσόρ της γυναίκας του, ούτε για την ΜΚΟ του ανήλικου παιδιού του, ούτε για την εταιρεία, αγοράς κόκκινων δανείων στην οποία έχει μετοχές η οικογένειά του, σύμφωνα με πρόσφατη καταγγελία του Βαρουφάκη, ούτε... ούτε.. ούτε, ων ουκ έστιν αριθμός.
Και παρόλη την άνιση κι άδικη αντιμετώπιση από πλευράς του Τύπου, σε κάθε μάχη που δίνουν οι επίλεκτο των δημοσιογράφων ενάντια στον Τσίπρα, παθαίνουν ότι και ο «βασιλιάς» (των Περσών) κι όπου φύγει, φύγει.
Με τη μονοφωνική τηλεόραση ακυρώνεται ο διάλογος και εκφυλίζεται η δημοκρατία. Πλήττεται η πολυφωνία κι εμπεδώνεται ο αυταρχισμός. Με την αποσιώπηση της πραγματικότητας καθιερώνεται ένα καθεστώς, σε βάρος της ενημέρωσης και της κοινωνίας. Όπου ο τύπος δεν πορεύεται προς το κοινό συμφέρον, εκεί δεν μιλούμε πλέον για δημοκρατία.
Είμαστε η χώρα των αξιοποιημένων αναξιοτήτων και των αναξιοποίητων αξιών. Η χώρα όπου ηττήθηκε η αξιοκρατία κι εμπεδώθηκε η οικογενειοκρατία, που ιστορικά από το 1821 και μετά ξεπέρασε σε διάρκεια βίου και τη βασιλεία.
Στην τωρινή Ελλάδα η ελεύθερη τηλεόραση θα έμοιαζε περισσότερο με μύθο του Αισώπου. Σκεφθείτε αν, όπως ο Τσίπρας πήγε για συνέντευξη στο Χατζηνικολάου και στη Λυμπεράκη, αν πήγαινε και ο Μητσοτάκης στην Ακριβοπούλου και στον Βαξεβάνη! Τότε πράγματι θα υπήρχε και πολυφωνία και δημοκρατία.