Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου 2024, 2:42:48 μμ
Δευτέρα, 28 Αυγούστου 2017 23:14

Η ουρά των Εσθονών

Του Ανδρέα Μακρίδη. 

 

Ήταν μία από τις ειδήσεις που συνήθως ποτέ δεν βλέπουν το φως της δημοσιότητας, γιατί απλά κάποιοι κρίνουν πως το κοινό δεν ενδιαφέρεται γι' αυτές: Τον Απρίλιο του 2014 στην Αθήνα, συνήλθαν σε Διάσκεψη όλοι οι βουλευτές που μετέχουν στις Επιτροπές Εξωτερικών Υποθέσεων, Άμυνας και Ασφάλειας των κοινοβουλίων τους και της ευρωβουλής, για να εξετάσουν ουσιαστικά δύο ζητήματα: Το ένα ήταν η δημιουργία ευέλικτων ευρωπαϊκών στρατιωτικών μονάδων ταχείας επέμβασης και το άλλο η ρωσική απειλή για την Ουκρανία.

 

Ο Πούτιν είχε μόλις επαναπροσαρτήσει την Κριμαία, και οι πρώην χώρες του ανατολικού μπλοκ με επικεφαλής της χώρες της Βαλτικής, καλούσαν σε κάθε τόνο την Ευρωπαϊκή Ένωση να αναλάβει στρατιωτικά την προστασία τους από τη Ρωσία, με το επιχείρημα ότι κινδυνεύουν. Τις σχετικές εισηγήσεις είχε στηρίξει και η Βρετανία, ενώ οι αντιδράσεις στις πολεμικές ιαχές είχαν προέλθει βασικά εκ μέρους της Ελλάδας και της Κύπρου.

Δεν ήταν μονάχα η Αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ που είχε αντιδράσει στο ψυχροπολεμικό κλίμα της Διάσκεψης. Ήταν πρωτίστως οι εκπρόσωποι των κομμάτων της ελλαδικής και κυπριακής Δεξιάς: ο πρόεδρος του Δημοκρατικού Συναγερμού στην Κύπρο, Αβέρωφ Νεοφύτου, και ο τότε πρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής και βουλευτής Καρδίτσας της ΝΔ, Κώστας Τσιάρας. Άλλαξε άραγε τίποτε από τότε;

Οι χώρες της Βαλτικής (η Εσθονία, η Λετονία και η Λιθουανία) όπως και η Ουκρανία, η Πολωνία και η Φινλανδία, έχουν διενέξεις αιώνων με τη Ρωσία. Οι διαμάχες αυτές κρατούν από την εποχή του Τσάρου – και μετά από ένα σύντομο διάλειμμα κατά την εποχή του Λένιν, συνεχίστηκαν και κατά την σοβιετική περίοδο. Η Εσθονία και η Λετονία υπέγραψαν συνθήκη μη επίθεσης με τους χιτλερικούς πριν το γνωστό σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότωφ, δηλώνοντας μάλιστα πως οποιαδήποτε εγγύηση των συνόρων τους από την Σοβιετική Ένωση θα θεωρείτο “εχθρική ενέργεια”. Το μόνο που κατάφεραν τελικά, ήταν να προσαρτηθούν όπως και παλαιότερα, απ' τη (σοβιετική) Ρωσία. Η κατάρρευση του κομμουνιστικού στρατοπέδου δεν οδήγησε σε βελτίωση των σχέσεών τους με την ρωσική υπερδύναμη. Το ακριβώς αντίθετο συνέβη: Οι χώρες αυτές τίμησαν ως πατριώτες τους συνεργάτες των χιτλερικών, ακόμα και τους εθελοντές τους στα SS, στέρησαν από τους ρωσόφωνους πολίτες τους το δικαίωμα ψήφου, και οι εθνικιστές πολιτικοί τους αξιώνουν από την Ε.Ε. να εμπλακεί για χάρη τους σε μια διαρκή αντιπαράθεση με τη Ρωσία - κάτι που βεβαίως συνεπάγεται αύξηση των στρατιωτικών δαπανών και την αύξηση της ΝΑΤΟϊκής παρουσίας στην Ευρώπη.

Στη Διάσκεψη του 2014, οι φωνές αυτές δεν κατάφεραν να επικρατήσουν. Εάν νομίζει ωστόσο κανείς, πως έχουμε τελειώσει με τα ζητήματα αυτά, είναι γελασμένος.

Τις τελευταίες ημέρες παρακολουθήσαμε μία ακόμα διαμάχη των ελληνικών κομμάτων, με αφορμή ένα συνέδριο που προωθεί η Εσθονία ως προεδρεύουσα της Ε.Ε.. Το συνέδριο εξετάζει τον κομμουνισμό και τον ναζισμό ως ισότιμα εγκληματικές ιδεολογίες. Εάν η Εσθονία το πιστεύει όμως αυτό, γιατί δεν καταδικάζει πρώτιστα τους εσθονούς χιτλερικούς τους οποίους τιμά ως ήρωες; Η απάντηση είναι απλή: Η Εσθονία και οι αντίστοιχές της χώρες, έναν στόχο είχαν και εξακολουθούν να έχουν: Να πλήξουν στο όνομα της Σοβιετικής Ένωσης τη Ρωσία, καθώς ο ρόλος της Σοβιετικής Ένωσης στη συντριβή του ναζισμού δεν μπορεί ιστορικά να παραγραφεί.

Η επιστολή Κοντονή για την άρνηση της Ελλάδας να συμμετάσχει στο ψευτοεπιστημονικό συνέδριο της Εσθονίας, μπορεί να γράφηκε κατά το ήμισυ με στόχο το ελλαδικό αριστερό ακροατήριο, αλλά κατά το υπόλοιπο απευθύνεται στη σημερινή Ρωσία, δηλώνοντας εμμέσως πως η χώρα μας είναι αδύναμη αλλά όχι και δεδομένη. Όποιοι καταδίκασαν ή σάρκασαν την επιστολή (όπως ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ο υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας το 2014), ας εξηγήσουν στον ελληνικό λαό τι συμφέρον έχει η Ελλάδα να διαρρήξει τις όποιες σχέσεις καταφέρνει να διατηρεί με τη Ρωσία, για να καταλήξει ουρά των Εσθονών.