Σάββατο, 21 Δεκεμβρίου 2024, 2:10:03 μμ
Σάββατο, 22 Ιανουαρίου 2011 15:20

Ενα πανάρχαιο λαϊκό έθιμο της Θράκης που επιβιώνει έως τις μέρες μας

anastenaria


Τα αναστενάρια είναι το πιο σημαντικό λαϊκό δρώμενο, από όσα τελούνται σήμερα στην Ελλάδα. Είναι ένα πολύτιμο θρακικό έθιμο, ένα αληθινό λαϊκό πανηγύρι με προεόρτια και μεθεόρτια. Το έφεραν οι Βορειοθρακιώτες πρόσφυγες μετά το βίαιο εκπατρισμό τους από την περιοχή της Αγαθούπολης της Ανατολικής Ρωμυλίας.
Την αρχή του, που χάνεται στα βάθη των αιώνων, τη βρίσκουμε, συγκρίνοντας παρόμοια έθιμα του αρχαίου βίου, μελετώντας τα διονυσιακά και ορφικά οργιαστικά μυστήρια. Στο Κωστί και τα άλλα απόκεντρα ελληνικά χωριουδάκια, το Ρέσβι, το Προντίβο, το Γαλαζάκι, το Πυργόπλο, της λεγόμενης «τυφλής επαρχίας», καθώς και στα βουλγάρικα χωριά Βούλγαρι, Μούρτσοβο και Γραμματίκοβο, μαζί με την επίσημη θρησκεία και μέσα σ' αυτήν, δημιουργείται μια παράξενη λαϊκή λατρεία που φυσικά έχει ευετηριακό χαρακτήρα με τις ρίζες απλωμένες στην προθεϊκή εποχή, που αργότερα παίρνει διονυσιακή αποκρυστάλλωση.
Μεταγενέστερα, μέσα στους βυζαντινούς χρόνους και με τον επηρεασμό από τη χριστιανική θρησκεία, θα μετασχηματιστεί σε μια πολυσύνθετη χριστιανική θρησκευτική τελετή ανάμειχτη με πανάρχαιες βακχικές τελετές, στο θαυμαστό έθιμο με την ειδική μαγική τελετουργία που επανέρχεται κάθε χρόνο σε ορισμένες εποχές του χρόνου και συνδέεται πρώτιστα με τη γεωργία. Ο τοτεμισμός γίνεται θρησκευτικό σύστημα είτε με τη βακχική του μορφή, είτε με τη χριστιανική, με πρώτιστο πάντα το ευετηρικό χαρακτήρα.
Η όλη ψυχοσύνθεση των Θρακών, οι ιδιαίτερες γεωφυσικές συνθήκες, οι ιστορικές καταβολές ευνοούσαν να γεννηθεί ένα τέτοιο έθιμο καθώς και άλλα ήθη και έθιμα, όπως οι Καλόγεροι, και γενικά οι συνήθειες και οι πίστεις, οι δεισιδαιμονίες και οι προλήψεις, η πλούσια γενικά λαογραφία που χαρακτηρίζει το λαό αυτό.
Πρώτη καταγραφή του εθίμου έχουμε από τον καθηγητή της Μεγάλης του Γένους Σχολής Αναστάσιο Χουρμουζιάδη στα 1872. Ακολούθησαν ο Νικόλαος Πολίτης και ο Νικόλαος Βέης. Μαρτυρημένα τα αναστενάρια τελούνται από τον 4ο μ.Χ. αιώνα προς τιμήν του Μεγάλου Κωνσταντίνου οπότε και σχηματίστηκε η πρώτη συγκρότηση της αναστενάρικης λατρείας. Η επιλογή του Μ. Κωνσταντίνου είναι πολιτική και όχι θρησκευτική, για τη θετική στάση του, γενικότερα, απέναντι στους εθνικούς και τους χριστιανούς, πράγμα που επέτρεψε τη διατήρηση πολλών διονυσιακών στοιχείων στα αναστενάρια, όπως αναφέρεται παραπάνω. Εξ άλλου και πάρα πολλές χριστιανικές εορτές είναι παλαιά έθιμα εκχριστιανισμένα.

Κομμάτι του προσφυγικού πολιτισμού
Τα αναστενάρια μεταφυτεύτηκαν στην Ελλάδα από τους πρόσφυγες που ήρθαν από την περιοχή αυτή της ΒΑ Θράκης στην Ελλάδα και τελούνται ή τελούνταν σε μέρη, όπου εγκαταστάθηκαν μαζικά και δημιούργησαν συμπαγείς κοινότητες. Στον Λαγκαδά, στην Αγία Ελένη Σερρών, στη Μαυρολεύκη Δράμας, στη Μελίκη Ημαθίας, στην Κερκίνη Σερρών. Σκόρπιες οικογένειες υπάρχουν και σε άλλα μέρη κύρια της Βόρειας Ελλάδας, αλλά και αλλού όπως στη Λάρισα. Μέσα στα λίγα υπάρχοντα που φέρνουν μαζί τους οι πρόσφυγες είναι και οι ιερές, γι' αυτούς, εικόνες (οι παππούδες, οι χάρες) σκεπασμένες με τις καταστόλιστες «ποδιές» και τα αφιερώματά τους(στολίδια ασημένια, επάργυρα ή επίχρυσα), φέρνουν ακόμη τα αναστενάρικα μαντίλια τους και τα άλλα «σέγια».
Στην αρχή τελούν το έθιμο που κληρονόμησαν από τους προγόνους τους με μυστικότητα στα σπίτια και τα κονάκια τους σαν κρυπτοχριστιανοί. Σημαντικοί άνθρωποι, λαογράφοι, επιστήμονες όπως ο Αγγελος Τανάγρας, ο Κων. Ρωμαίος, ο Δ. Πετρόπουλος, ο Πολ. Παπαχριστοδούλου, συνέβαλαν, ούτως ώστε να γίνει δυνατή η δημόσια τέλεση των αναστεναρίων, αλλά και να αντιμετωπιστεί η εχθρότητα της Εκκλησίας απέναντι στην παγανιστική τούτη τελετουργία, εχθρότητα που ξεκίνησε από το 680 μ.Χ. με τη Σύνοδο του Τρούλου.
Τα αναστενάρια είναι ένα ελληνικό πανηγύρι που έχει μελετηθεί περισσότερο από όλα τ' άλλα. Πολλά έχουν γραφεί, πολλά έχουν ειπωθεί από διάφορους ερευνητές. Πολλές εργασίες και δημοσιεύσεις προσεγγίζουν το έθιμο με σεβασμό και σοβαρότητα λαογραφική και ιστορική. Οι πιο πολλές είναι ανιστόρητες, φαιδρές και απαράδεκτες. Το μεγαλύτερο μέρος των δημοσιευμάτων περιορίζεται στην πυροβασία με το εντυπωσιακό φαινόμενο της ακαΐας και λιγότερο στην περιγραφή των τελετουργικών πράξεων καθώς το έθιμο έχει ένα πλούσιο τελετουργικό.
Υπάρχουν, κατά τη γνώμη μου, βασικά στοιχεία που πρέπει να επισημανθούν και να τονιστούν.
Το έθιμο είναι καθαρά ελληνικό, κάτι που παραδέχονται και οι Βούλγαροι λαογράφοι (όπως ο Αρναούτωφ), αλλά και οι απλοί άνθρωποι με τους οποίους μιλήσαμε, όταν επισκεφθήκαμε τα μέρη όπου έζησαν οι πρόγονοί μας και κάναμε μαζί τους το πανηγύρι μας.
Τα αναστενάρια ως λαογραφικό θέμα της Θράκης είναι και ιστορικά πολύτιμο και γι' αυτό χρησιμοποιήθηκε ως επιχείρημα ακαταμάχητο κατά της θεωρίας του Φαλμεράγιερ για την ελληνικότητά μας.
Τελούνται από ένα θίασο με μακρινή απήχηση στους βακχικούς θιάσους.
Τα μουσικά όργανα, η τρίχορδη θρακιώτικη λύρα, το νταούλι με βίτσα, η γκάιντα και κάποιες φορές ο αυλός είναι απαραίτητα στην ιεροπραξία και στο χορό των αναστενάρηδων. Δημιουργούν ατμόσφαιρα με την οργιαστική μουσική και προετοιμάζουν την οιστροπληξία.
Ο χορός έχει οργιαστικό χαρακτήρα με τη σημασία του αρχαίου όρου και όχι όπως κατάντησε στη σημερινή λαϊκή γλωσσική έκφραση να πάρει τη χυδαία έννοια.
Ολες οι φάσεις του εθίμου έχουν ένα πλούσιο τελετουργικό. Ο αγιασμός, η ζωοθυσία (κουρμπάνι), οι αγερμοί, η διαδικασία με την οποία ανάβεται και ετοιμάζεται η φωτιά, ο αδιάκοπος χορός στο κονάκι, η αναχώρηση για την πυροβασία, η πυροβασία, η επιστροφή στο κονάκι, το τραπέζι και ο τρόπος που γίνεται, η διαδικασία απολογισμού του πανηγυριού, περικλείουν σημαντικό τελετουργικό που τηρείται ευλαβικά.
Τα τραγούδια που λέγονται δεν είναι εκκλησιαστικά τροπάρια, αλλά ηρωικά ιστορικά του ακριτικού κύκλου, που μιλούν για Κωνσταντίνους πολέμαρχους του παλιού καιρού και παράλληλα διατηρούν ζωντανή τη θρακοφρυγική παράδοση.
Η αυθυποβολή και ετεροϋποβολή κάτω από την επιβολή της βαθιάς συγκίνησης και του ομαδικού φορτισμένου ενθουσιασμού.

Προσπάθειες ερμηνείας
Δεν έχει γίνει ποτέ καμιά σοβαρή μελέτη της κοινωνικής ζωής των αναστενάρηδων.
Ανέφερα παραπάνω ότι πολλές από τις εργασίες που έχουν γίνει από ειδικούς επιστήμονες είναι ανιστόρητες. Αλλά εκεί που γίνονται φαιδρές ή υπεραπλουστευμένες, είναι όταν αναφέρονται στην ψυχική κατάσταση των αναστενάρηδων και προσπαθούν να την ερμηνεύσουν «επιστημονικά». Πώς μπορεί κανείς να αποτυπώσει κάτι που δεν αισθάνεται ο ίδιος, αλλά και οι ίδιοι οι αναστενάρηδες αδυνατούν να περιγράψουν; Γιατί, πράγματι, είναι αδύνατο να περιγράψουμε τι αισθανόμαστε, τι μας «τραβάει» για να πυροβατήσουμε για πρώτη φορά. Πώς να περιγράψεις το «μυρμήγκιασμα» στον εγκέφαλο, το μούδιασμα σε ολόκληρο το κορμί, το ψυχικό βάρος, τη φόρτιση, μέχρι να γίνει η πυροβασία, να έρθει η «κάθαρση», η «λύτρωση», η βαθιά ικανοποίηση;
Πώς να εξηγήσεις ότι από μια οικογένεια, παππούς - Γιαγιά, που έκανε εννιά παιδιά και αυτά έκαναν άλλα τριάντα παιδιά (εγγόνια), πυροβατούσε ο παππούς και ένα μόνο από τα εγγόνια; Πώς να εξηγήσεις ότι για ώρες οι αναστενάρηδες χορεύουν με 120 - 140 καρδιακούς παλμούς, ότι πυροβατούν σε ανθρακιά της οποίας η θερμοκρασία κυμαίνεται από 200 - 350 βαθμούς Κελσίου και δεν καίγονται ούτε τα φορέματα που πολλές φορές ακουμπάνε πάνω στα πυρωμένα κάρβουνα;
Μερικοί σοβαροί επιστήμονες, όπως ο Αγγελος Τανάγρας και ο Δ. Κουρέτας, έχουν δώσει μια επιστημονική εξήγηση που πιστεύω ότι πλησιάζει την πραγματικότητα: «Η βαθιά θέληση, να γίνει το έθιμο, δημιουργεί στον εγκέφαλο και στον οργανισμό λειτουργίες που δεν έχουν ερευνηθεί ακόμη από την επιστήμη».
Οσο και αν πέρασαν τα χρόνια και οι ίδιοι οι αναστενάρηδες έχουν επηρεαστεί από τις επαφές με άλλους ανθρώπους, έχουν αλλοτριώσει σε κάποιο βαθμό τις συνειδήσεις τους η δημοσιότητα και η προβολή, ιδιαίτερα με την τηλεόραση, έχουν σπείρει στον ψυχικό τους κόσμο κάποια αμφιβολία οι γνώμες των διαφόρων ερευνητών, δεν έχουν πάψει τα αναστενάρια να είναι επιβίωση ευετηρικού χαρακτήρα διονυσιακής λατρείας συγκεχυμένη με χριστιανικά έθιμα. Δεν παύουν να είναι μια μικρή κιβωτός λαϊκού πολιτισμού, ενάντια στο λεγόμενο ευρωπαϊκό πολιτισμό και πολυπολιτισμό που οδηγεί σε ισοπέδωση.
Γι' αυτό και φέτος θα πάρουμε τα αναστενάρικα μαντίλια και τα άλλα «σέγια» που μας κληροδότησαν οι παππούδες μας, θα στήσουμε τις ιερές εικόνες στα στασίδια, θα γεμίσουμε τα κονάκια μας. Θα ανταμώσουμε απλοί, αγράμματοι χωρικοί και διανόηση, θρησκευόμενοι και ορθολογιστές - μαρξιστές, να πανηγυρίσουμε και προπάντων να μην αφήσουμε το έθιμο να «εξαφανιστεί», να το βάλουμε σε «βιτρίνα» και να το βλέπουμε σαν κάτι μακρινό σαν «κάτι» που «κάποτε» κάναμε. Να κρατήσουμε και να συνεχίσουμε αυτό που μας κληροδότησαν οι πρόγονοί μας, ζωντανό, όσο γίνεται ανόθευτο, απλό και λαϊκό. «Γιατί σ' αυτά τα δρώμενα βρίσκεται η ψυχή μας».

Πηγές
1. Γ΄ Συμπόσιο Λαογραφίας
Ιδρύματος Μελετών Χερσονήσου Του Αίμου.
2. Κώστα Θρακιώτη: Λαϊκή πίστη και
Λατρεία στη Θράκη.
3. Πολύδωρου Παπαχριστοδούλου: Τα
Αναστενάρια από νέα στοιχεία.