Τιμούμε χρεωστικώς και οφειλετικώς τη μνήμη του γαληνοτάτου όρμου, στον οποίο ελλιμενίζονται οι κινδυνεύοντες και διασώζονται, του παμφαεστάτου φωστήρος Νικολάου.
Ο θεοστεφής Ιεράρχης κατόρθωσε αγωνιζόμενος, με το έλεος του Κυρίου, να αναδειχθεί τίμημα και μίμημα Χριστού. Υπήρξε (και παραμένει) οικουμενικός κήρυκας της θεότητος του Κυρίου μας και διαπρύσιος ομολογητής, δι᾽ έργων και λόγων και θαυμάτων και αγιότητος (όσον αφορά τον βίο και την μεταβίωση και την ουράνια πολιτεία του).
Για να φθάσει εκεί, δοκιμάστηκε σαν το χρυσάφι στο καμίνι.
Ορφανός από την παιδική ηλικία, τα πλούτη που κληρονόμησε από τους γονείς του σε περιόδους λιμού τα αξιοποίησε, μοιράζοντάς τα στους έχοντας ανάγκη. “Δάνεισε τω δεδωκότι Χριστώ”, προικίζοντας άπορες και απροστάτευτες νέες και βοηθώντας αναγκεμένους συνανθρώπους του. Ο προσανατολισμός του χαλυβδωνόταν με την χάρη του Παναγίου Πνεύματος, που τον ενίσχυε και τον τροφοδοτούσε με το γλυκασμό της χάριτός Του. Επένδυε στην καλή του προαίρεση και την άδολη και ανυπόκριτη καρδιά του. Έτσι, αναδείχθηκε σκεύος εύχρηστο του Παρακλήτου για την αποστολή που θα του εμπιστευόταν.
Ο άγιος Νικόλαος “εσινιάσθη ως ο σίτος” (Λουκ. κβ´, 31) από όλων των ειδών τους πειρασμούς, και κράτησε το “αλεύρι” της πίστεως και την ζύμη της αρετής και έφτιαξε τον άρτο της αγίας ζωής του.
Τον προσκόμισε στην Προσκομιδή της Εκκλησίας. Και ο Χριστός τον προσδέχθηκε αυτόν τον άρτο, και το Άγιο Πνεύμα παρίστατο συνέκδημο στην τελείωση της παρακαταθήκης του και τον αξίωσε να αναδειχθεί εις διαδοχήν των Αγίων Αποστόλων Αρχιερεύς στα Μύρα της Λυκίας.
Τα έργα του ήταν έργα Χριστού, τα λόγια του λόγια Χριστού, τα εν ζωή θαύματά του ήταν θαύματα Χριστού, η αιώνια αγιότητά του ήταν και είναι αγιότητα Χριστού, η μυροβλυσία του είναι και παραμένει “ευωδία Χριστού εν τοις σωζομένοις και εν τοις απολλυμένοις” (Β´ Κορ. β´ 15).
Ο άγιος Νικόλαος ήταν και παραμένει μια “χριστοειδής υπεραξία” για την εποχή του και κάθε εποχή, προπαντός για την εποχή μας, που συμβιβαζόμαστε με τα είδωλά της, που οι ιδεολογικές αγκυλώσεις στοχεύουν στην αποιεροποίηση της κοινωνίας, της οικογένειας, του κάθε ανθρώπου, ιδιαιτέρως των νέων μας. Δυστυχώς οι συμπεριφορές τους, που όζουν σκληρότητος, βαναυσότητος και απανθρωπιάς, επαυξάνουν μέρα με την ημέρα. Φοβούμαι ότι οι νεοτερικές καινοτομίες μας οδήγησαν σε αυτό το θλιβερό θέαμα και το κακό πάει να γίνει μη αναστρέψιμο. Ας όψονται οι κάθε είδους τολμητίες.
Ο άγιος Νικόλαος έγινε άρτιος, τέλειος και καθ᾽ ολοκληρίαν χριστομιμητής για τα ανθρώπινα μέτρα “εν μηδενί λειπόμενος” (Ιακ. α´, 4), στις πολύ δύσκολες και μεταβατικές ιστορικές συνθήκες εκείνης της εποχής.
Και “αποκτώντας φίλον τον Κύριον” χαριτώνεται ολόκληρος και γίνεται χριστοειδέστερος κατά θεομεθεξία, για τα ουράνια ανθρώπινα μέτρα της Πνευματικής αγιοσύνης, στη βασιλεία του Θεού.
Επί γης σήκωσε το σταυρό που του εμπιστεύθηκε ο Κύριος, τον σταυρό που του αναλογούσε (καταπτώχευση σε φιλανθρωπίες και άσκηση, φυλάκιση επί ειδωλολατρείας, δεύτερη φυλάκιση και αργία από την αρχιερωσύνη το 325).
Και, πριν προλάβει η Εκκλησία να τον τιμήσει, τον χαρίτωσε το Άγιο Πνεύμα και ο Αναστάς Κύριος τον ανέδειξε μυροβλύτη.
Βίωσε τον Χριστό και Τον μεγάλυνε στο ποίμνιό του αλλά και στην οικουμένη ως Θεάνθρωπο Κύριο, κι Εκείνος τον καθιέρωσε ως Ιεράρχη θεοστεφή, με έναν τρόπο που λέγεται μέχρι σήμερα και θα λέγεται αιωνίως “άγιος Νικόλαος Μύρων της Λυκίας” και μάλιστα πανάγιος, όπως σοφά του απέδωσε η Εκκλησία μας!
Πήρε την ψυχή του στους ουρανούς και μοιράστηκε με μας τα λείψανά του, εκεί στα Μύρα της Λυκίας και τώρα βρίσκονται στο Μπάρι της Ιταλίας. Τα λείψανά του, χαριτόβρυτα για αιώνες ανέβλυζαν μύρο, ανέβλυζαν ζωή και χάρη και θείες ευλογίες.
Ο άγιος Νικόλαος υπήρξε και παραμένει “ωσάν ισαπόστολος”, ωσάν τους Αποστόλους, που ευαγγελίσθηκαν τον Χριστό μας ως Θεό και Σωτήρα, ως προαιώνιο Θεό και νέο Αδάμ.
Κι επειδή υπήρξε οιονεί ισαπόστολος, γι᾽ αυτό και τιμάται ορθοδόξως όχι μόνο στις 6 Δεκεμβρίου (επί τη αγία κοιμήσει αυτού), αλλά και κάθε Πέμπτη όλο το χρόνο μαζί με τους Αποστόλους.
Τιμάται:
- για την ισαπόστολο ζωή του, με την ελεήμονα καρδιά που είχε (διαμοιράζοντας τελείως τα πάντα, ακολουθώντας τους μη έχοντας, αλλά τα πάντα κατέχοντας, που αφέντες άπαντα ηκολούθησαν τον Κύριο),
- για την ισαπόστολο θαρραλέα Χριστολογική μαρτυρία του,
- για την ισαπόστολο επιβράβευση από τον Κύριο και την Παναγία μας στην φυλακή,
- για την ισαπόστολο μεγαλοσύνη των θαυμάτων της φιλαδελφίας του και την ισαπόστολο οικουμενική αγία φήμη του,
- για την ισαπόστολο “ευωδία Χριστού”, με την διανεμόμενη μυροβλυσία του θεοφόρου λειψάνου του,
- τέλος, για την ισαπόστολο ομολογία του, ως διδακτός Θεού, που διαποτιζόταν και προσφερόταν και διακινείτο υπέρ πάντων και διά πάντων και αντί πάντων και μετά πάντων, διά της υψοποιού ταπεινώσεώς του και της ανιδιοτελούς αγάπης του.
Η Εκκλησία βεβαίως δεν τον ονοματίζει “ισαπόστολο”.
αλλά τον γεραίρει με μια πληθωρικότητα ωραίων και πραγματικών υμνολογικών τίτλων που σχεδόν αμιλώνται τους ύμνους των Αποστόλων.
Δεν διστάζει να τον χαρακτηρίσει με έναν άλλο μεγάλο τίτλο ευλαβικής και υμνωδικής τιμής, πολύ μεγάλης και πληθωρικής τιμής.
Στο Δοξαστικό των Αίνων της εορτής προσκαλεί τους πάντες…
…τους ανθρώπους της εξουσίας, τους εκκλησιαστικούς, τους θεολόγους, τους ασθενείς, τους κινδυνεύοντες, τους αμαρτωλούς, τους φτωχούς, τους θλιβομένους, τους ταξιδεύοντες, τους πάντες… να σκιρτήσουμε αγαλλόμενοι και να χαρούμε με την «ετησίαν πανήγυριν του θεοφόρου Πατρός» και …
… «οι πάντες τον πανταχού θερμώς προφθάνοντα, μέγιστον Ιεράρχην, εγκωμιάζοντες ούτως είπωμεν· πανάγιε Νικόλαε, πρόφθασον, εξελού ημάς της ενεστώσης ανάγκης και σώσον την ποίμνην σου ταίς ικεσίαις σου».
Τόσο μεγάλος είναι ο άγιος Νικόλαος!
Μέγιστος Ιεράρχης!
Ισαπόστολος, στην τιμή!
Πανάγιος, στην ονομασία!
Ποιμένας των εγκωμιαστών και των εορταστών του!
***
Ο άγιος Νικόλαος είχε ως πρότυπό του τον Χριστό της Εκκλησίας, βλέποντας κατάματα την ενανθρώπηση του Χριστού, το σταυρό Του, την ανάσταση Του, την προσδοκία Του…
… και επίσης βλέποντας κατά βάθος και κατά πρόσωπον στους ανθρώπους αυτό που “βλέπει” ο Χριστός στον καθένα μας, το “κατ᾽ εικόνα και καθ᾽ ομοίωσιν Θεού”, το δικό Του “δομικό μας πρότυπο”, κι ας είναι πονεμένο, απεγνωσμένο, βασανισμένο, αλλοτριωμένο, με μια προσδοκία λύτρωσης και τέλειας απολύτρωσης.
Δεν σωζόμαστε με τα λόγια, με την επιφάνεια του “κατ᾽ εικόνα”, με αυτό που φαινόμαστε (από δωρεά του Θεού).
Το “κατ᾽ εικόνα” μας το χάρισε ο Θεός, ώστε να είμαστε “εικόνες της φυσικής Εικόνας Του”, να είμαστε “εικόνες” του Υιού Του.
Η “θύρα του ουρανού” ανοίγει με καθαρισμένο το “κατ᾽ εικόνα” σε βάθος, καθαρισμένο διά του Χριστού.
Σωζόμαστε με το “καθ᾽ ομοίωσιν Θεού”, όταν με το έλεος του Κυρίου, ομοιάσουμε στην ενανθρώπησή Του.
Με ένα σκοπό: να ταυτισθούμε εκκλησιαστικά στην ενανθρώπησή Του, στην υπακοή Του στο θείο θέλημα, στην υπακοή ακόμη και μέχρι σταυρικής θυσίας.
Ο Κύριος υπόσχεται στους ποιητές των λόγων Του: «Εγώ ήλθον ίνα ζωήν έχωσι και περισσόν έχωσιν» (Ιωάν. ι´, 10). Ζωή έχουν όσοι γίνονται κληρονόμοι της βασιλείας Του. Όσον αφορά το «περισσόν έχωσιν», αναφέρεται σε εκείνους που σφραγισμένοι με τη σφραγίδα του Αγίου Πνεύματος, δεν μόλυναν τον χιτώνα της βαπτίσεώς τους, αλλά πάντοτε ευαρεστούσαν τον Κύριο, καθιστάμενοι συγκληρονόμοι του Χριστού, ως υιοί και αδελφοί Του.
Είχε αξιωθεί, όπως και πολλοί άλλοι ομόφρονές του, να γίνει όχι μόνον υιός Θεού κατά χάρη, αλλά το θαυμασιώτερο και αδελφός του Ιησού, αλλά και το πλέον εναργέστερο, θεός κατά χάρη, σύμφωνα με την προτροπή του Θεού: “Εγώ είπα θεοί εστε, και υιοί Υψίστου πάντες” (Ψαλμ. πα´, 6).
Σ᾽ αυτή την συγκληρονόμηση απέβλεπε ο άγιος Νικόλαος, ώστε να συνεκκλησιάζει τους ανθρώπους στην Εκκλησία του Χριστού, μεταλαμβάνοντας του Σώματος και του Αίματός Του.
Απέκτησε σε πληρότητα το χάρισμα της θαυματουργίας. Ένα χάρισμα του Θεού πάνω σ᾽ αυτήν την ευλογημένη “υποδομή των επιλογών ζωής” του αγίου Νικολάου.
Έσωσε τρεις αθώους ανώτερους στρατιωτικούς, που τον επικαλέστηκαν απεγνωσμένα, εμφανιζόμενος στον ύπνο του αυτοκράτορα και υπερασπιζόμενος την αθωότητά τους, την παραμονή της θανατώσεώς τους!
Μέσα από τη θάλασσα έσωσε μισοπνιγμένους ανθρώπους. Καράβια που κινδύνευαν, γλίτωναν, με τις πρεσβείες του. Συνδέθηκε η παρουσία του με θαύματα που αφορούν τη θάλασσα και τους ναυτικούς μας.
Από τον 4ο αιώνα που έζησε μέχρι σήμερα, δεν έπαυσε ούτε παύει να ευεργετεί.
Θα αναφερθώ σε ένα συγκλονιστικό θαύμα σωτηρίας και διαφυλάξεως του θωρηκτού Αβέρωφ και του πληρώματός του, όπως διασώζεται στα αρχεία του Πολεμικού Ναυτικού. Ο Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης απελευθέρωσε το 1912-1913 τα νησιά του βορειο-ανατολικού Αιγαίου από τον τουρκικό ζυγό, περιορίζοντας τον οθωμανικό στόλο μέσα στα Δαρδανέλια. Ο Ναύαρχος διακρινόταν για το ευσυνείδητο εκκλησιαστικό του φρόνημα και την αταλάντευτη πίστη στον Θεό. Κρατώντας ακάλυπτος ένα ξύλινο σταυρό στο ένα του χέρι και τα κιάλια του στο άλλο, κατηύθυνε τον στόλό του που εξήλθε νικητής στις καθοριστικές μάχες της Έλλης και της Λήμνου. Τον σταυρό εκείνο τον τοποθέτησε στο παρεκκλήσι λέγοντας: “Εδώ που ακουμπάει ο ξύλινος σταυρός στο ασπίδιο, βλήμα τούρκικο δεν θα πέσει”. Όπως και έγινε. Αν και ήταν αφύλακτος, το θωρηκτό δέχθηκε περί τα 1800 βλήματα. Από αυτά, μόνο 20 προξένησαν ελάχιστες επιφανειακές φθορές στο κατάστρωμα. Παραμονές της ναυμαχίας της Έλλης ο υποκελευστής Σκόδρας, σηκώνοντας το πρωί, βλέπει έκπληκτος στον κουβά που χρησιμοποιούσαν για την λίπανση των πυροβόλων, σχηματισμένη την μορφή του αγίου Νικολάου με φωτοστέφανο. Τρέμοντας και με συγκίνηση παίρνει τον κουβά και τον πηγαίνει στο Ναύαρχο. Ο Κουντουριώτης, βλέποντάς τον, δακρύζει και κάνει τον σταυρό του. Συγκέντρωσε τότε όλο το πλήρωμα και τους είπε: “Ο Θεός με πολλά σημάδια μας δείχνει το θέλημά Του. Αυτό το σημάδι προμηνύει τη νίκη μας στην επόμενη ναυμαχία”. Και διατάσσει τον Αντιπλοίαρχο Αρχιμανδρίτη Διονύσιο Δάφνο να κάνουν όλοι λιτανεία με την φανερωθείσα μορφή του αγίου Νικολάου στον κουβά. Έκτοτε η μορφή στον κουβά παραμένει αναλλοίωτη για 111 χρόνια έως σήμερα στο μοναδικό Παρεκκλήσι σε θωρηκτό, που είναι ελλιμενισμένο στο Παλαιό Φάληρο.
***
Τον υμνολογούμε λοιπόν ακριβοδίκαια-τέλεια, στο δοξαστικό των αποστίχων του Εσπερινού, με άλλον ένα τίτλο τιμής:
«Άνθρωπε του Θεού και πιστέ θεράπον, λειτουργέ Κυρίου, άνερ επιθυμιών, σκεύος εκλογής, στύλε και εδραίωμα της Εκκλησίας, βασιλείας κληρονόμε, μη παρασιωπήσης του βοάν υπέρ ημών προς Κύριον».
«Άνθρωπε του Θεού…» (πρβλ. Α΄ Τιμ. 6: 9-11). Ο άγιος Νικόλαος δεν υπήρξε απλώς άνθρωπος, αλλά άνθρωπος του Θεού.
Να μας αξιώσει ο Κύριος να γίνουμε κι εμείς, έστω και στο ελάχιστο μιμητές και μαθητές των θείων ενταλμάτων της πίστεώς μας!