Με λίγα λόγια, η Ουγγαρία είναι η χώρα που επισήμως δηλώνει, πως παρά τις αποφάσεις της Ε.Ε., δεν πρόκειται να δεχθεί στο έδαφός της ούτε έναν πρόσφυγα, ενώ ετοιμάζει και νόμο που προβλέπει μέχρι και φυλάκιση για όποιον πολίτη της βοηθήσει πρόσφυγες ή παράνομους μετανάστες.
Επανειλημμένα η χώρα μας έχει επισημάνει την ανάγκη να ληφθούν οικονομικά μέτρα εναντίον της Ουγγαρίας, προκειμένου αυτή να συμμορφωθεί με τις αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής – μα του κάκου. Από την αρχή της προσφυγικής κρίσης το 2015 και την άνοδο ακροδεξιών κυβερνήσεων στην Πολωνία, την Ουγγαρία και την Αυστρία, το Ευρωκοινοβούλιο έφτασε να ζητά τη συγκρότηση ενός ελεγκτικού μηχανισμού το 2016, να συζητά τις κυρώσεις κατά της Ουγγαρίας το 2017 και να αποφασίζει εναντίον της το 2018.
Θα έπρεπε να είναι κανείς ικανοποιημένος έστω και τώρα; Η απόφαση του Ευρωκοινοβουλίου δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα. Την οριστική απόφαση λαμβάνει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο όπου το ένα τρίτο των χωρών θα πρέπει να αποφασίσει να ανοίξει το ζήτημα. Αν κρίνει όμως κανείς από το θράσος της κυβέρνησης του Βίκτορ Όρμπαν, μπορεί βάσιμα να υποψιαστεί πως πίσω απ' αυτήν κρύβονται κι άλλοι, που δεν έχουνε καμία διάθεση να ξαλαφρώσουν τα νησιά μας απ' το βάρος.
Ο Ούγγρος πρωθυπουργός έχει ωστόσο θαυμαστές και στην Ελλάδα. Είναι βεβαίως η Χρυσή Αυγή που χαρακτηρίζει την Ουγγαρία “έθνος που αντιστέκεται”, έστω κι αν η αντίσταση αυτή έχει κόστος για τη χώρα μας. Υπάρχουνε όμως κι άλλοι οι συμπολίτες μας, που βλέπουνε την αναβίωση του εθνικιστικού αυταρχισμού με συμπάθεια, όπως με συμπάθεια είδαν το Brexit, την διόγκωση του ευρωσκεπτικισμού, τις κολεγιές της Λεπέν και άλλων κομμάτων της ευρωπαϊκής Δεξιάς με τον Πούτιν. Σε μία “Ευρώπη των τραπεζιτών”, όπου η παγκοσμιοποίηση περιθωριοποιεί τα εργατικά και τα μεσαία της στρώματα, οτιδήποτε σπάει την ευρωπαϊκή βιτρίνα και θρυμματίζει την ένοχη συνοχή της, μοιάζει ελπιδοφόρο κι ας μην είναι.
Εκείνο που οι ευρωπαϊκές ελίτ δεν αντιλαμβάνονται, είναι πως η κυριαρχία τους θεριεύει το μίσος, και θερίζει το μίσος. Την ώρα που η Ε.Ε. θέτει το δίλημμα “με την Μέρκελ ή με την Λεπέν”, στην ίδια τη Γερμανία σηκώνει το κεφάλι ο νεοναζισμός – κι όσοι νομίζουν πως οι Έλληνες μετανάστες βρίσκονται έξω από το στόχαστρό του, θα διαψευστούν πικρά. Το ίδιο πικρά διαψεύδονται ήδη, όσοι με σκέψη κουτοπόνηρη νομίζανε πως η Ελλάδα θα ξέφευγε απ' το πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης, στέλνοντας τον κάθε ταλαιπωρημένο αλλοδαπό στον ευρωπαϊκό Βορρά.
Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα λοιπόν; Πριν χρόνια, η ευρωπαϊκή Αριστερά μαζί με μερίδα των σοσιαλιστών, πρότειναν την φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών με 1 τοις χιλίοις, για την ελάφρυνση του χρέους του Τρίτου Κόσμου. Ήταν ο λεγόμενος “Φόρος Τόμπιν”, που θα βοηθούσε εκατομμύρια ανθρώπους να παραμείνουν στις πατρίδες τους. Αργότερα, αντίστοιχη πρόταση κατέθεσαν οι σοσιαλιστές δια χειρός της ευρωβουλευτού του ΠΑΣΟΚ, Άννυς Ποδηματά, προς όφελος της κοινωνικής πολιτικής της ίδιας της Ε.Ε., σε αντιστάθμισμα των ενισχύσεων που είχαν λάβει οι τράπεζες κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης. Η νομική υπηρεσία της Ε.Ε. την απέρριψε.
Η ιδέα για έναν Φόρο Τόμπιν, υπήρξε η μόνη σοβαρή προοδευτική πολιτική πρόταση, με πραγματικό ανθρωπιστικό αντίκρισμα, που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την ανάσχεση της λαθρομετανάστευσης χωρίς να επιβαρύνει τον Ευρωπαίο πολίτη. Αναρωτιόμαστε γιατί με τόση ευκολία οι πολιτικοί μας εκπρόσωποι στην Ε.Ε. – αριστερόστροφοι και συντηρητικοί – αρνούνται να την θέσουνε ξανά στην ημερήσια διάταξη.