Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου 2024, 6:03:35 πμ
Τρίτη, 25 Σεπτεμβρίου 2018 22:08

Τηλεοπτική κατρακύλα

Του Ανδρέα Μακρίδη.

Το κόμμα που βρίσκεται στην κυβέρνηση, δηλώνει πως προβαίνει σε εμπάργκο εμφανίσεων σε ένα από τα μεγαλύτερα τηλεοπτικά κανάλια της χώρας. Πριν περάσουν δύο μήνες, η αξιωματική αντιπολίτευση δηλώνει πως απαγορεύει στην κρατική τηλεόραση να καλύπτει τις δραστηριότητές της. Οι τεχνικοί της κρατικής τηλεόρασης, ανταπαντούν σε ύφος συνιδιοκτήτη, ότι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης απαιτεί να καλύπτονται τηλεοπτικά όλες οι εμφανίσεις του και να δίνονται δωρεάν στα ιδιωτικά κανάλια. Είμαστε όλοι μια ωραία ατμόσφαιρα, και προπαντός, “μένουμε Ευρώπη”!

 

Η Ελλάδα της μεταπολίτευσης, ήταν η μόνη δημοκρατική ευρωπαϊκή χώρα, στην οποία η εκάστοτε κυβέρνηση κρατούσε μονοπωλιακά τα κλειδιά της ραδιοτηλεοπτικής ενημέρωσης – και μέχρι το '82, τηλεοπτικό κανάλι διατηρούσε ακόμα ο Στρατός. Το 1987, τρεις δήμαρχοι προσκείμενοι στη Νέα Δημοκρατία, αποφάσισαν να αψηφήσουν τους νόμους και να ιδρύσουν δημοτικά ραδιόφωνα στην Αθήνα, τον Πειραιά και τη Θεσσαλονίκη. Το 1989, το Δημόσιο άνοιξε την πόρτα και της ιδιωτικής τηλεόρασης, παραχωρώντας σε εκδότες και εφοπλιστές προσωρινά δικαιώματα εκπομπής, με τα οποία πορεύτηκαν μέχρι φέτος. Το πόσοι δημοσιογράφοι θα απασχολούνταν εκεί, με τι δικαιώματα στην ελευθερία του λόγου, μισθούς και ωράρια εργασίας, το πόσοι τηλεοπτικοί σταθμοί θα μπορούσαν να χωράνε σε μια περιορισμένη αγορά σαν την ελληνική, δεν απασχόλησε τους εκάστοτε κρατούντες. Μόνη τους έγνοια, ήταν η κολεγιά τους με τους ιδιοκτήτες, προκειμένου να μην θίγουν την εικόνα της κυβέρνησής τους.

Όταν ο Κώστας Καραμανλής επεχείρησε να τα βάλει με τους καναλάρχες που τον πολεμούσαν, το ΠΑΣΟΚ πολέμησε τον νόμο για τον “βασικό μέτοχο”. Αργότερα, το 2007, ο Τηλέμαχος Χυτήρης ως εισηγητής του ΠΑΣΟΚ στη Βουλή, παραδέχθηκε πως η ελληνική τηλεοπτική αγορά δεν αρκούσε για να θρέψει παραπάνω από τρία κανάλια. Πώς λειτουργούσαν τότε περισσότερα; Με τι λεφτά και με ποιους όρους;

Η κατάσταση συνεχίστηκε απαράλλαχτη μέχρι τις μέρες μας – με μόνη διαφορά το κλείσιμο της κρατικής τηλεόρασης από την κυβέρνηση Σαμαρά, και την αντικατάστασή της από ένα υποβαθμισμένο και ανυπόληπτο κανάλι ονόματι ΝΕΡΙΤ. Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε στην εξουσία με τους ΑΝΕΛ, υποσχέθηκε μια διαφορετική δημόσια τηλεόραση και νόμιμες άδειες για την ιδιωτική, με τους ιδιοκτήτες της να πληρώνουν για πρώτη φορά αντίτιμο αδείας και φόρο επί της τηλεοπτικής διαφήμισης.

Τέσσερις άδειες έθεσε σε πλειστηριασμό η κυβέρνηση επικαλούμενη μελέτη ξένου πανεπιστημίου, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο να πλειστηριαστεί και πέμπτη. Με την αντιπολίτευση να ωρύεται για την “δίωξη της ελευθεροτυπίας”, το Συμβούλιο της Επικρατείας ακύρωσε τον διαγωνισμό. Η διαδικασία ανατέθηκε στο ΕΣΡ, τη σύνθεση του οποίου μπλόκαρε η Νέα Δημοκρατία, μέχρι που ορίστηκε για πρόεδρος κάποιος προτεινόμενος από την ίδια. Η διαδικασία επαναλήφθηκε με τον εκπλειστηριασμό επτά αδειών, για να βρεθούνε τελικά μονάχα πέντε δικαιούχοι: Η πέμπτη άδεια δόθηκε στον Ιβάν Σαββίδη, για τον οποίον η αντιπολίτευση υποστήριζε πως αποτελούσε “λαγό της κυβέρνησης”, αλλά σήμερα, όλως περιέργως, δεν λέει κουβέντα...

Αυτά για την ιδιωτική τηλεόραση. Τι έγινε ωστόσο με την δημόσια; Η ΕΡΤ ξαναστήθηκε στα πόδια της, και με ευθύνη της κυβέρνησης ξέπεσε και πάλι στο επίπεδο που την είχαμε γνωρίσει. Μια απογευματινή ενημερωτική εκπομπή, ξεπερνά πλέον, με λεφτά των φορολογουμένων, κάθε προηγούμενο επίπεδο φιλοκυβερνητισμού, αγγίζοντας στην ωμή προπαγάνδα. Ανερυθρίαστα πριν μέρες, ένας σχολιαστής της, πρώην συνεργάτης του Γιάννου Παπαντωνίου, παραλλήλισε τον Κυριάκο Μητσοτάκη με θεωρητικό του φασισμού. Αναρωτιόμαστε, με τι κουράγιο θα κατηγορεί ο ΣΥΡΙΖΑ τη Χρυσή Αυγή από αύριο, αν η “δική του” τηλεόραση θα θεωρεί φασίστα τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης;

Έχουμε χάσει τα αυγά και τα πασχάλια. Τον δημόσιο λόγο κατακλύζουν οι κατασκευασμένες ειδήσεις, οι εύκολοι χαρακτηρισμοί, οι ύβρεις και η αναίδεια των τυχάρπαστων που προβιβάζονται σε παράγοντες της δημόσιας ζωής. Ο πολίτης, όποιο κόμμα κι αν ψηφίζει, ας προστατέψει την ψυχραιμία και την νοημοσύνη του πριν είναι αργά.