Ένα νέο είδος σαύρας που έζησε στην Τυνησία πριν από περίπου πενήντα εκατομμύρια χρόνια ανακάλυψε ο Δρ. Γιώργος Γεωργαλής, καθηγητής στο Ινστιτούτο Συστηματικής κι Εξέλιξης των Ζώων της Πολωνικής Ακαδημίας Επιστημών στην Κρακοβία.
Ερευνά απολιθώματα σαγονιών και σπονδύλων που φυλάσσονται στις συλλογές του Εθνικού Γραφείου Ορυχείων της Τυνησίας στην Τύνιδα.
«Έδωσα το όνομα Τεραστιοδοντόσαυρος (Terastiodontosaurus marcelosanchezi) στο νέο ζώο για να τονίσω τα πολύ αξιοπερίεργα χαρακτηριστικά του σχετικά με το μέγεθος και το σχήμα των δοντιών του», ανέφερε στο Αθηναϊκό/ Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο ερευνητής.
Ο Τεραστιοδοντόσαυρος, όπως εξηγεί, ανήκε σε μια ομάδα σαυρών που ονομάζονται Αμφίσβαινες. Πρόκειται για κυρίως άποδες σαύρες, που ζουν τον περισσότερο χρόνο σε υπόγεια λαγούμια και σπάνια εμφανίζονται στην επιφάνεια της γης. Οι Αμφίσβαινες υπάρχουν σήμερα στην Αμερική, την Αφρική, τη Μέση Ανατολή, ενώ στην Ευρώπη ζουν αποκλειστικά στην Ιβηρική χερσόνησο και σε κάποια νησιά του Ανατολικού Αιγαίου.
«Τα απολιθωμένα σαγόνια του Τεραστιοδοντόσαυρου είναι πολύ μεγαλύτερα από οποιοδήποτε άλλο Αμφίσβαινα και φανερώνουν ότι ήταν ένα ζώο που ξεπερνούσε το ένα μέτρο σε μήκος, καθιστώντας το ως τον μεγαλύτερο αντιπρόσωπο αυτής της ομάδας σαυρών».
Πέραν του εντυπωσιακού μεγέθους, ο Τεραστιοδοντόσαυρος είναι αξιοσημείωτος για τα πολύ περίεργα δόντια του, τα οποία διαφέρουν από οποιοδήποτε άλλο ερπετό. Ο Δρ. Γεωργαλής το ονόμασε έτσι για κάποιο προφανή λόγο: ένα δόντι στο πάνω και κάτω σαγόνι του Τεραστιοδοντόσαυρου ήταν πραγματικά «τεράστιο» σε σχέση με τα υπόλοιπα δόντια. Με αυτά τα δόντια, ο Τεραστιοδοντόσαυρος είχε ένα πανίσχυρο δάγκωμα, το οποίο του επέτρεπε να συνθλίβει μεγάλα σαλιγκάρια που ζούσαν στο περιβάλλον του.
«Αντίθετα με τις σημερινές Αμφίσβαινες, ο Τεραστιοδοντόσαυρος θεωρείται ότι δεν ζούσε σε λαγούμια, αλλά στην επιφάνεια της γης. Το νέο αυτό είδος λοιπόν προσφέρει πολύτιμα στοιχεία για τον γιγαντισμό, την εξέλιξη, την ποικιλομορφία και τον τρόπο ζωής των Αμφίσβαινων, της μυστηριώδους αυτής ομάδας σαυρών, που ζουν κυρίως στην αφάνεια κάτω από το έδαφος.
Η έρευνα δημοσιεύθηκε στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Zoological Journal of the Linnean Society.