Κυριακή μεσημέρι και παραδίπλα η μεγαλύτερη αδελφή του με μια κούκλα στην αγκαλιά κι ένα όνειρο στην ψυχή. Οι γονείς παρακολουθούν τους εθελοντές από Πολύκαστρο και Κιλκίς να αγκαλιάζουν τα παιδιά, να τα γελούν, να τα ταΐζουν, αισθάνονται προς στιγμή μια σιγουριά. Ξέφυγαν τουλάχιστον από τον κίνδυνο για τη ζωή τους, αλλά το ταξίδι μακρύ και σκληρό. Οι δυσκολίες είναι μπροστά.
Στο νου μου έρχονται οι στίχοι από τη μεταλλική φωνή της Σωτηρίας Μπέλλου:
Μην κλαις και μη φοβάσαι το σκοτάδι
εμείς που ζήσαμε φτωχοί
του κόσμου η απονιά δε μας τρομάζει
θα έρθει και για μας μια Κυριακή
Τα σπίτια είναι χαμηλά
σαν έρημοι στρατώνες
τα καλοκαίρια μας μικρά
κι ατέλειωτοι οι χειμώνες
Βλέπω έντρομος τις ανθρώπινες γραμμές, ρυάκια του πόνου και τις ελπίδας, να σχηματίζονται και να κινούνται μέσα στα σιταροχώραφα της Ειδομένης, δίπλα στις σιδηροτροχιές του τραίνου, σε κάθε γωνιά της συνοριακής γραμμής, σε κάθε χωραφόδρομο, και φοβάμαι. Τρέμω για τον κόσμο που έχουμε φτιάξει. Αγριε καπιταλισμέ μου, σε κράζω!
Νέοι άνθρωποι, με τα παιδιά στους ώμους, με το φόβο στα πρόσωπα, ξεκίνησαν από χώρες μακρινές, Συρία, Σουδάν, Σομαλία, Αφγανιστάν, Πακιστάν, με τα πόδια, με σαπιοκάραβα και ξανά με τα πόδια, με προορισμό τον …παράδεισο της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης.
Θυμάμαι τα πικραμένα λόγια του παππού Ισαάκ, το κλάμα της ψυχής του για τον ξεριζωμό από την πατριδα, τον Πόντο, τις μακρινές διαδρομές με τα πόδια, με τα κάρα, με τα βαπόρια, τους κινδύνους, τις αγωνίες, τους θανάτους των μικρών παιδιών από τις κακουχίες και τις αρρώστιες, τον πόνο της προσφυγιάς. Πόνος, ατέλειωτος πόνος, αλλά κι ελπίδα για έναν κόσμο καλύτερο. Που δεν ήρθε, διάολε, ποτέ. Πόλεμος, εμφύλιος και μετά πάλι προσφυγιά, στις φάμπρικες της Γερμανίας, της Σουηδίας. Και τώρα; Τα παιδιά της μνημονιακής Ελλάδας παρακολουθούμε -έντρομοι από το μέγεθος της δυστυχίας- χιλιάδες πρόσφυγες από Ασία κι Αφρική να διασχίζουν τη χώρα μας, να περπατούν από Θεσσαλονίκη μέχρι Ειδομένη, αναζητώντας το δρόμο της μεγάλης φυγής για το αύριο. Νέα παιδιά τα περισσότερα, με τη ζωή μπροστά τους, με τις πληγές ανοιχτές ακόμη στην ψυχή τους, με τσακισμένα τα όνειρά τους. Κάποια έχουν το κουράγια να σηκώσουν τα χέρια και μπροστά στο φακό να σχηματίσουν το σήμα της νίκης. Η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία!
Σκέφτομαι τις άθλιες φασιστοειδείς κραυγές, που μιλούν για «ανθρώπινα σκουπίδια» κι ανατριχιάζω. Σε ποιο Θεό πιστεύουν; Πως σ’ έναν τόπο της προσφυγιάς και της διασποράς μπορούν να φυτρώσουν τέτοια φασιστοειδή αγκάθια, με τόσο δηλητήριο στην ψυχή;
Το κράτος ανήμπορο, ανύπαρκτο, μήτε θέλει, μήτε μπορεί να δώσει λύσεις στα τεράστια μεταναστευτικά κύματα. Το δικό του ρόλο προσπαθούν να καλύψουν, με νύχια και με δόντια, μέσα σε μια κοινωνία που έτσι κι αλλιώς αποσυντίθεται, εθελοντικές ομάδες και οργανώσεις, πολίτες ευαισθητοποιημένοι από το νομό Κιλκίς και τη Θεσσαλονίκη. Κάθε Κυριακή οι εθελοντικές ομάδες του Πολυκάστρου και του Κιλκίς επιχειρούν να απαλύνουν τον πόνο και τις δυσκολίες των προσφύγων, μοιράζοντας νερά, τρόφιμα, ρουχισμό, μα κυρίως μια ανοιχτή αγκαλιά κι ένα χαμόγελο.
Στο facebook θα βρείτε τους «Εθελοντές Κιλκίς – Σύριοι πρόσφυγες» και το μήνυμά τους:
«Όποιος επιθυμεί, μπορεί να βοηθήσει προσφέροντας τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης. Υπάρχει μεγάλη ανάγκη νερού και ξηράς τροφής (μπισκότα, φρυγανιές κ.λπ.). Επίσης, χρειαζόμαστε βρεφικές κρέμες, πάμπερς και σερβιέτες για τα γυναικόπαιδα. Κάθε Κυριακή ομάδα εθελοντών από το Κιλκίς και το Πολύκαστρο ταξιδεύει στην ευρύτερη περιοχή των Ευζώνων, προσφέροντας βοήθεια στους πρόσφυγες. Βοηθήστε μας να κάνουμε τις μέρες τους λιγότερο δύσκολες. Η ανθρωπιά δεν γνωρίζει σύνορα, εθνικότητες και θρησκείες. Αυτοί οι άνθρωποι χρειάζονται τη βοήθεια όλων μας».
Ας μοιραστούμε τη φτώχεια, τους καημούς και τις ελπίδες μας. Ας αφήσουμε να μιλήσουν στις καρδιές μας τα δυο υπέροχα μαύρα μάτια, το πανάρχαιο βλέμμα της Αφρικής.