Κυριακή, 1 Δεκεμβρίου 2024, 7:30:14 πμ
Παρασκευή, 13 Σεπτεμβρίου 2013 18:03

Θεόδωρος Παυλίδης : Άξιοι του φανατισμού τους

paulidis
Προσωπικά έχω επισκεφθεί τον Εύξεινο Πόντο αρκετές φορές και ειδικά την περιοχή Μπάφρας – Σαμψούντας, πάνω από είκοσι (20) φορές.
Η εκ μέρους μου γνώση της Τούρκικης αποτελεί όρο επικοινωνίας όχι όμως απαραίτητα και συμφωνίας, με τους τωρινούς κατοίκους της περιοχής.
Εγώ την Μπάφρα – Σαμψούντα δεν αισθάνομαι ξένη χώρα. Την θεωρώ πατρίδα μου. Και συχνά σ’ αυτούς που με κοιτούν «αλλόκοτα», τους ρωτώ να μου απαντήσουν αν τα 70 χρόνια που έζησαν οι γονείς μου στην Ελλάδα ή τα 2700 χρόνια που έζησαν οι πρόγονοι μου στον Πόντο είναι περισσότερα.
Μη ρωτάτε τα παρακάτω, είναι το πώς αισθάνεται ο καθένας. Στη Στοκχόλμη δεν θα ήθελα να ζήσω ούτε ώρα, στην Σαμψούντα όμως πολύ ευχαρίστως θα δεχόμουν να είχα δικηγορικό γραφείο στην Πλατεία Δημοκρατίας ή ακόμα και πιο πάνω στο Τσιφτλίκ στην Ιστικλάλ Τζαττεσί.
Τη Στοκχόλμη μέχρι χθες δεν ξέραμε ούτε που βρίσκεται, ενώ στο Τσιφτλίκ περπατούσαν οι παππούδες μας, στο Ναό της Αγίας Τριάδος λειτουργούσε ο Μητροπολίτης Γερμανός Καραβαγγέλης, την αγορά την έλεγχαν ομοεθνείς μας έμποροι και οι αυλές των σχολείων ήταν γεμάτες Ελληνόπουλα που μάθαιναν γράμματα από σοφούς δασκάλους.
Όμοια και στην Μπάφρα κυριαρχούσε η Ελληνική κοινωνία, στην οποία ηγείτο η σεπτή φυσιογνωμία του Επισκόπου Ζήλων Ευθυμίου Αγριτέλη ο οποίος ευλόγησε τους γάμους και τα βαφτίσια των συμπατριωτών μας και – τις οίδε; – των παππούδων, γιαγιάδων θείων και απώτερων συγγενών μας.
Πως μπορεί να μη νοιώθεις πατρίδα σου και σήμερα ακόμη τη γη της Μπάφρας, όταν λίγο έξω από αυτήν είναι το Πεσκελλέρ (χωριό μάνας μου) λίγο πιο κεί το Χιτιρελλέζ (χωριό του πατέρα μου) και στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα είναι το Ασάρ, το Άκτεκε, του Μουαμλί, το Εβρενοκαγί, το Τσιρικλάρ, το Ούτσπιναρ, το Σούρμελι, το Κωσταντίν Ουσαγί, το Καράκιοϊ, το Τσαγσούρ, το Καπούκαγια, το Τάρμπογαζ, το Ότκαγια, το Καπάτσουκουρ κ.λπ., κ.λπ. όπου ο Ελληνισμός έγραψε ιστορία διόμισι χιλιάδων ετών.
Ωστόσο, ανεξάρτητα από τα αισθήματα, υπάρχει η σημερινή διεθνής πραγματικότητα η οποία αναγνωρίζει την κρατική κυριαρχία στις περιοχές αυτές στην Τουρκία και όχι στην Ελλάδα.
Από την κυριαρχία αυτή (imperium) που είναι έννοια καθαρά νομική, μπορεί να πηγάσουν περιορισμοί και απαγορεύσεις, σε τίποτε όμως δεν παρεμποδίζεται η αγάπη προς την πατρίδα, η αροθυμία της πατρίδας, ο νόστος για «τον αποθρώσκοντα καπνόν».
Πατρίδα είναι η αγάπη στο γενέσιο τόπο και δεν έχει να κάνει με γαιοκτησίες και ιδιοκτησιακούς τίτλους. Η γη των πατρίδων στη διαδρομή της ιστορίας έχει αλλάξει επανειλημμένα χέρια.
Η πατρίδα όμως των ανθρώπων, εξακολουθεί να παραμένει η ίδια όπως και πριν.
Αφορμή η για τις παρακάτω σκέψεις μου αποτελεί η ιδέα του Κάβζαλη συγγραφέα φίλου μου Senol Katkat, ο οποίος προτείνει να κατασκευαστεί στην παραλία της Σαμψούντας είναι πρότυπος οικισμός ώστε τα καλοκαίρια να πηγαίνουν εκεί για παραθέριση οι απόγονοι των Ρωμιών προσφύγων που έφυγαν υποχρεωτικά από την περιοχή κατά την Ανταλλαγή (1923). Έτσι οι Ρωμιοί θα αισθάνονται ότι ξαναγυρίζουν στις πατρίδες τους και με τις επισκέψεις αυτές θα έχουν τη δυνατότητα να γνωριστούν καλύτερα με τον τούρκικο λαό, να αποκτήσουν ο ένας την εμπιστοσύνη του άλλου και να μεγαλώσουν οι σχέσεις Ειρήνης και Φιλίας και συνεργασίας μεταξύ τους (Η πρόταση Κατκατ είναι σε εξέλιξη και όταν η συζήτηση βρεθεί σε ώριμο στάδιο θα γράψω λεπτομέρειες).
Για τους υπόλοιπους συνομιλητές, η πρόταση κόβει ανάσα. Για τους… τουρκοφάγους όμως Πόντιους, για τους φιλύπτοτους και πονηρούς, για τους καχύποπτους και προκαταλλειμένους κάτι «ύποπτο» κρύβεται πίσω από την πρόταση.
Γι’ αυτούς ο Τούρκος είναι …Τούρκος. Εξακολουθούν να παραμένουν καρφωμένοι στο εθνικιστικό στερεότυπο της διάκρισης των ανθρώπων από το γένος ή την θρησκεία τους.
Γι’ αυτούς ο χειρότερος Έλληνας είναι καλύτερος από τον Τούρκο και ο χειρότερος Χριστιανός είναι καλύτερος από τον Μουσουλμάνο.
Αδυνατούν έτσι να διακρίνουν ότι οι ίδιοι με τέτοιες θεωρήσεις, αναδεικνύουν εαυτούς σε φασίστες του εθνικισμού και στους μουζαχεντίν της θρησκείας ότι κριτήριο του ενάρετου ανθρώπου δεν είναι η φυλή, η θρησκεία ή το χρώμα του, αλλά ο ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ του.
Και με τη στάση τους αυτή, καταδικάζουν τους εαυτούς των σε ισόβια στέρηση της πατρίδας την οποία υποτίθεται ότι ονειρεύονται, λαχταρούν και αποθυμούν.
Άξιοι του φανατισμού τους.
Υ.Γ.: Όσοι νομίζουν ότι εγώ ξέχασα τα εγκλήματα των Τούρκων σε βάρος των παππούδων μου, κάνουν μεγάλο λάθος. Όχι μόνο τα θυμάμαι, αλλά δεν με αφήνουν να ησυχάσουν. Δυστυχώς όμως δεν μπορώ να τα θεραπεύσω. Μπορώ όμως να τα συζητήσω. Υπάρχει και ο αντίλογος, τον ακούω. Όπως και η άλλη πλευρά με ακούει με υπομονή και κατανόηση, να κάνω τις φριχτές καταγγελίες μου σε βάρος των προγόνων τους και μάλιστα από του βήματος του Νομαρχιακού Συμβουλίου Σαμψούντος.
Άλλο όμως η ιστορία, οι παράμετροι και η ερμηνεία της και άλλο η πατρίδα.
Άλλο οι επιφυλάξεις οι συγνώμες, οι ομολογίες, οι ενοχές, οι απόψεις, οι ισχυρισμοί, οι καταγγελίες, οι αρνήσεις και οι παραδοχές και άλλο η αγάπη για την πατρίδα.
Ό,τι κι αν έγινε στο παρελθόν αγγίζει την εξουσία και τους ανθρώπους της. Όχι όμως και την πατρίδα που είναι έρωτας ψυχικός.
Γι’ αυτό και έχει νόημα η πρόταση του Senol! Γι’ αυτό και δεν έχουν θέση στο σχετικό διάλογο οι φασίστες του εθνικισμού και οι μουτζαχεντίν της Ορθοδοξίας.