Αναφέρομαι, φυσικά, στην κρίση της Ουκρανίας. Και όχι μόνον φαίνεται να επέστρεψε ο ψυχρός πόλεμος, αλλά το σκηνικό της έντασης βρίσκεται όχι σε κάποια περιφέρεια (Κορέα, Βιετνάμ, Ιράκ) αλλά στην ίδια την Ευρώπη. Πρόκειται για εξέλιξη που είχε να συμβεί πολλές δεκαετίες και που πολλοί πίστευαν ότι ανήκει πια μόνο στα βιβλία της Ιστορίας...
Το γενικό περίγραμμα της κατάστασης είναι λίγο πολύ γνωστό. Σ' αυτό το κείμενο θα προσπαθήσω να απαντήσω στο ερώτημα ποιον συμφέρει να υπάρξει ανάφλεξη στην Ουκρανία. Μέσα από την απάντηση σ' αυτό το ερώτημα ίσως φανούν και οι επιδιώξεις καθενός από τους πρωταγωνιστές στο γενικότερο γεωπολιτικό παιχνίδι στην Ευρασία.
Α. Ρωσία: μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης η Ρωσία απώλεσε τον παραδοσιακό χώρο επιρροής της, την Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια. Σ' αυτόν τον χώρο επεκτάθηκε το ΝΑΤΟ, παρόλο που ο αμερικανός πρόεδρος Τζωρτζ Μπους ο πρεσβύτερος (1989-1993) είχε υποσχεθεί στον Γκορμπατσώφ ότι κάτι τέτοιο δεν θα συμβεί, προκειμένου να αποσπάσει, ως αντάλλαγμα, την αποδοχή, εκ μέρους του Γκορμπατσώφ, της ενοποίησης των δύο Γερμανιών. Για τη Ρωσία, το να ελέγχει κάποια άλλη Δύναμη την Ανατολική Ευρώπη ισοδυναμεί με μια κατάσταση μεγάλης ανασφάλειας. Όλες οι στρατιωτικές επιθέσεις που δέχτηκε η Ρωσία και που κατέληξαν σε υπαρξιακή απειλή γι' αυτήν, ξεκίνησαν από Δυνάμεις που έλεγχαν την Ανατολική Ευρώπη: Ναπολέων, Γερμανία στον Α' και τον Β' Παγκόσμιους Πολέμους. Συνεπώς, από τη ρωσική οπτική, η Ανατολική Ευρώπη είναι η αυλή της, το κατώφλι της, που αν δεν βρίσκεται υπό τον έλεγχό της, κινδυνεύει άμεσα η ίδια.
Όσον αφορά δε τον τρόπο που βλέπει την Ουκρανία, τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα: η χώρα αυτή υπήρξε για πολλούς αιώνες σάρκα από τη σάρκα της Ρωσίας και η ανακήρυξή της σε ανεξάρτητο κράτος το 1991 υπήρξε πολύ οδυνηρή εξέλιξη για τη Μόσχα.
Και φτάνουμε στο κρίσιμο σημείο: τυχόν ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ είναι πραγματικά κόκκινη γραμμή για τη Ρωσία. Διότι η Ουκρανία, με την στρατηγικότατη γεωγραφική της θέση στον Εύξεινο, τη μεγάλη της έκταση και τα πενήντα εκατομμύρια πληθυσμού της, αν ενταχθεί οριστικά στο δυτικό στρατόπεδο, θα ενταφιάσει τις ελπίδες της Ρωσίας για επάνοδο σε καθεστώς Μεγάλης Δύναμης. Κάτι περισσότερο: τυχόν ένταξη της Ουκρανίας στο δυτικό στρατόπεδο εκπροσωπεί, στα μάτια της Μόσχας, υπαρξιακό κίνδυνο για την ίδια την ύπαρξη, μελλοντικά, υπολογίσιμου ρωσικού κράτους. Αν, λοιπόν, η ένταξη των υπολοίπων κρατών της Ανατολικής Ευρώπης στο ΝΑΤΟ τη δεκαετία του 1990 οδήγησε σε περικύκλωση της Ρωσίας, η ένταξη, τώρα, και της Ουκρανίας, θα οδηγούσε σε θανάσιμη απειλή, στην οποία η Μόσχα δεν μπορεί να μείνει απλός παρατηρητής και να μην απαντήσει. Δεν είναι ζήτημα δικαιοσύνης ή ηθικής. Είναι ζήτημα ασφαλείας και ισχύος. Είναι σα να εντασσόταν το Μεξικό ή ο Καναδάς σε στρατιωτικό συνασπισμό με ηγέτη την Κίνα και να προσδοκούσαμε οι ΗΠΑ να το δεχτούν χωρίς να αντιδράσουν με κάθε μέσο.
Υπό τις παρούσες συνθήκες δεν συμφέρει τη Ρωσία μια ανάφλεξη στην Ουκρανία, διότι μια τέτοια εξέλιξη θα έδινε την αφορμή που ζητούν οι ΗΠΑ είτε να εγκαταστήσουν στρατιωτικές βάσεις στην Ουκρανία στο άμεσο μέλλον είτε να επιβάλουν σκληρότατες οικονομικές κυρώσεις που θα γονάτιζαν τη ρωσική οικονομία είτε και τα δύο. Συνεπώς, η Μόσχα βρίσκεται σε επιφυλακή χωρίς να ανάβει το φυτίλι, γιατί δεν την συμφέρει. Αν όμως ξεκινήσουν διαδικασίες ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ ή κάτι παρόμοιο, η Ρωσία θα αναγκαστεί να απαντήσει γιατί δεν θα έχει άλλη εναλλακτική.
Β. ΗΠΑ: διαχρονική επιδίωξη της Αμερικής σε όλον τον 20ο αιώνα αλλά και σήμερα ήταν και είναι να μην επικρατήσει μια Μεγάλη Δύναμη στην Ευρασία. Σήμερα είναι προφανές ότι η χώρα που έχει τις δυνατότητες να επιδιώξει κάτι τέτοιο είναι η Κίνα. Ήδη, οι ΗΠΑ λαμβάνουν μέτρα ανάσχεσης της Κίνας. Όμως τι γίνεται με τη Ρωσία;
Η αμερικανική ηγεσία γνωρίζει ότι δεν μπορεί να τα βάλει και να ''δαμάσει'' ταυτόχρονα και τις δύο χώρες, Κίνα και Ρωσία. Ο μεγάλος της αντίπαλος όμως, η Δύναμη που απειλεί την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία της, είναι η Κίνα. Οπότε;
Τίθεται εκ των πραγμάτων το ερώτημα: πώς να μεταχειριστούν οι ΗΠΑ τη Ρωσία;
Εκτιμώ ότι η αμερικανική ηγεσία έχει, έναντι της Ρωσίας, τις εξής δύο επιλογές: πρώτον, να την πάρει με το μέρος της σε ένα κοινό αντι-κινεζικό μέτωπο. Αυτό επιχείρησε, ως έναν βαθμό, ο προηγούμενος αμερικανός πρόεδρος Τραμπ. Όμως το κυρίαρχο κατεστημένο των ΗΠΑ απορρίπτει αυτή την επιλογή. Γιατί; Διότι αντιλαμβάνεται ότι, όσο στην ηγεσία της Ρωσίας βρίσκεται ο Πούτιν, είναι αδύνατη η συνεννόηση με τη Μόσχα. Κι αυτό γιατί η ηγεσία των ΗΠΑ, όταν μιλά για ''συνεννόηση με τη Μόσχα'' εννοεί ουσιαστικά την υποταγή της Ρωσίας, όπως ακριβώς είχε γίνει τη δεκαετία του 1990, με τον ρώσο πρόεδρο Γιέλτσιν, όταν βασικοί τομείς του εθνικού πλούτου της Ρωσίας ξεπουλήθηκαν με αστραπιαίες και παράνομες διαδικασίες και η Ρωσία ακολουθούσε καθαρά υποχωρητική στάση έναντι των ΗΠΑ αποδεχόμενη σχεδόν τα πάντα.
Συμπέρασμα: όσο ο Πούτιν κυβερνά τη Ρωσία, οι ΗΠΑ δεν μπορούν να ελπίζουν ότι θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν απερίσπαστες και με επιτυχία τον πραγματικό τους μεγάλο αντίπαλο, την Κίνα.
Οπότε, πάμε στη δεύτερη επιλογή μεταχείρισης της Ρωσίας: εκτιμώ ότι η ηγεσία των ΗΠΑ επιχειρεί, μέσω της Ουκρανίας, να στριμώξει πολύ άσχημα τον Πούτιν, με απώτερο στόχο την πτώση του από την εξουσία. Με ποιον τρόπο; Με το να εξαναγκαστεί ο ρώσος πρόεδρος να κάνει κάποια κίνηση η οποία θα διαβαστεί ως επίθεση, ώστε:
α) η Αμερική να απαντήσει ως ''υπερασπιστής της ελευθερίας'' της Ουκρανίας αλλά και της Ευρώπης.
β) να δημιουργηθεί οριστικό ρήγμα μεταξύ Ευρώπης και Ρωσίας, με τη μορφή σχίσματος, όπως κατά τον ψυχρό πόλεμο (1947-1989).
γ) να επιβληθούν τρομακτικές οικονομικές κυρώσεις στη Ρωσία, ικανές να προκαλέσουν καταστροφικά αποτελέσματα στην οικονομία της.
Όλα αυτά, σύμφωνα πάντα με τις ελπίδες των ΗΠΑ, ενδέχεται να οδηγήσουν στην απομόνωση και την πτώση του Πούτιν. Συνεπώς, η ανάφλεξη στην Ουκρανία, συμφέρει την Αμερική.
Βέβαια, αυτή η τακτική της αμερικανικής ηγεσίας ενέχει πολλά ρίσκα και ενδέχεται να προκαλέσει καταστάσεις που αυτή τη στιγμή κανείς δεν μπορεί να προβλέψει. Καταστάσεις που μπορεί και να αποδειχθούν ανεξέλεγκτες ή αντίθετες με τις προσδοκίες των ΗΠΑ. Πάντως, οι βασικές επιδιώξεις της αμερικανικής ηγεσίας εκτιμώ ότι είναι αυτές που εξέθεσα παραπάνω.
Γ. Ευρώπη: συμφέρον της Ε.Ε. είναι η έλλειψη εντάσεων και συγκρούσεων στον χώρο της Ευρασίας, πόσο μάλλον εντός της ευρωπαϊκής ηπείρου. Γι' αυτόν τον λόγο η Ε.Ε. επιδιώκει την ειρηνική επίλυση της ουκρανικής κρίσης. Δεν τη συμφέρει ανάφλεξη στην Ουκρανία, όπως συμφέρει, όπως είπαμε, τις ΗΠΑ. Ειδικά η Γερμανία, η σημαντικότερη χώρα της Ε.Ε., έχει μακρά παράδοση συνεννόησης και συμβιβασμών με τη Μόσχα εδώ και δεκαετίες (βλέπε, π.χ., πρόσφατα, τον γερμανο-ρωσικό αγωγό nord stream 2). Με μια φράση: η Γερμανία και η Ε.Ε. δεν θέλουν ένα αγεφύρωτο ρήγμα με τη Μόσχα. Δεν θέλουν να παρασυρθούν σε έναν νέο ψυχρό πόλεμο με τη Ρωσία. Αντιθέτως, αυτή είναι η επιδίωξη των ΗΠΑ!
Ήδη γίνεται καθημερινή προσπάθεια από ΗΠΑ και Ε.Ε. να φανεί ότι μιλούν με μία και ενιαία φωνή. Να μη φανούν δηλαδή οι διαφορές επιδιώξεων που τις χαρακτηρίζουν.
Κάτι πολύ σημαντικό: η Ε.Ε. και ειδικά η Γερμανία φοβούνται ότι, αν δεν παρουσιάσουν δημοσίως ένα αρκούντως σκληρό πρόσωπο απέναντι στον Πούτιν, θα προκαλέσουν, εκτός από τις αμερικανικές αντιδράσεις, και την απογοήτευση των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, που διάκεινται από αντι-ρωσικές διαθέσεις. Έτσι, υπάρχει ο κίνδυνος, στα μάτια Βρυξελλών και Βερολίνου, η ουκρανική κρίση να προκαλέσει ρήγμα και εντός της Ε.Ε.!
Για λόγους έκτασης του άρθρου θα ακολουθήσει και ένα δεύτερο για τη γενικότερη στρατηγική και τα προβλήματα που απειλούν τις ΗΠΑ.