Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου 2024, 2:56:37 πμ
Τρίτη, 02 Ιουλίου 2024 21:26

Υποδοχή της Παναγίας Οδηγήτριας της Γραμουστιάνας στα Μεγάλα Λιβάδια Κιλκίς

Ιστορικές στιγμές έζησαν τα Μεγάλα Λιβάδια και οι Λιβαδιώτες το Σαββατοκύριακο 29 και 30 Ιουνίου 2024 υποδεχόμενοι την ιστορική εικόνα της Παναγίας Οδηγήτριας της Γραμουστιάνας από το Αργος Ορεστικό Καστοριάς, όπου φυλάσσεται εκεί. Η εικόνα χρονολογείται από τον 17ο αιώνα και αγιογραφήθηκε από χέρι αγνώστου Γραμουστιάνου αγιογράφου.

 

«Θεωρώ ότι σήμερα είναι μια από τις σημαντικότερες στιγμές της νεώτερης ιστορίας του χωριού μας, των Λιβαδίων του Πάϊκου. Είναι η μέρα που το παρελθόν και η ιστορία μας συνέρχεται με το παρόν. Σήμερα, ανήμερα του Σουμκέτρου, των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, της πρώτης μεγάλης γιορτής του χωριού μας και όλων των Γραμμουστιάνων,  γιορτάζουμε και προσκυνάμε  την ίδια εικόνα που οι προγονοί μας προσκυνούσαν τρεις αιώνες πριν. Αφότου κυνηγημένοι, μετοίκησαν και δημιούργησαν τη νέα τους πατρίδα τα Μεγάλα και Μικρά Λιβάδια στο υψηλότερο οροπέδιο του Πάικου» όπως χαρακτηριστικά ανέφερε στον πανηγυρικό της ημέρας ο Φώτης Κιλιπίρης καθηγητής του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδος και Πρόεδρος του Λαογραφικού και Εθνολογικού Μουσείου Μακεδονίας Θράκης.  

 

Η Γράμουστα

Ποια ήταν  λοιπόν η Γράμουστα, η πρότερη πατρίδα σημαντικής μερίδας Λιβαδιωτών; Η Γράμουστα αποτελούσε έως και τα τέλη του 18ου  και τις αρχές του 19ου αιώνα ένα από τα μεγαλύτερα κτηνοτροφικά κέντρα της Άνω Μακεδονίας και γενικότερα της Νότιας Βαλκανικής. Υπολογίζεται ότι την περίοδο αυτή στη  Γράμουστα μαζί με τους περιφερειακούς οικισμούς της Νικολίτσας, Λινοτοπίου, Φούσιας και άλλων μικρότερων, αριθμούσε  τουλάχιστον  3.000 οικογένειες με έναν συνολικό πληθυσμό να φθάνει τις 15.000. Η Γράμουστα βρίσκεται ακόμη και σήμερα σε υψόμετρο 1380 μέτρων στις βορειοανατολικές πλαγιές του Γράμμου κοντά στα ελληνοαλβανικά σύνορα. Σε οθωμανικά έγγραφα αναφέρεται για πρώτη φορά το 1619 μαζί με τα χωριά Λινοτόπι και Φούσια, να ανήκει  στον Καζά (επαρχία) Χρούπιστας (σημερινό Αργος Ορεστικό) Καστοριάς.

Η ευμάρεια της κτηνοτροφικής, και όχι μόνο, κοινότητας  αποτυπώνεται  στο γνωστό βλαχόφωνο τραγούδι που διασώζει έως της μέρες μας η συλλογική μνήμη των Γραμουστιάνων της ανατολικής Μακεδονίας στο γνωστό τραγούδι του μεγαλοτσέλιγκα Χατζηστέργια.

«Χατζηστέργια τσέλιγκ μάρι του Γράμμουστα άλτου νου άρι. Αρι κάσα κα παλάτι όιλι νιμισουράτι. Άρι σχι τρέι φιάτι νιμιρτάτι, κα λούνα σούντου μσιάτι..

- ο Χατζηστέργιας ο μεγαλοτσέλιγκας που άλλον δεν έχει η Γράμουστα, έχει σπίτι σαν παλάτι και αμέτρητα τα πρόβατα....έχει και τρείς κόρες ανύπαντρες,  όμορφες σαν το φεγγάρι…»  

Η Γράμουστα εκτός από κτηνοτροφικό κέντρο είναι ονομαστή και ως γενέτειρα αγιογράφων, λογίων και εμπόρων με σημαντικότερη την οικογένεια Νικολίδη, οικογένεια  η οποία πάντοτε προέβαλε την τοπική της καταγωγή με το προσωνύμιο «Πίνδος». Σημαντικότερες προσωπικότητες ήταν ο ιατροφιλόσοφος Ιωάννης Νικολίδης ο Πίνδος. Από την  οικογένεια Νικολίδη συναντούμε στη Βιέννη την ίδια εποχή και τον τραπεζίτη και πρόεδρο του χρηματιστηρίου Βιέννης Δημήτριο Νικολίδη τον Πίνδο, αλλά υπάρχει και η μαρτυρία ότι  μέλος της οικογένειας Νικολίδη αγόρασε στα 1792 στην Κραϊόβα τον τότε εμπορικό οίκο του  «Δημητρίου Ιωάννου Ποσκάρου». Νωρίτερα, και σύμφωνα πάντα με τον ερευνητή Νικόλαο Σιώκη, τα πρώτα αποδημήσαντα από τη Γράμουστα μέλη της οικογένειας Νικολίδη Πίνδου, τα συναντούμε στο Σεμλίνο της Αυστροουγγαρίας (σημερινό Zemun της Σερβίας), να παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των γραμμάτων της πόλης ευεργετώντας το εκεί ελληνικό σχολείο. Στο «Βιβλίο των Μνημονευμένων Τεθνηκότων», που σώζεται στον Ιερό Ναό της Γεννήσεως της Θεοτόκου Zemun, καταγράφονται προς μνημόνευση μεταξύ των ευεργετών του Σχολείου οι «εκ Γραμμόστης» Ιωάννης  Πίνδος (φιλόσοφος & καθηγητής της ιατρικής), Νικόλαος (πατήρ του Ιωάννου), Ευστάθιος, Θεόδωρος , Δημήτριος και Στέργιος αδελφοί του Ιωάννη, Αγότζα-Αγόρω (μητέρα του Στεργίου), καθώς και οι «εκ Βιέννης» Μαρία   και Κωνσταντίνα (πρώτη και δεύτερη σύζυγος του Στεργίου). Σε επόμενη δε σελίδα μνημονεύονται ο Στέργιος «Νικολίδου δε Πίνδο, Ευγενής του Αυτοκρατορικού και Ιερού Ρωμαϊκού Κράτους εκ Βιέννης» και η Μαρία «θυγάτηρ του Ιωάννου Νικολάου Τζαργάνη και σύμβιος του Νικολάου Ιωάννου Λέκκου εκ Κλεισούρας».

 

Οι γραμουστιάνοι αγιογράφοι

Σημαντική ήταν κατά τον 16ο, 17ο, και 18ο αιώνα η παρουσία των Γραμουστιάνων και Λινοτοπιτών αγιογράφων στην περιοχή της νότιας βαλκανικής. Η αγιογράφοι της Γράμουστας δεν φείδονται να προβάλλουν τον ιδιαίτερο τόπο καταγωγής τους. Πρώτη αναφορά γίνεται στα 1534 από τον ζωγράφο Ιωάννη γιό του Θεοδώρου σε δεσποτική εικόνα του Χριστού Σωτήρος που βρίσκεται στο καθολικό της Μονής Αγίου Προδρόμου στο Slepce της Πελαγονίας έως και την τελευταία  του ζωγράφου Ευσταθίου ο οποίος δεν παραλείπει να σημειώσει την καταγωγή του, «εκ Γράμοστη», στα βημόθυρα του ναού Αγίας Παρασκευής  Πισοδερίου Φλώρινας, το 1730.

Σε σημαντική  διδακτορική διατριβή του Τομέα Βυζαντινής Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ που εκπονήθηκε από τον ερευνητή Θεοχάρη Τσαμπούρα με τίτλο «Τα καλλιτεχνικά εργαστήρια από την περιοχή του Γράμμου κατά τον 16ο και 17ο αιώνα- Ζωγράφοι από το Λινοτόπι τη Γράμμουστα τη Ζέρμα και το Μπουρμπουτσικό», εντοπίζονται σημαντικά τεκμήρια γραμουστιάνων ζωγράφων. Ο Ιωάννης γιός του Θεοδώρου ο οποίος εκτός της προαναφερθείσας δεσποτικής εικόνας του Χριστού Σωτήρος στην Πελαγονία,  αγιογραφεί και την εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας στον ναό του Αγίου Νικολάου Slepce, εικόνα η οποία φυλάσσεται σήμερα στο Εθνικό Μουσείο Σκοπίων. Επίσης έργα του ιδίου είναι η εικόνα του Χριστού Ζωοδότη καθώς και η εικόνα του Αγίου Αθανασίου Αλεξανδρείας  από το ναό του Αγίου Γεωργίου  Βερατίου που φυλάσσεται στο Μουσείο Μεσαιωνικής Ιστορίας της Κορυτσάς. Επίσης δικά του έργα αποτελούν τα βημόθυρα του ναού του Αγίου Αθανασίου στον Άγιο Γερμανό Πρεσπών, που φυλάσσεται σήμερα στο αρχαιολογικό μουσείο Φλώρινας,  δεκαπέντε εικόνες από αποστολικά του τέμπλου από τον ναό των Εισοδίων Θεοτόκου στο Bucim της Πελαγονίας, καθώς και οι δύο εικόνες της Παναγίας Οδηγήτριας στον ναό Αγίου Γεωργίου Στρούγκας (κοντά στην Αχρίδα) και του Αγίου Αθανασίου στο Grncari κοντά στη Ρέσνα Πρεσπών. Οι ζωγράφοι Μιχαήλ και Κωνσταντίνος αγιογραφούν τη Μονή Διβροβουνίου στη βόρεια Ήπειρο. Ο Δημήτριος μαζί με τον γιο του Ιωάννη Σκούταρη εμφανίζεται σε κτητορική επιγραφή του 1645 στο ναό των Αγίων Αποστόλων Μολυβδοσκέπαστης Πωγωνίου, που τότε ήταν έδρα της Αρχιεπισκοπής Πωγωνιανής. Ο Δημήτριος ιστορεί το 1641 το ανατολικό τμήμα του ναού της Μονής της Κοίμησης της Θεοτόκου στο Σπήλαιο Γρεβενών ο δε γιος του Ιωάννης Σκούταρης αγιογραφεί το καθολικό της Μονής Προφήτη Ηλία στη Ζίτσα Ιωαννίνων. Επίσης το όνομά του εντοπίζεται σε φορητή εικόνα του ένθρονου Χριστού στον τύπο του Φοβερού Κριτή στο ναό του Αγίου Νικολάου Δρόβιανης Βορείου Ηπείρου. Το 1661 ιστορεί το καθολικό της μονής των Αγίων Αναργύρων Βοϊδομάτη, κοντά στο οικισμό της Κλειδωνιάς.

Οι ζωγράφοι Δημήτριος και Γεώργιος από το ίδιο καλλιτεχνικό περιβάλλον του Ιωάννη Σκούταρη, εμφανίζονται για πρώτη φορά το 1658 στο καθολικό της Μονής Προφήτη Ηλία Ζίτσας. Ένα από τα σημαντικότερα έργα τους αποτελεί η αγιογράφηση του ναού της Κοίμησης της Θεοτόκου στο Ελληνικό Κατσανοχωρίων Πωγωνίου.  Το 1666 οι δύο γραμουστιάνοι αδελφοί  ιστορούν το καθολικό της Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρα στην Μίγκουλη Δρενόβου, το δε 1671 υπογράφουν την ιστόρηση του νάρθηκα της Μονής Προφήτη Ηλία Στεγόπολης Λιούντζας στην περιοχή του Αργυροκάστρου. Το 1672 υπογράφουν την ιστόρηση του Ναού του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στον Πολύλοφο Γραμμενοχωρίων το δε τελευταίο τους έργο στα 1679 αποτελεί μια μεγάλη εικόνα του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου που σήμερα φυλάσσεται στον ναό της Κοίμησης της Θεοτόκου στο Δελβινάκι Ιωαννίνων. Τέλος ο ζωγράφος Ευστάθιος εμφανίζεται για πρώτη φορά το 1700 στο καθολικό της Μονής Ευαγγελιστρίας στην Κυψέλη της Άρτας μαζί με τον ζωγράφο Νικόλαο από τους Καλαρρύτες.

Σημαντική είναι και η παρουσία γραμουστιάνων αφιερωτών που αποδεικνύει την οικονομική ακμή της Γράμουστας. Αφιερωτές αναφέρονται καθόλη τη διάρκεια του    17ου αιώνα όπως το 1602 στη μονή Σπαρμού Ολύμπου (πρόθεση  αρ. 84), στη Μονή Βαρλαάμ Μετεώρων (πρόθεση αρ. 215) το 1692,  στον κώδικα αρ. 201 της Μονής Μεταμορφόσεως του Σωτήρα Ζάβορδας. Χορηγίες γραμουστιάνων εμφανίζονται και σε απομακρυσμένα μέρη όπως αυτή της ιστόρισης του καθολικού της Μονής  Αγίας Τριάδας στη Σουρβιά του δυτικού Πηλίου.

 

Η καταστροφή

Το 1760 η Γράμμουστα δέχεται την πρώτη ολοκληρωτική καταστροφή από τους τουρκαλβανούς της Κολώνιας και οι κάτοικοί της σκορπάνε φθάνοντας ακόμη έως και την Ανατολική Ρωμυλία.

      «Μωρ’  Γραμοστιανώτισα και από το Λινοτόπι, τιν’  τα ντουφέκια πού’ ριχναν και που βαριά βροντούσαν,  ούτε σε γάμο τ’ άριχναν και ούτε σε πανηγύρι μας πάτησαν τη Γράμμουστα και αυτό το Λιανοτόπι…»

Το παραπάνω ελληνόφωνο τραγούδι τραγουδιέται ακόμη στα Νάματα  της Εορδαίας  και μας μεταφέρει  έως και σήμερα στη μνήμη, την ανάμνηση  της καταστροφής της ένδοξης Γράμουστας και των γύρω βλαχοχωριών του Γράμμου.  Κυνηγημένοι Γραμουστιάνοι, Μοσχοπολίτες  αλλά και από άλλες περιοχές της Πίνδου στρέφονται σε ασφαλέστερες περιοχές βόρεια και ανατολικά.  Κυρίως στην πέραν του  Αξιού ποταμό περιοχή, στο βιλαέτι Θεσσαλονίκης που δεν έχει δικαιοδοσία ο Αλή Πασάς. Φθάνουν ακόμη έως και την Ανατολική Ρωμυλία  στο βιλαέτι της Αδριανούπολης. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι γραμουστιάνοι   όπου αυτοί εγκαταστάθηκαν  έθεσαν από κοινού με άλλους Βλάχους φυγάδες από τον Ασπροπόταμο, Περιβόλι, Αβδέλα και αλλού τα θεμέλια νέων οικισμών από την Πελαγονία έως τα βουνά της Ροδόπης. Τα γνωστά  «φαλκάρια» - ο διευρυμένος δηλαδή αριθμός ανεξάρτητων οικογενειών κάτω από έναν μεγαλοτσέλιγκα-, δημιούργησαν μεγάλο αριθμό ορεινών, αρχικά καλυβικών, και μετά μόνιμων θερινών οικισμών σε ορεινούς όγκους στο Περιστέρι του Μοναστηρίου, στο Βόρρα-Καιμακτσαλάν,  το Πάικο, την Κερκίνη, το Μενοίκιο, τα όρη της Βροντούς στην περιοχή της κεντρικής Μακεδονίας, τον  Όρβηλο - Πιρίν, τη Ρίλα, και τη Ροδόπη.

 Στο υψηλότερο οροπέδιο του  Πάϊκου ιδρύεται από τους γραμμουστιάνους, μαζί με Περιβολιώτες και Μοσχοπολίτες, ο δίδυμος οικισμός των Μικρών και Μεγάλων Λιβαδίων. Αυτός θα  αναδειχθεί σε έναν από τα μεγαλύτερα κτηνοτροφικά κέντρα της κεντρικής Μακεδονίας έως και το 1944, χρονιά καταστροφής του από τις γερμανικές ναζιστικές δυνάμεις κατοχής. Οι γραμουστιάνοι των Λιβαδίων επικράτησαν πληθυσμιακά   των υπολοίπων ομάδων. Για δεκαετίες επεδίωκαν επιγαμίες μόνον μεταξύ γραμμουστιάνων, και όταν αυτό δεν ήταν εφικτό στα , αναζητούσαν γαμπρούς ή νύφες από γραμουστιάνους άλλων περιοχών. Από τη Χρούπιστα (οικογένεια Πισιώτα), Σιδηρόκαστρο (οικογένεια Λεβέντη), έως και το Μεγάροβο Πελαγονίας (οικογένεια  Μπασδραβέλλη).

 Στη συνέχεια ακολούθησε μεγάλη λιτανεία των εικόνων της Παναγίας Οδηγήτριας της Γράμοστας και του Αγίου Νικολάου Λιβαδίων μέσα στο χωριό συνοδεία παραδοσιακών μουσικών οργάνων, των τριών χοροστατούντων ιερέων, των συλλόγων των απανταχού γραμουστιάνων, των τοπικών δημοτικών αρχών, Λιβαδιωτών,  καθώς και πλήθος κόσμου από όλη την ευρύτερη περιοχή. Στο «λα σίρι», στο χοροστάσι των Λιβαδίων, πραγματοποιήθηκε αρτοκλασία και ο τρανός  χορός, «κόρλου μάρι», από συλλόγους των απανταχού γραμουστιάνων, όπως του Συλλόγου Γυναικών Λιβαδίων «οι Αρμάνες», του Συλλόγου Μεγαλολιβαδιωτών Πάϊκου και του Συλλόγου Βλάχων Σερρών «ο Γεωργάκης Ολύμπιος». 

Την εκδήλωση που διοργάνωσαν από κοινού οι δύο σύλλογοι των Λιβαδίων με τη στήριξη του Δήμου Παιονίας, της τοπικής Κοινότητας Λιβαδίων και της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, υπό την αιγίδα της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Πολιτιστικών Συλλόγων Βλάχων, τίμησαν σύσσωμα τα μέλη των τοπικών αρχών προεξάρχοντος του Δημάρχου Παιονίας κ. Κώστα Σιωνίδη.