*Της Τάνιας Κιουμουρτζίδου, υποψήφιας βουλευτή Α’ Θεσσαλονίκης της ΝΔ.
Παραδέχομαι πως υπήρξαν πολλές «άβολες στιγμές» στη ζωή μου, με συγγενείς ή φίλους που ήρθαν από τον Πόντο. Κι αυτό γιατί τους ρωτούσα με αφέλεια, «για ποιο λόγο αποφεύγουν να επισκεφτούν τα ιερά χώματα του Πόντου», την «πατρίδα» όπως περήφανα και με καμάρι χαρακτήριζαν αυτόν τον ιερό τόπο.
Όσες φορές κι αν τους ρωτούσα όλοι σιωπούσαν. Αρνούνταν ακόμη και να απαντήσουν. Είμαι απόλυτα πεπεισμένη πως δεν ήθελαν να ταραχτούν με όσα θα έβλεπαν και θα ένιωθαν εκεί.
Είναι συγκλονιστικό και το λιγότερο τραγικό, να μπαίνεις σήμερα σε Ελληνικούς Ορθόδοξους ναούς στον Πόντο, τη Μικρά Ασία ή την Πόλη και να αντικρύζεις ένα τζαμί ή πολιτιστικό κέντρο! Είναι αβάσταχτος ο πόνος και η πληγή στην ψυχή σου, όταν περπατάς σε μέρη που κάποτε εκεί έπαιζε ανέμελα η γιαγιά σου σα μικρό κοριτσάκι. Δεν αντέχεις να αντικρύζεις κτήρια που διέμεναν και διέπρεπαν οι παππούδες και προπαππούδες σου και τώρα μένουν εκεί κάποιοι άλλοι.
Πόντιοι. Ένας ιδιαίτερος λαός. Οι Πόντιοι είναι ένας λαός πολύ πληγωμένος και πικραμένος. Ένας λαός που στερήθηκε και έχασε τόσο βίαια και άδικα, την πατρίδα του. Ένας λαός που αγάπησε, αγαπάει και θα αγαπάει με πάθος δύο Ελλάδες. Τη μία την έχασε αλλά δεν τη λησμόνησε ποτέ.
Ένας λαός που δεν γονάτισε στα πολύ δύσκολα και δεν υπάρχει περίπτωση να γονατίσει ούτε τώρα. Ένας λαός που όπου εγκαταστάθηκε, διέπρεψε, έφερε την ανάπτυξη και τον πολιτισμό. Ένας λαό πραγματικά ζαντός και παλαλός, που αν τα «πάρει στο κρανίο» αλίμονο σε όποιον βρεθεί μπροστά του. Θα τραγουδάει, θα χορεύει, θα εκστασιάζεται με Κότσαρι και Πυρρίχιο κι όποιον πάρει ο χάρος ύστερα. Οι ψυχές τους κυκλοφορούν εκεί και μας περιμένουν.
Πολύ σημαντική η μεθαυριανή επέτειος μνήμης. Θεωρώ όμως πως οι ψυχές των προγόνων μας κυκλοφορούν ακόμη εκεί και μας περιμένουν να τους επισκεφτούμε κάποια στιγμή. Θα ήθελα να αντιγράψω τα συγκλονιστικά λόγια φίλου που επισκέφτηκε κάποτε τον Πόντο: «Περπατώ στις παλιές Ελληνικές γειτονιές της Ορντού. Αλλά ακούω ψαλμωδίες, κλάματα, λυγμούς, κραυγές. Ακούω τις σιωπές τους. Ναι τις σιωπές ενός λαού που έφυγε τόσο βίαια από την πατρίδα του. Είναι χιλιάδες. Όλοι τους στημένοι πάνω στον κατάφυτο λόφο που τώρα φτάνει το τελεφερίκ, βλέποντας την πόλη πίνοντας τσάι και τρώγοντας τα περίφημα φουντούκια της Ορντού. Στέκονται ακίνητοι σαν να με περίμεναν εδώ και έναν αιώνα. Βλέπω τα μάτια τους βουρκωμένα, βλέπω τα βλέμματά τους που με πνίγουν. Με κοιτούν σιωπηλοί με εκείνο ακριβώς το ίδιο βλέμμα της γιαγιάς της Μελπομένης όταν πλέον ζούσε στο Κιλκίς, τη Θεσσαλονίκη, την Κατερίνη, την Προμέλα της Σουηδίας, όταν ξανάφυγε δεύτερη φορά πρόσφυγας με το γιο της…».
Ένα ταξίδι στον Πόντο, τη Μικρά Ασία, την Πόλη δεν είναι μια ακόμη εκδρομή. Είναι ιερό προσκύνημα. Είναι τάμα στη μνήμη των δικών μας ανθρώπων. Οι χιλιάδες ψυχές είναι εκεί και περιμένουν.
Να μας δουν, να λυτρωθούν και να αναπαυθεί η ψυχή τους για πάντα.
Δείτε επίσης: Θεσσαλονίκη: Το αδιαχώρητο επικράτησε στην κεντρική ομιλία της Τάνιας Κιουμουρτζίδου