Στο θέμα αυτό όλοι οι τοπικοί παράγοντες φαίνεται να συμφωνούν στην αναγκαιότητά του, με βασικό το επιχείρημα «για πιο ισχυρούς και πιο αποτελεσματικούς Δήμους».
Είναι όμως πανάκεια μια νέα συνένωση, και κατά πόσο αυτή μπορεί να πετύχει το λογικοφανές όσο και αδιαμφισβήτητο αυτό επιχείρημα;
Μπορούν τελικά οι τοπικές κοινωνίες να διασφαλισθούν ότι δεν θα απέχουν σημαντικά οι προγραμματικές δηλώσεις των υποστηρικτών περί της ορθότητας του επιχειρήματος, από την αντιμετώπιση και επίλυση των πρακτικών προβλημάτων που τους απασχολούν;
Απλά, πόσο θα απέχει η θεωρία από την πράξη, μια συλλογιστική που σχεδόν πάντοτε, η πρώτη έχει επικρατήσει της δεύτερης, σε πολλές δράσεις και εκφάνσεις της νεοελληνικής κοινωνίας.
Μια τέτοια διαδικασία θα πρέπει να είναι μελετημένη, βασανιστική θάλεγα, και να μην εξαντλείται σε εύκολα επιχειρήματα όπως αυτό για παράδειγμα του ότι «Χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τετραπλάσια π.χ. έκταση και πολλαπλάσιο πληθυσμό της Ελλάδας, διαθέτουν πολύ λιγότερους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης από εμάς».
Προϋποθέσεις
Θεωρώ ότι η διαδικασία των νέων συνενώσεων θα πρέπει να λάβει υπόψη της:
1. Τα πορίσματα μιας απογραφικής – απολογιστικής μελέτης που θα έχει μελετήσει σε επίπεδο νομού την προηγούμενη εμπειρία των πρώτων συνενώσεων. Αυτή που θα πρέπει να αναδεικνύει τις θετικές και τις αρνητικές επιπτώσεις του, πάντοτε κάτω από το πρίσμα της εξυπηρέτησης των αναγκών και προσδοκιών των τοπικών κοινωνιών. Απλά δηλ. τι πήγε καλά και τι δεν πήγε καλά σε σχέση με τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, με παράλληλη τεκμηρίωση αιτιών και αποτελεσμάτων. Ένα παράδειγμα, στον «Καποδίστρια-1» μιλούσαμε πάλι για ισχυρούς Δήμους με οργανωμένες τεχνικές υπηρεσίες για τον καθένα. Σήμερα κανένας Δήμος του Νομού μας, πλην ενός (του Κιλκίς), δεν διαθέτει οργανωμένη τεχνική υπηρεσία. Που οφείλεται αυτό; Για να μην παρουσιασθούν λοιπόν τα ίδια προβλήματα και στις νέες συνενώσεις, θα πρέπει να απαντηθούν τέτοια ερωτήματα αλλά και να διασφαλισθεί η επίλυση τους, μέσω συγκεκριμένων οργανωτικών και οικονομικών δεσμεύσεων.
2. Βασική προϋπόθεση των νέων συνενώσεων θα πρέπει να αποτελεί το γεγονός της σύγκλισης - σε επίπεδο τουλάχιστον βασικών υποδομών - των απομακρυσμένων δημοτικών διαμερισμάτων, με αυτά που θα βρίσκονται κοντά στην έδρα του νέου Δήμου. Θα πρέπει, δηλαδή, να γίνουν τα έργα εκείνα όπως για παράδειγμα ύδρευση, αποχέτευση, βιολογικός καθαρισμός, έργα πρόσβασης κ.λ.π., που απαιτούν και σημαντικούς πόρους, τους οποίους τουλάχιστον όπως απέδειξε η ελληνική εμπειρία και πρακτική, δεν θα είναι διατεθειμένη η έδρα του νέου Δήμου να κάνει. Λαμβάνοντας υπόψη για παράδειγμα, το λογικοφανές επιχείρημα του αριθμού των εξυπηρετούμενων πολιτών.
3. Σε διαφορετική περίπτωση θα οδηγηθούμε στην αναπαραγωγή του λεγόμενου «αττικού μοντέλου», σε επίπεδο μικροπεριφέρειας πλέον, όπου τα πάντα θα γίνονται στην έδρα ή πλησίον της έδρας του Δήμου και τίποτε στην περιφέρεια. (Θα μπορούμε όμως να συνεχίζουμε να διακηρύσσουμε σε συσκέψεις, ημερίδες και συνέδρια την αναγκαιότητα για περιφερειακή ανάπτυξη). Θα πρέπει στις αναπτυξιακές μας επιλογές να επικρατήσουν κριτήρια θα έλεγα ποιοτικά, με την έννοια, ότι αυτές θα πρέπει να απομακρύνονται από στενές ορθολογιστικές προσεγγίσεις του τύπου «γιατί να κάνουμε ένα έργο εκεί, αφού εξυπηρετείται μία μικρή ομάδα κατοίκων». Θα πρέπει δηλ. να αντιστρέψουμε τη λογική που θα λέει ότι πρέπει να κατασκευάσουμε το έργο ώστε και να συγκρατήσουμε τους ελάχιστους κατοίκους εκεί, αλλά ταυτόχρονα να δώσουμε το κίνητρο για εγκατάσταση περισσοτέρων στην περιοχή. Θεωρώ ότι όταν υπάρχει ισόρροπη ανάπτυξη των διαφόρων δημοτικών διαμερισμάτων, τουλάχιστον σε επίπεδο βασικών υποδομών, η παροχή των βασικών υπηρεσιών προς τον πολίτη όπως υπηρεσίες καθαριότητας, υγείας, εκπαίδευσης, μεταφοράς κ.λ.π. γίνεται, αντικειμενικά, περισσότερο αποτελεσματικά και αποδοτικά από τον μεγάλο Δήμο, λόγω οικονομίας κλίμακας.
4. Ο δημότης του πιο απομακρυσμένου και λιγότερου προνομιούχου δημοτικού διαμερίσματος δεν θα πρέπει να νοιώθει τη μοναξιά και τις δυσκολίες της καθημερινότητας. Θα πρέπει να έχει τοπικά τον άνθρωπό του (πάρεδρος ή πρόεδρος τοπικού συμβουλίου), ο οποίος με τις αρμοδιότητες, δικαιώματα και υποχρεώσεις - που θα τον περιβάλει το νέο νομικό πλαίσιο - θα μπορεί να δίνει λύσεις τοπικά.
5. Θα πρέπει η «ηλεκτρονική διακυβέρνηση» να αγγίξει ουσιαστικά και την νέα τοπική αυτοδιοίκηση, τουλάχιστον όσον αφορά απλές λειτουργίες, όπως τη διαβίβαση εκ μέρους των δημοτών αιτημάτων αλλά και την εξυπηρέτηση όπως πιστοποιητικά, πληροφορίες κ.λ.π. Αυτό ιδιαίτερα θα ωφελήσει δημότες απομακρυσμένων από το κέντρο δημοτικών διαμερισμάτων, καθώς και τη μεγάλη ομάδα των δημοτών οι οποίοι διαμένουν εκτός νομού.
6. Τέλος, το οποιοδήποτε σχήμα των νέων συνενώσεων θα πρέπει να λάβει υπόψη του - εκτός των κριτηρίων της γεωγραφίας και οικονομίας της κάθε περιοχής - και την τοπική βούληση. Αφού γίνει διάχυση της πληροφόρησης θα πρέπει οι τοπικές κοινωνίες με κριτήρια περισσότερο αναπτυξιακά και λιγότερο τοπικιστικά να αποφασίσουν οι ίδιες για το μέλλον τους μέσω τοπικών δημοψηφισμάτων.