Τρίτη, 01 Μαρτίου 2016 20:42
Οι πρόσφυγες, οι κουβέρτες, οι Ούγγροι και ο Σεργιαννίδης
Του Κώστα Τερζενίδη
«Η ιστορία επαναλαμβάνεται την πρώτη φορά σαν τραγωδία και τη δεύτερη σαν φάρσα…».
Κοινότυπη πια η επισήμανση του Γερμανού φιλόσοφου Karl Marx, μόνο που όταν η ιστορία αφορά τεράστια προσφυγικά κύματα, ανοιχτές πληγές ολόκληρης της ανθρωπότητας, τότε δεν μιλάμε για φάρσα, αλλά για πολλαπλή τραγωδία. Τραγωδία στα χαλάσματα της Συρίας, στις κατεστραμμένες –με ευθύνη της Δύσης- χώρες της Αφρικής και της Ασίας, τραγωδία στα παγωμένα νερά του Αιγαίου, τραγωδία στις πλατείες της Αθήνας, τραγωδία στα λασπωμένα χωράφια της Ειδομένης, τραγωδία στους αγκαθωτούς φράχτες της Ευρώπης!
Βιώνουμε μια ανθρώπινη τραγωδία, που φανερώνει το πόσο τραγικά φτωχός και ψεύτικος, το πόσο τραγικά επιφανειακός είναι ο περίφημος Ευρωπαϊκός …πολιτισμός μας.
«Ο βασιλιάς είναι γυμνός και οι ράφτες του είναι ψεύτες!».
Οι βόρειοι γείτονές μας, στα Βαλκάνια και πιο πάνω, στήνουν φράχτες για να ανακόψουν τα κύματα των μεταναστών. Στην Ουγγαρία –και όχι μόνο- η φασιστική αντίληψη περί καθαρότητας της φυλής αποτελεί επίσημη κρατική πολιτική και ουδείς ανησυχεί στο Ευρωπαϊκό μας σπίτι. Στο όνομα του …Χριστιανισμού κλείνουν την πόρτα σε νέους ανθρώπους που αναζητούν λίγη ζεστασιά, ένα κομμάτι ψωμί, το δικαίωμα στη ζωή και στο όνειρο για έναν καλύτερο κόσμο.
Η κουβέντα μας με τον πρόεδρο της Βιομηχανικής Περιοχής Κιλκίς, Βασίλη Σεργιαννίδη, είναι φορτισμένη με την τραγικότητα των στιγμών αλλά και με τις αναμνήσεις του από τα νεανικά του χρόνια, τα όσα έζησε δίπλα στους Ούγγρους πρόσφυγες πριν από 60 χρόνια. Τόσο μακρινά και τόσο κοντινά για την ανθρώπινη Ιστορία.
Άνθρωπος με ευαισθησία ο Βασίλης Σεργιαννίδης, που χρόνια τώρα στέκεται αρωγός σε κάθε αδύναμο, σε κάθε κοινωνική ανάγκη, που πριν και μέσα στην κρίση στάθηκε στο πλευρό των ανθρώπων, της Εκκλησίας και των φορέων του τόπου μας για τη στήριξη των αδυνάτων, δεν μπορεί να πιστέψει τη στάση της Ουγγαρίας. Γυροφέρνει στην κουβέντα μας τα λόγια του υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής Γ. Μουζάλα, πως «η Ουγγαρία δεν έδωσε ούτε μια κουβέρτα για τους πρόσφυγες»!
Ούτε μια κουβέρτα! Και ο Βασίλης Σεργιαννίδης θυμάται πως πριν από 60 χρόνια ήταν ο πρώτος Ευρωπαίος που άπλωσε το χέρι για να δώσει κουβέρτες στους πρόσφυγες από την Ουγγαρία… Η επανάληψη της Ιστορίας αλλά και η απουσία μνήμης από έναν ολόκληρο λαό.
Νοέμβρης του 1956. Νέο παλληκάρι ο Βασίλης Σεργιαννίδης βρέθηκε στο πανεπιστήμιο του Γκρατς της Αυστρίας να σπουδάζει πολιτικός μηχανικός, λίγα χιλιόμετρα από τα σύνορα με την Ουγγαρία. Έζησε με νεανικό ενθουσιασμό τα γεγονότα της Ουγγρικής επανάστασης (ή αντεπανάστασης). Ηταν, όπως λέει, και τα γεγονότα στην Κύπρο, η ανακοίνωση του Μακάριου για ενσωμάτωση του νησιού με την Ελλάδα, κι όλα αυτά συνδέθηκαν μέσα στην ψυχή του. Εξ άλλου, η αφορμή της εξέγερσης στη σοσιαλιστική Ουγγαρία ήταν μια διαδήλωση φοιτητών, η οποία προσέλκυσε χιλιάδες κόσμο, που διαδήλωσαν στη Βουδαπέστη με πορεία προς το κτίριο του Κοινοβουλίου.
Στις 4 Νοεμβρίου όμως τα άρματα του Κόκκινου Στρατού μπαίνουν στη Βουδαπέστη και τα σοβιετικά στρατεύματα ανοίγουν πυρ. Για να διαφύγουν τη σύλληψη ή την απέλαση, 200.000 άνθρωποι αναζητούν καταφύγιο στη Δύση μέσω της Αυστρίας ή της Γιουγκοσλαβίας. Και τότε φθάνουν στο Γκρατς χιλιάδες πρόσφυγες. Οι τοπικές αρχές τους φιλοξενούν στο μεγάλο εκθεσιακό κέντρο της πόλης, λίγα μέτρα από το σπίτι που διέμενε ο φοιτητής Βασίλης Σεργιαννίδης. Το παλληκάρι από την Ελλάδα ήταν το πρώτο που βρέθηκε δίπλα στους πρόσφυγες, το πρώτο που τους μοίρασε κουβέρτες για να ζεσταθούν. Ηταν βλέπετε και οι μνήμες από τους πόντιους γονείς του, που είχαν ζήσει τη δική τους προσφυγιά. Η επανάληψη της Ιστορίας αλλά με τη μνήμη παρούσα για τον Ελληνα φοιτητή. Κι όμως, σήμερα «η Ουγγαρία δεν έδωσε ούτε μια κουβέρτα για τους πρόσφυγες»!
Ζούμε στιγμές τραγικές για την Ανθρωπότητα και θα τις ζούμε για χρόνια πολλά. Κυριολεκτικά, δίπλα μας κυλά ένα τεράστιο ποτάμι προσφυγιάς. Ηρεμα τα νερά του στην αρχή, αγριεμένα μάλλον στην πορεία. Η Ανθρωπότητα αιμοραγεί! Ισως να μη συνειδητοποιούμε το μέγεθος της τραγωδίας, που ξεπερνά κατά πολύ τις δυσκολίες της οικονομικής κρίσης που βιώνουμε. Ιστορικά, όμως, είμαστε ένας λαός της προσφυγιάς και της μετανάστευσης και οφείλουμε να μην το ξεχνάμε. Στη μνήμη των δικών μας προγόνων οφείλουμε να απλώνουμε το χέρι, για να δώσουμε μια κουβέρτα στα μικρά παιδιά που περπατάνε δίπλα μας, αναζητώντας το δικαίωμα στη ζωή και στ’ όνειρο.
Τόχει η μοίρα μας να μοιράζουμε κουβέρτες στα παιδιά του Κόσμου, είτε ως φοιτητές στο Γκρατς της Αυστρίας είτε ως εθελοντές στα χωράφια της Ειδομένης. Κι εμείς παιδιά της φτώχιας και της προσφυγιάς είμαστε.
Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά…