Σε ερωτήματα όπως το πώς είναι να ζει ένας πολίτης σε μια πόλη με επιβαρυμένη ατμόσφαιρα, να αδυνατεί να βρει δροσιά, να πρέπει να θωρακιστεί από τις πλημμύρες εξαιτίας των ακραίων καιρικών φαινομένων, επιχείρησε να απαντήσει έρευνα για την αστική ανθεκτικότητα και την κλιματική ουδετερότητα στη Θεσσαλονίκη, που παρουσιάστηκε σήμερα Σάββατο 7 Δεκεμβρίου στις 19:00 στην αίθουσα Νερού του Δημαρχείου Θεσσαλονίκης.
Η έρευνα έγινε με την υποστήριξη του ιδρύματος Ρόζα Λούξεμπουργκ/Παράρτημα Ελλάδας.
Η έρευνα αυτή και η συζήτηση αφορούν την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής στην καθημερινότητα των κατοίκων μιας μεγαλούπολης όπως είναι η Θεσσαλονίκη, αναδεικνύοντας πτυχές αυτού του γενικού προβλήματος.Η ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα είναι ένα από τα πιο σημαντικά θέματα που βιώνουμε στην πόλη μας.
Δυστυχώς, είναι ένα θέμα που το ξέρουμε χρόνια, το ξέρει η πολιτεία και τα όργανα της πολιτείας, αλλά δεν έχουμε την αντιμετώπιση που νομίζω έπρεπε να έχουμε. Είναι γνωστό ότι δεν είναι αυτή που έπρεπε να είναι με βάση τις ελληνικές και τις διεθνείς προδιαγραφές, γι’ αυτό και η χώρα μας έχει οδηγηθεί στο ευρωπαϊκό δικαστήριο και έχει τιμωρηθεί.
Φαινόμενα όπως αυτό της παρατεταμένης ζέστης που ζήσαμε φέτος έχουν επιπτώσεις πέρα από την ποιότητα ζωής, όπως στην πρωτογενή παραγωγή. Ξέρουμε ότι δύο καλοκαίρια, το 2024 και το 2021, έφεραν ζημιές στους παραγωγικούς τομείς της περιοχής, όπως στις οστρακοκαλλιέργειες, με απώλειες που φτάνουν το 80% ή και παραπάνω.
Σύμφωνα με τον κ. Κρεστενίτη, έχουμε το πρόβλημα των μεγάλων διαρροών νερού: Σπαταλάμε περισσότερο από ότι θα έπρεπε το νερό, κυρίως στην αγροτική χρήση. Αυτό μας οδηγεί σε επιπτώσεις όπως η έλλειψη νερού, που επιδεινώνεται από τη μη καλή διαχείριση.
Στην πόλη μας, τα ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως οι πρόσφατες καταιγίδες, προκαλούν σημαντικές απώλειες δέντρων, κάτι που είναι κρίσιμο σε μια πόλη με χαμηλό ποσοστό πρασίνου.
Ο όρος κλιματική ουδετερότητα θα συναντάται συχνά στο μέλλον. Πρέπει να μετατρέψουμε κάποιες δραστηριότητές μας ώστε το αποτύπωμα των επιβαρύνσεων στο περιβάλλον να είναι μηδενικό. Αυτή η πορεία έχει κόστος, καθώς απαιτεί επενδύσεις και αλλαγές.
Η ενίσχυση των νοικοκυριών που χρησιμοποιούν παλαιά συστήματα θέρμανσης πρέπει να είναι μεγαλύτερη για να διευκολυνθεί η μετάβαση σε πιο βιώσιμες λύσεις.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ