Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου 2024, 6:20:08 πμ
Τετάρτη, 09 Νοεμβρίου 2022 18:14

Η καταστροφή της Σμύρνης (1922) και ο ASA KENT JENNINGS

Γράφει ο Κωνσταντίνος Βαστάκης, Θεολόγος - πρώην Λυκειάρχης.

Την κατάρρευση του ελληνικού μετώπου στη Μικρά Ασία το 922 ακολούθησε η άτακτη υποχώρηση του ελληνικού στρατού με χιλιάδες μικρασιάτες πρόσφυγες.
Στις 26 Αυγούστου 1922 οι ελληνικές αρχές εγκατέλειψαν τη Σμύρνη.

Τότε οι πολυπληθείς χριστιανοί αυτής της μαρτυρικής πόλης (Έλληνες και Αρμένιοι και οι πρόσφυγες άλλων περιοχών που βρίσκονταν εκεί) βρέθηκαν στο έλεος των Τούρκων ανταρτών, των Τσετών, δηλαδή των άγριων ατάκτων του Μουσταφά Κεμάλ και των ντόπιων φανατικών Τούρκων και παραδόθηκαν στην ανηλεή σφαγή και τα φρικτά μαρτύρια αίματος. Τέλος, αφού οι συνοικίες των Ελλήνων και των Αρμενίων λεηλατήθηκαν, ακολούθησεν η πυρπόλυση τους.

 

Η απόγνωση του χριστιανικού πλήθους στη Σμύρνη:
Οι περιγραφές αυτοπτών μαρτύρων για το θλιβερό θέαμα που παρουσίαζαν τα πλήθη των χριστιανών προσφύγων, είναι ανεξάντλητες.
«Μέσα σ’ αυτή την ατμόσφαιρα όπως εκθέτει στο αφιέρωμά της η Χαρίκλεια Βλαχάκη και γνωρίζοντας ότι σύντομα θα έφθαναν στην πόλη οι Τούρκοι, οι Μεγάλες (μα μικρόψυχες) Δυνάμεις έστειλαν στην πόλη πλοία για να προστατεύσουν τους ομοεθνείς και όχι τους Έλληνες και Αρμένιους, ενώ η 25η Αυγούστου ήταν η τελευταία ημέρα παρουσίας των ελληνικών αρχών στη Σμύρνη. Το πρωί της 26ης Αυγούστου 1922, όλα τα στρατιωτικά καταστήματα, οι στρατώνες, τα νοσοκομεία και το φρουραρχείο είχαν εκκενωθεί ο απλός λαός οι άμοιροι χριστιανοί Έλληνες και Αρμένιοι μαζεύονταν στην προκυμαία με την ελπίδα να βρουν κάποια θέση σε ένα από τα τελευταία πλοία που έφευγαν από τη Σμύρνη, αλλά τίποτε, φρούδες ελπίδες. Όταν βράδιασε το πλήθος των Χριστιανών, απελπισμένο, άρχισε να αποτραβιέται προς το εσωτερικό της πόλης αναζητώντας πρόχειρο καταφύγιο σε σπίτια ευρωπαίων, στο προαύλιο της Αγίας Φωτεινή και σε διάφορα οικήματα της αμερικανικής αποστολής. Το πρωί της 27ης Αυγούστου 1922, Σάββατο, οι Τούρκοι στη συνοικία τους ύψωσαν τουρκικές σημαίες. Ώρα 10.30 π.μ. κατέφθασαν οι πρώτοι έφιπποι Τσέτες. Αυτοί μπήκαν στην πόλη της Σμύρνης και κατευθύνθηκαν προς το Διοικητήριο. Ακόμη άλλοι 200 Τούρκοι μπήκαν στην ελληνική συνοικία και έκαναν τους πρώτους φόνους Ελλήνων και Αρμενίων.

 

Η καταστροφή συνεχίζεται διαρκώς διογκούμενη:
Το εσωτερικό της πόλης μεταβλήθηκε σε φρικτή κόλαση, οι φόνοι και οι λεηλασίες συνεχίσθηκαν όλη τη νύχτα και προς τα ξημερώματα άρχισαν να ακούγονται γοερές και απέλπιδες κραυγές. Οι Τσέτες, αντάρτες από την Ανατολή, πρωτοπαλίκαρα του Κεμάλ, μπήκαν αγριεμένοι σε εκκλησίες των προαστίων, όπως της Αγίας Τριάδος και των Πετρωτών, φονεύοντας τους χριστιανούς που είχαν καταφύγει εκεί. Από το βράδυ της Κυριακής, 28 Αυγούστου 1922, οι σφαγές και οι λεηλασίες στην ελληνική και αρμένικη συνοικία συστηματοποιήθηκαν. Τις επόμενες ημέρες και μέχρι 31η Αυγούστου 1922, Τετάρτη η τρομοκρατία έγινε ακόμη πιο έντονη. Ακούγονταν συνέχεια πυροβολισμοί και οι δρόμοι γέμιζαν διαρκώς από πτώματα σκοτωμένων χριστιανών.

 

Ο εμπρησμός της Σμύρμνης από τους Τούρκους:
Οι Τσέτες και άλλοι Τούρκοι αφού ολοκλήρωσαν τη λεηλασία και τη διαρπαγή των αγαθών των χριστιανικών οικογενειών και γέμισαν τους δρόμους με απλούς δολοφονημένους και κατακρεουργημένους χριστιανούς, προχώρησαν τελικά στον αφανισμό της πόλης. Ήταν 31 Αυγουστού 1922, που οι Τούρκοι πραγματοποίησαν τον εμπρησμό της Σμύρνης. Οι πρώτες φλόγες της πυρκαγιάς αναπήδησαν τη νύχτα της 30ης Αυγούστου 1922 κατά κύριο λόγο από την αρμενική συνοικία, η οποία συνόρευε με την ελληνική αγορά, που λεγόταν «μεγάλες ταβέρνες» και την ελληνική συνοικία του Αγίου Γεωργίου και της Αγίας Φωτεινής.
Πολλοί αυτόπτες μάρτυρες, Έλληνες (που επέζησαν) και ξένοι περιγράφουν με τα μελανότερα χρώματα τις σκηνές φρίκης που αντίκρισαν κατά της ημέρες πυρκαγιές. Είδαν μανιασμένους Τούρκους να μεταφέρουν βενζίνη και πετρέλαιο για τον εμπρησμό και επί πλέον να ρίχνουν εμπρηστικές βόμβες στις χριστιανικές συνοικίες. Συγχρόνως είχαν σχηματίσει ζώνη από ένοπλους, η οποία δεν άφηνε τα ανθρώπινα πλήθη των χριστιανών να διαφύγουν από τις πυρπολούμενες περιοχές. Κατά τους ειδικούς ο συστηματικός εμπρησμός της Σμύρνης έγινε με σκοπό να εξολοθρευτούν οι χριστιανοί της Μικράς Ασίας, ώστε να μην υπάρχουν και να θέλουν στο μέλλον να επιστρέψουν ξανά στην πατρίδα τους.

 

Η είσοδος των τουρκικών στρατιωτικών δυνάμεων:
Μετά τον εμπρησμό εισήλθαν στην πόλη της Σμύρνης και εγκαταστάθηκαν επίσημα οι τούρκικες δυνάμεις με ανώτατο διοικητή τον Νουρεντίν πασά. Μετά από μια εβδομάδα την 3η Σεπτεμβρίου 1922 ο διοικητής του τούρκικου στρατού Νουρεντίν εξέδωσε μια ανακοίνωση σύμφωνα με την οποία όλοι οι Έλληνες και οι Αρμένιοι μπορούσαν να φύγουν να μεταναστεύσουν (από την πόλη και τις επαρχίες) μέχρι το τέλους Σεπτεμβρίου 1922, ειδάλλως θα εθεωρούντο, ότι είναι ύποπτοι απειλής.

 

Η φρίκη συνεχίσθηκε:
Μετά την έκδοση της διαταγής – προκήρυξη του Νουρεντίν οι λεηλασίες, οι σφαγές και οι βιαιοπραγίες όχι μόνο των Ελλήνων και των Αρμενίων αλλά και κατά των άλλων ξένων χριστιανικών μειονοτήτων πήραν ανεξέλεγκτες διαστάσεις.

 

Η αρνητική στάση των ξένων δυνάμεων:
Σε γενικές γραμμές, όπως τονίζει η ιστορικός Χαρίκλεια Βλαχάκη, οι επίσημες κυβερνήσεις των ξένων δυνάμεων όχι μόνον δεν έκαναν τίποτα για να βοηθήσουν τον Ελληνισμό και τους άλλους χριστιανούς της Μικράς Ασίας, αλλά σιγά – σιγά κάθε μία από τις κυβερνήσεις τους ερχόταν σε επαφή με τον Κεμάλ, ή δε κυβέρνηση των Μπολσεβίκων της Ρωσίας τάχθηκε αναφανδόν υπέρ του Κεμάλ και τον ενίσχυσε με στρατιωτικό υλικό και άλλα εφόδια. Αντίθετα πολλά άτομα, μεμονωμένα, βοήθησαν όσο μπορούσαν να σωθούν πολλοί μικρασιάτες. Ως παράδειγμα αναφέρουμε τον Αμερικάνο πρόξενο στη Σμύρνη George Horton και τον Ιταλό πλοίαρχο του πλοίου «Μέγκ», που παρέλαβε πλήθος προσφύγων και τους μετέφερε στην Ελλάδα. Τέλος αξίζει να αναφερθεί ότι και ο ορισμένοι Τούρκοι πολίτες, οι οποίοι κράτησαν απόσταση από τον εθνικιστικό φανατισμό, έσωσαν αρκετούς Έλληνες, πληρώνοντας σε μερικές περιπτώσεις το τόλμημά τους, ακόμη και την ίδια τους τη ζωή.

 

Η αήθης άποψη της τότε ελληνικής κυβέρνησης:
Στην προκυμαία της Σμύρνης δεν υπήρχαν ελληνικά πλοία για να παραλάβουν και να σώσουν τους δύστυχους μικρασιάτες Έλληνες. Εντολή της τότε ελληνικής κυβέρνησης ήταν να μην επιτραπεί η φυγή των Ελλήνων της Μικράς Ασίας προς την Ελλάδα. Ο τότε ύπατος αρμοστής της Ελλάδας στη Σμύρνη Αριστείδης Στεργιάδης, είπε στον νεαρό τότε Γεώργιο Παπανδρέου: «Καλύτερα να μείνουν εδώ, να τους σφάξει ο Κεμαλ, γιατί να πάνε στην Αθήνα θα ανατρέψουν τα πάντα». Αίσχος: Μετά την καταστροφή ο Α. Στεργιάδης κατέφυγε στη Γαλλία! Τότε ο Γεώργιος Παπανδρέου ήταν Νομάρχης Λεσβου και δοικητής Χίου και συνέστησε στον Α. Στεργιάδη να ενημερώσει έγκαιρα τον Ελληνισμό της Μικράς Ασίας, για να φύγει προτού καταφθάσει η τουρκική λαίλαπα, αλλά ο Α. Στεργιάδης αρνήθηκε σκαιότατα και του έδωσε την ως άνω απάντηση.
Στο τέλος (6 Σεπτεμβρίου) χιλιάδες προσφύγων, Έλληνες και Αρμένοιοι κατέκλυσαν όλο το μήκος της προκυμαίας της λεγόμενης «ΚΕ», περιμένοντας εναγώνια τα ελληνικά πλοία για τη μεταφορά τους στα παραπλήσια ελληνικά νησιά, αλλά ματαίως αυτά δεν φάνηκαν,

 

Η παρέμβαση του Xorton:
Την τελευταία στιγμή παρενέβη ο Αμερικανός πρόξενος στη Σμύρνη Τζώρτζ Χόρτον και τότε στάλθηκαν δύο αμερικανικά αντιτορπιλικά για τη διάσωση όσων προσφύγων μπορούσαν. Εν τω μεταξύ ο μέχρι τότε ύπατος αρμοστής της Σμύρνης Αρ. Στεργιάδης επιβάστηκε σε φορτηγίδα, η οποία τον μετέφερε σε Αγγλικό πολεμικό πλοίο, το οποίο τον μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη, από όπου κατέφυγε στη Γαλλία.
•Η απρόσμενη εμφάνιση ενός σωτήρα:
Ο άγνωστος σωτήρας πολλών χιλιάδων Ελλήνων της Μικράς Ασίας ήταν ο αμερικανός πάστορας Είζα Τζένγκις. Ο Τζένγκς είχε φτάσει στη Σμύρνη τον Ιούλιο του 1922, ως απεσταλμένος της χριστιανικής ένωσης νέων (ΥΜCA), για να εργασθεί ως γραμματέας στο τοπικό της παράρτημα. Ο Τζένιγκς, ως άτομο, εξωτερικά δεν προκαλούσε καμία εντύπωση. Σαραντατετράχρονος τότε, ήταν καμπούρης λόγω φυματίωσης στη σπονδυλική στήλη κατά την παιδική του ηλικία και το σωματικό ύψος δεν ξεπερνούσε το 1.60 μ. Μέσα σ’ αυτό το καχεκτικό σώμα κατοικούσε μια μεγάλη θαυμάσια ψυχή. Λίγες ημέρες μετά την άφιξη του στη Σμύρνη, ακολούθησε η κατάρρευση του ελληνικού μετώπου και η απερίγραπτη τραγωδία των Ελλήνων μικρασιατών. Μέσα στην ανείπωτη αθλιότητα και φρίκη που επικράτησε, οΤζένιγκς όρθωσε θαρραλέα και αποφασιστικά το ανάστημα του. Ήδη μέχρι τότε, μαζί με ελάχιστους φιλάνθρωπους Αμερικανούς πρόσφερε ανθρωπιστική βοήθεια και έσωζε όσους μπορούσε. Όταν είδε όμως, ότι ο κόσμος που συνωστιζόταν στην παραλία πέθαινε από την πείνα και τη δίψα και μαθαίνοντας ότι οι Τούρκοι θα τους εκτόπιζαν στο εσωτερικό, για να τους εξοντώσουν δραστηριοποιήθηκε αμέσως.

 

Η συνάντηση του Τζένιγκς με τον Κεμάλ:
Ο Τζένιγκς επιδίωξε να συναντηθεί με τον Κεμάλ και τελικά το επέτυχε. Του ζήτησε να επιστρέψει στους Χριστιανούς να φύγουν. Οι Τούρκοι του έδωσαν επτά ημέρες διορία (πολύ λίγος χρόνος) για να φυγαδεύσει τον κόσμο, εξαιρώντας τους άνδρες ηλικίας από 17 μέχρι 45 ετών, οι οποίοι όφειλαν να παραμείνουν για να αποκαταστήσουν δήθεν τις καταστροφές από τον πόλεμο, ενώ ο κρυφός σκοπός τους ήταν να τους οδηγήσουν στα ενδότερα και να τους εξοντώσουν, όπως και έγινε. Ο Τζένιγκς έσπευσε αμέσως να εκμεταλλευτεί τον περιορισμένο χρόνο, ψάχνοντας για πλοία. Ένας Γάλλος πλοίαρχος, που βρισκόταν με το πλοίο του στο λιμάνι της Σμύρνης αρνήθηκε να μεταφέρει πρόσφυγες, ενώ ένας Ιταλός πλοίαρχος δέχθηκε και μετέφερε με το πλοίο του στη Μυτιλήνη 2.000 πρόσφυγες με ναύλο που επλήρωσε με δικά του χρήματα ο Τζένιγκς, ο οποίος τον συνόδευσε μέχρι το νησί. Εκεί βρήκε πολλά εμπορικά πλοία αγκυροβολημένα. Τότε, έχοντας την εγγύηση των Τούρκων και σε συνεργασία με τον Αμερικανό πλωτάρχη ο οποίος θα παρείχε προστασία στα ελληνικά πλοία εζήτησε επανειλημμένα από τον Έλληνα στρατηγό Φράγκου να του διαθέσει τα ελληνικά πλοία που στάθμευαν στη Μυτιλήνη για την απομάκρυνση των προσφύγων από τη Σμύρνη. Ο στρατηγός Φράγκου δυστυχώς φάνηκε απρόθυμος. Την άλλη μέρα ο Τζένιγκς επιβιβάστηκε στο ελληνικό θωρηκτό «Κιλκίς», του οποίου κυβερνήτης τότε ήταν ο Ιωάννης Θεοφανίδης. Ο εν λόγω πλοίαρχος προθυμοποιήθηκε αμέσως να βοηθήσει. Με σύσταση του Τζένιγκς έστειλε κωδικοποιημένα μηνύματα, μέσω του ασυρμάτου του πλοίου του στον τότε Έλληνα πρωθυπουργό Νικόλαο Τριανταφυλάκο ο οποίος κοιμόταν μακαρίως. Όταν ο Τζένιγκς ζήτησε επιμόνως να τον ξυπνήσουν, όπως και έγινε εκείνος ζήτησε να γίνει συνεδρίαση του υπουργικού Συμβουλίου, προφανώς για να καθυστερήσει.

 

Ο σωτήριος εκβιασμός του Τζενιγκς:
Η ελληνική κυβέρνηση φανερά πλέον κωλυσιεργούσε και δεν έπαιρνε απόφαση, αδιαφορώντας για τον άδικο χαμό εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων. Τότε ο μεγαλόψυχος Τζένιγκς μετά από συμβουλή του Ιωάννη Θεοφανίδη, αναγκάσθηκε να καταφύγει στο έσχατο μέσον που είχε στη διάθεσή του δηλαδή τον εκβιασμό! Διαμήνυσε στην κωλυσιεργούσα και αδρανούσα ελληνική κυβέρνηση του Νικολάου Τρανταφυλλάκου, ότι αν δεν δώσει τα ελληνικά πλοία, που έμεναν άπρακτα στη Μυτιλήνη για τη διάσωση των μικρασιατών Ελλήνων, τότε το επόμενο μήνυμά του από τον ασύρματο θα στελνόταν ανοιχτό, χωρίς κωδικό, για να μάθει όλος ο κόσμος ότι η ελληνική κυβέρνηση του Νίκου Τριανταφυλλάκου αδιαφορούσε και θα άφηνε στα αιμοσταγή χέρια των Τούρκων εκατοντάδες χιλιάδες μικρασιάτες Έλληνες στο τούρκικο μαχαίρι. Ο εκβιασμός έπιασε και λειτούργησε αμέσως. Όλα τα πλοία στην περιοχή τέθηκαν υπό τον έλεγχο του Τζένιγκς. Η κυβέρνηση τον κατέστησε προσωπικά υπεύθυνο για κάθε πλοίο που τυχόν θα χανόταν.

 

Το ξεκίνημα της σωτήριας επιχείρησης:
Ο Τζένιγκς κατόρθωσε να συγκεντρώσειαρχικά 26 πλοία. Ο ίδιος μπήκε στο πρώτο πλοίο ως άτυπος «ναύαρχος» και ξεκίνησε χωρίς καθυστέρηση. Τελικά οι Τούρκοι του έδωσαν ακόμη τέσσερις ημέρες προθεσμία και ταυτόχρονα η ελληνική κυβέρνηση κατόρθωσε να αυξήσει τον αριθμό των πλοίων σε 55. Έτσι διασώθηκαν μόνο από το λιμάνι της Σμύρνης πάνω από 350.000 άτομα. Στη συνέχεια κατάφερε να του επιτρέψουν οι Τούρκοι να παραλάβει χριστιανούς και από άλλα λιμάνια από τον Εύξεινο Πόντο ως τη Συρία.
• Η αποπεράτωση του σωτήριου έργου του:
Τους επόμενους μήνες ο Τζένιγκς δεν ησύχασε. Σε συνεργασία με τις κυβερνήσεις των ΗΠΑ επιτέλεσε ένα τιτάνιο έργο. Βρήκε συνεργάτες με τον ίδιο πνεύμα, Αμερικανούς κυρίως και συντόνισε το έργο της διάσωσης χιλιάδων χριστιανών Ελλήνων και μη, απ’ όλη την επικράτεια της Τουρκίας. Έσωσε πλέον από 500.000 ψυχές.