Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου 2024, 4:37:10 μμ
Κυριακή, 12 Ιουλίου 2020 23:09

Πολιτική υπεροχή ενόψει (νέων) προκλήσεων

Του Γιώργου Φλωρίδη, πρώην υπουργού, βουλευτή Κιλκίς.

Η εκλογική νίκη της ΝΔ τον Ιούλιο του 2019, με την ταυτόχρονη αποδοκιμασία της πεντάχρονης λαϊκιστικής αποκάλυψης, εξέφρασε μια βαθύτερη ιδεολογικοπολιτική διεργασία και μετατόπιση του κοινωνικού σώματος. Εξέφρασε την ώριμη ανάγκη για υπέρβαση του κύκλου της ανεκπλήρωτης μεγαλοστομίας, του διαλυτικού διχασμού και του παρασιτικού προστατευτισμού, που κράτησε στάσιμη τη χώρα.


Η θητεία, όμως, της νέας κυβέρνησης, σχεδόν από την αφετηρία της, χαρακτηρίστηκε από μια πλήρη αντιστροφή υπολογισμών και πλάνων. Ενώ προγραμμάτιζε την οικονομική ανασύνταξη της χώρας διαμέσου επενδυτικών πρωτοβουλιών και φορολογικών ελαφρύνσεων και, έστω συγκρατημένων μεταρρυθμίσεων, στα πλαίσια ενός νέου μείγματος πολιτικής, βρέθηκε αντιμέτωπη με διαδοχικές κρίσεις σε κορυφαία ζητήματα, όπως το μεταναστευτικό και η πανδημία, με την μεγάλη οικονομική ανατροπή που αυτή επιφέρει. Ο απολογισμός για την κυβερνητική διαχείριση αυτών των κρίσεων, σε συνδυασμό με την συμπεριφορά του κράτους και κυρίως της ελληνικής κοινωνίας, ήταν απροσδόκητα θετικός. Έβαλε τη χώρα σε θέση διεθνούς επιβράβευσης και δημιούργησε πολύτιμη υπεραξία εθνικής αυτοπεποίθησης, αλλά και σημαντικό πολιτικό κεφάλαιο για την κυβέρνηση.

Ποιο είναι όμως το σημείο-κλειδί που καθόρισε την μέχρι τώρα την επιτυχή λειτουργία της διακυβέρνησης Μητσοτάκη; Νομίζω, ότι αυτό βρίσκεται στην επιχειρούμενη υπέρβαση και την ευρυχωρία της νέας κεντροδεξιάς ταυτότητας, σε συνδυασμό με το ηγετικό προφίλ σοβαρότητας και διαχειριστικής επάρκειας του αρχηγού της. Η κυβέρνηση αυτή, παρότι μονοκομματικής πλειοψηφίας, συγκροτείται μέσα από μια ιδεολογική υπέρβαση του παλιού σχίσματος Δεξιάς και Κέντρου. Αποτελεί μια πραγματικά διευρυμένη Κεντροδεξιά Παράταξη.

Δείχνει ότι διαβάζει και συνθέτει καλύτερα το νέο τοπίο των πολιτικών εξελίξεων και διεργασιών που συντελούνται όχι μόνο στη χώρα, αλλά πανευρωπαϊκά και παγκόσμια. Φαίνεται να διαθέτει ιδεολογική και προγραμματική ευελιξία, ενσωματώνοντας τις καλύτερες παραδόσεις και πρακτικές σε στρατηγικά ζητήματα όπως η εθνική ταυτότητα, το κοινωνικό πρόσωπο, η οικολογική ευαισθησία. Είναι δε σε πλήρη αντιδιαστολή με παρωχημένες, ανεδαφικές και ιδεοληπτικές ερμηνείες του μονοσήμαντα δεξιού ή αριστερού πολιτικού λόγου περασμένων εποχών. Στη βάση αυτή, βρίσκεται και η επιτυχία διείσδυσης και υπεροχής της στο σύγχρονο κεντρώο ακροατήριο. Επιχειρείται έτσι να δημιουργηθεί μια διευρυμένη παράταξη, όχι απλά ποσοτικά και εκλογικά, αλλά με σταθερό υπόβαθρο συγκλίσεων και μειγμάτων ιδεολογίας και πολιτικής.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα και πριν την πανδημία, ήταν η εφαρμογή μεικτών κλασικών και κεϋνσιανών μοντέλων οικονομικής πολιτικής, σε όλο το εύρος της ευρωπαϊκής κεντροδεξιάς. Τέτοια υποδείγματα συγκλίσεων, αν συνδυαστούν και με ανάλογες προσεγγίσεις στα εθνικά ζητήματα και αυτά των θεμάτων εσωτερικής ασφάλειας, προσδίδουν μεγαλύτερο βάθος και στερεότητα στην σύγχρονη κεντροδεξιά ατζέντα. Ειδικά στην Ελλάδα, με αφετηρία την νέα διακυβέρνηση της ΝΔ, έχουμε περάσει σε μια περίοδο υπεροχής του κεντροδεξιού αφηγήματος, έναντι του αντίστοιχου κεντροαριστερού, που φθίνει μέσα στα πλαίσια της μακρόσυρτης αποδρομής του μεταπολιτευτικού κύκλου. Και αυτό, ανεξάρτητα ή και παράλληλα με τις υπαρκτές παθογένειες του κόμματος της Ν.Δ.
Πρωταρχικός συντελεστής του ιδεολογικού και πολιτικού πλεονεκτήματος της σημερινής ελληνικής κεντροδεξιάς, είναι ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος υλοποιεί ένα παράδειγμα ηγετικού μετα-λαϊκιστικού προφίλ, σοβαρότητας και εμπιστοσύνης.

Πού εντοπίζεται το κυβερνητικό μειονέκτημα; Στην υπερτίμηση του τεχνοκρατισμού που πρόβαλλε, τουλάχιστον μέχρι σήμερα. Χωρίς ενδυνάμωση και προτεραιότητα του πολιτικού στοιχείου στην αναγκαία, βεβαίως, σχέση με τον τεχνοκρατισμό, θα δυσκολευτεί πολύ να διαχειριστεί την πυκνότητα των κρίσεων, μεγάλων και μικρών, που αναδύονται καθημερινά, και να επιχειρήσει τις μεταρρυθμιστικές τομές που απαιτούνται, ξεπερνώντας επιτυχώς τις βέβαιες αντιστάσεις που θα προκύψουν. Προτεραιότητα όμως του πολιτικού, δεν σημαίνει επιστροφή σε λαϊκίστικες πρακτικές ούτε, βεβαίως, διευθετήσεις και εξισορροπήσεις εσωκομματικών τάσεων και φατριών. Σημαίνει, πάνω απ’ όλα, αντιστοίχιση του προσανατολισμού προσώπων και πολιτικών, με την γενικότερη κυβερνητική κατεύθυνση και, ταυτόχρονα, ικανότητα δράσης και αποτελεσματικότητα στην εφαρμογή τους. Στο τέλος, όλα κρίνονται στο επίπεδο και στο γήπεδο της πολιτικής, πράγμα που σημαίνει δυνατότητα εκπόνησης στρατηγικού σχεδίου για τη χώρα και ικανότητα επίτευξης πολιτικών και κοινωνικών συμμαχιών.

Στο επίπεδο των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων για την αναπτυξιακή πορεία της χώρα, η κυβέρνηση δεν έχει επιδείξει την απαιτούμενη τόλμη. Τα παραδείγματα των αλλαγών στο ασφαλιστικό σύστημα και την παιδεία, όχι απλώς δεν πείθουν, αλλά αντίθετα δημιουργούν εύλογες ανησυχίες για την αληθινή μεταρρυθμιστική διάθεση της κυβέρνησης.
Η παραπομπή του ζητήματος του αναπτυξιακού σχεδίου της χώρας, ενόψει και της ισχυρής χρηματοδότησης που αναμένει η χώρα από την Ε.Ε, στην επιτροπή Πισσαρίδη, δείχνει μια βασική κυβερνητική αδυναμία και δεν ενισχύει την εικόνα της όπως πιστεύουν κάποιοι. Το θέμα της αναπτυξιακής κατεύθυνσης της χώρας, δεν είναι ζήτημα κάποιων ειδικών, αλλά κυρίως θέμα πολιτικής βούλησης. Δεν υπάρχει κάτι που δεν γνωρίζουμε, όσον αφορά στην ανάγκη η χώρα να ξεφύγει από τον θανατηφόρο εναγκαλισμό των παρασίτων της οικονομικής δραστηριότητας και να στραφεί στην παραγωγική αναδιάρθρωσή της. Ούτε και διαφεύγει από κανένα ο τρόπος και τα πεδία, μέσα από τα οποία μπορεί να γίνει αυτό. Εκείνο που χρειάζεται είναι μια ξεκάθαρη πολιτική απόφαση και μια κυβερνητική ομάδα που είναι αποφασισμένη, χωρίς προσωπικές ατζέντες των μελών της, να οδηγήσει τη χώρα σ’ ένα παραγωγικό μέλλον. Όχι κάποτε, αλλά πολύ γρήγορα.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, για την κυβέρνηση και παρά την πολιτική της υπεροχή και το μεγάλο κεφάλαιο που έχει συσσωρεύσει, τίποτε δεν έχει κριθεί και τίποτα δεν έχει τελειώσει. Το βάρος μιας ιδιαίτερα ταραγμένης εποχής και οι αυξημένες εντάσεις της περιοχής, μπορεί να καταστεί ασήκωτο, ακόμα και για την καλύτερη, συγκριτικά, κυβέρνηση. Δυστυχώς η χώρα βρίσκεται ενώπιον κινδύνων, που ξεπερνούν κατά πολύ τις κρίσεις των μνημονίων και των πανδημιών, και αυτοί δεν είναι άλλοι από τους υπαρκτούς εθνικούς κινδύνους που αντιμετωπίζουμε. Από την επιτυχή αντιμετώπισή τους, που απαιτούν όχι μόνο σωστές κυβερνητικές επιλογές, αλλά πανεθνική ομοψυχία και συστράτευση, θα εξαρτηθούν καθοριστικά το επόμενο πολιτικό σκηνικό και κυρίως η ανοδική πορεία της χώρας.