Το ΤΕΠΙΧ ΙΙΙ είναι ένα Ταμείο Χαρτοφυλακίου που περιλαμβάνει επιμέρους χρηματοδοτικά εργαλεία, τόσο την παροχή εγγυήσεων σε δάνεια, όσο και την άτοκη συγχρηματοδότηση δανείων, με τη δυνατότητα συνδυασμού τους με επιδότηση τελικού επιτοκίου.
Είναι η πρώτη φορά που παρέχεται ο συνδυασμός της εγγύησης του δανείου χωρίς προμήθεια εγγυοδοσίας με την επιδότηση του επιτοκίου.
Συνοπτικά το ΤΕΠΙΧ ΙΙΙ αποτελεί ένα Ταμείο με δύο άξονες: το ΤΑΜΕΙΟ ΕΓΓΥΟΔΟΣΙΑΣ και το ΤΑΜΕΙΟ ΔΑΝΕΙΩΝ.
● Το ΤΑΜΕΙΟ ΕΓΓΥΟΔΟΣΙΑΣ παρέχει προστασία πιστωτικού κινδύνου με τη μορφή εγγύησης για το σύνολο των επιλέξιμων MμΕ. Διακρίνεται σε δύο «Υποταμεία» ανάλογα με τα χαρακτηριστικά των επιλέξιμων ΜμΕ:
Υποταμείο «Γενική Επιχειρηματικότητα»: Παρέχει επενδυτικά δάνεια και δάνεια κεφαλαίου κίνησης ειδικού σκοπού στις ΜμΕ με εγγύηση σε ποσοστό 70% κάθε δανείου και συνολικά, μέχρι το 20% των καταπτώσεων εγγύησης του χαρτοφυλακίου των δανείων. Ταυτόχρονα θα παρέχεται μερική επιδότηση του επιτοκίου, 2% για τις ΜμΕ της Αττικής & του Ν. Αιγαίου και 3% για τις επιχειρήσεις των άλλων περιφερειών, για τα πρώτα δύο έτη.
Υποταμείο «Επιχειρηματικότητα Νεοσύστατων Επιχειρήσεων»: Παρέχει επενδυτικά δάνεια και δάνεια κεφαλαίου κίνησης ειδικού σκοπού στις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις με λιγότερα από 5 έτη λειτουργίας. Το ποσοστό εγγύησης θα ανέρχεται στο 80% εκάστοτε δανείου, με το ανώτατο ποσοστό καταπτώσεων εγγύησης στο 25%. Ταυτόχρονα θα παρέχεται μερική επιδότηση του επιτοκίου 2% για τις ΜμΕ της Αττικής & του Νοτίου Αιγαίου και 3% για τις επιχειρήσεις των άλλων περιφερειών, για τα πρώτα δύο έτη.
● Το ΤΑΜΕΙΟ ΔΑΝΕΙΩΝ χρηματοδοτεί άτοκα το 40% κάθε δανείου το οποίο παρέχεται στην επιχείρηση για την υλοποίηση ενός επενδυτικού σχεδίου ή για την κάλυψη αναγκών της σε κεφάλαια κίνησης, επιπρόσθετα, για τα 2 πρώτα χρόνια της διάρκειας του δανείου, το Ταμείο επιδοτεί το 3% από το επιτόκιο που χρεώνει η Τράπεζα στο υπόλοιπο 60% του δανείου.
Η συγχρηματοδότηση Ταμείου-Τράπεζας στα δάνεια που παρέχονται μέσω του ΤΑΜΕΙΟΥ ΔΑΝΕΙΩΝ ακολουθεί την αναλογία 40:60 αντίστοιχα. Το 40% εκάστου Δανείου προσφέρεται άτοκα από το Ταμείο στην επιχείρηση, η οποία χρεώνεται μόνο το επιτόκιο της Τράπεζας για το υπόλοιπο 60%. Επιπροσθέτως, το Ταμείο, επιδοτεί 3% από το τελικό επιτόκιο μειώνοντας περαιτέρω το τελικό κόστος.