Τετάρτη, 9 Οκτωβρίου 2024, 2:16:23 πμ
Πέμπτη, 12 Ιανουαρίου 2017 20:31

Πλησίασαν τα σπίτια και μάκρυναν οι άνθρωποι

Ο φιλόλογος καθηγητής Δημήτρης Νικοπολιτίδης, συνομίληκος με το ελεύθερο Κιλκίς, έζησε όλη την νεότερη ιστορία και με τη σοφία των 92 χρόνων του καταγράφει
τη σημαντικότερη αλλαγή από το χωριό των προσφύγων στη σύγχρονη πόλη.

 

Στην παλαιική πολυθρόνα πίσω από το γραφείο του ο κ. Δημήτριος Νικοπολιτίδης φαντάζει πατριαρχική φιγούρα στα μάτια του  επισκέπτη.  Αυστηρή και συνάμα προστατευτική. Ένας Κιλκισιώτης που δεν είναι απλά ο συνδετικός κρίκος με την αρχή γενέσεως του Κιλκίς.  Κουβαλά και εκπέμπει ολάκερη την  ιστορία του  Κιλκίς. Γεννημένος το 1925 ο 92χρονος καθηγητής Φιλολογίας, γόνος του  Συμεών και της Αγάπης στα πρώτα χρόνια της εγκατάστασης – εποίκησης του χωριού ακόμα Κιλκίς από τους πρόσφυγες γονιούς του, πριν διαβάσει την Ιστορία,  την έζησε εξ απαλών ονύχων. Στον τσαρικό στρατό υπηρετούσε ο πατέρας του Συμεών με καταγωγή από το Βεζίνκιοϊ του Κάρς. Βρέθηκε αιχμάλωτος στη Γερμανία και μετά τη λήξη του α’ παγκοσμίου πολέμου εγκαταστάθηκε στη Γαλλία από όπου με γαλλικό διαβατήριο ήρθε στην Ελλάδα και στο Κιλκίς  τον καιρό της ανταλλαγής των πληθυσμών.

Πρωτογνώρισα το καθηγητή Δημήτριο Νικοπολιτίδη στα μέσα της δεκαετίας του ’80. Εκείνος δεν είχε πολλά χρόνια που επέστρεψε, πλήρης τιμών για το έργο του, από την Τουρκία όπου επί έξι χρόνια δίδαξε στο λυκειακό τμήμα της  Θεολογικής Σχολής της Χάλκης.
Ανέλαβε καθήκοντα Γυμνασιάρχη στο 2ο Γυμνάσιο, από όπου άλλωστε και συνταξιοδοτήθηκε το 1989 αφού διετέλεσε για δυο χρόνια αναπληρωτής διευθυντής   Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Κιλκίς.
Νέος δημοσιογράφος τότε η αφεντιά μου, στη βραχύβια ΓΝΩΜΗ,  έμαθα πως ένας φιλόλογος καθηγητής ασχολούνταν με τη σύνταξη ποντιακού λεξικού.
Γενναιόδωρος ο καθηγητής Δημήτριος Νικοπολιτίδης όχι μόνο ενημέρωσε καταλεπτώς τον (τότε) νέο δημοσιογράφο για τους καρπούς του τεράστιου πονήματός του, αλλά επέτρεψε και την προδημοσίευση σε εβδομαδιαία βάση λημμάτων του εκδοθέντος  τελικά το 2011 από το εκδοτικό οίκο Κυριακίδη  ογκώδους λεξικού της ποντιακής διαλέκτου, από τα πληρέστερα λεξικογραφικά πονήματα  του είδους, σε 950 σελίδες.  
Απλώνει το χέρι να με καλωσορίσει και συνάμα (συνορθάζ΄’) τακτοποιεί όσο είναι μπορετό το κατάφορτο από βιβλία, χειρόγραφες σημειώσεις, φωτογραφίες γραφείο του - ένα από τα γραφεία του- για να ακουμπήσω τα δικά μου σύνεργα δουλειάς.
Κίνησα για να κάνουμε μια συνέντευξη μα ό,τι διαβάζετε δεν είναι μόνο συνέντευξη. Περισσότερο είναι οι εντυπώσεις που προκαλεί στα μάτια ενός τρίτης γενιάς πρόσφυγα ο βίος και η πολιτεία ενός σχεδόν  πρώτης γενιάς  διακεκριμένου συμπολίτη.
Μιλήσαμε εξάλλου δυο τρεις φορές πριν και μετά την επίσκεψή μου στο γραφείο του – σπίτι δεν το λες καθώς όλοι οι τοίχοι είναι γεμάτοι από βιβλιοθήκες. Στην αρχή της οδού Τσούντα, εκεί που έμαθε τα πρώτα γράμματα κι αργότερα εκεί που δίδαξε γράμματα στα παιδιά του Κιλκίς μέχρι την ευδόκιμη αποστρατεία του.
Η λέξη «διδαχή» μοιάζει φτωχή. Ακόμα και τώρα, πενήντα  τόσα χρόνια αφότου αποχώρησε από την Κρύα Βρύση και το εκεί Γυμνάσιο, τον επισκέπτονται μαθητές του, εβδομηντάρηδες πια για να του υποβάλλουν τα σέβη και την αγάπη τους. Και διηγούνται πως ο νέος τότε φιλόλογος Δημήτρης Νικοπολιτίδης όταν ορμήνευε την  «Αντιγόνη»  και τον αντίλογο της φερώνυμης ηρωίδας στον Κρέοντα «…Ούτοι συνέχθειν, αλλά συμφιλείν έφυν» δάκρυζε από συγκίνηση.
- Η εκπαίδευση σήμερα είναι πληρέστερη. Το γνωστικό περιεχόμενο των συγγραμμάτων πληρέστερο… δεν συγκρίνεται με τα δικά μας χρόνια. Αλλά…
Κάτι τον ενοχλεί κι αφήνει μισό το λόγο του. Τον παρακινώ να τον αποσώσει
- Δεν έπρεπε να περιοριστεί η διδασκαλία των Αρχαίων Ελληνικών. Τι τους πείραζαν; Είναι η μεγάλη εθνική μας περιουσία. Ήταν λάθος.
Δεν είναι από εκείνους που πιστεύουν πως όλα όσα συμβαίνουν τώρα υστερούν έναντι  των παλαιϊκών.  «Δεν περάσαμε και τα καλύτερα χρόνια, φτώχεια, στερήσεις, πόλεμοι με τον αδελφοκτόνο πιο σκληρό από όλους. Ούτε το σχολείο καταφέραμε να τελειώσουμε πολλές χρονιές χωρίς προβλήματα και διακοπές. Τώρα η εκπαίδευση είναι πολύ καλύτερη, τα βιβλία πληρέστερα,  τα μαθήματα περισσότερα. Δεν συγκρίνεται το τωρινό επίπεδο σπουδών με όσα ίσχυαν πριν πενήντα εξήντα χρόνια ».
Είναι κάτι όμως που η αλλαγή έγινε επί τα χείρω. «Η κατάχρηση ελευθερίας βλάπτει την εκπαίδευση. Δεν λέω πως μπορεί να γυρίσει ο κόσμος σε όσα ίσχυαν στις μέρες μας. Όπου απαγορεύονταν ο κινηματογράφος, τα καφενεία, η κυκλοφορία μόλις βράδιαζε… Τότε στα κορίτσια απαγορεύονταν να χρησιμοποιούν ποδήλατο. Οι πρώτες που χρησιμοποίησαν ποδήλατο στο Κιλκίς ήταν οι αδελφές Τζιεροπούλου. Αλλά  από το ένα κακό φοβάμαι πως φτάσαμε στο άλλο, στην άκρατη ελευθερία, όπου ο έλεγχος χάθηκε και δεν ισχυρίζομαι πως φταίνε μόνο τα παιδιά. …»

Ακόμα από το δημοτικό και μέχρι που τελείωσε το τότε μοναδικό μεικτό γυμνάσιο Κιλκίς οι σπουδές γίνονταν με διακοπές, συνεχείς  αλλαγές σε ταραγμένους καιρούς… Μαζί με 70-80 συμμαθητές του κυρίως  από την πόλη του Κιλκίς και λίγα περιφερειακά χωριά όπου οι γονείς έστελναν παιδιά τους σε συνθήκες αφόρητης φτώχειας για να συνεχίσουν μετά το δημοτικό τις σπουδές τους.
Από το χωράφι όπου βοηθούσε τον αγρότη πατέρα του – τον στρατιώτη του τσαρικού στρατού- κίνησε για τη Θεσσαλονίκη το 1944 για να δώσει εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο. Και πάνω στην απελευθέρωση ξεκίνησε τις πανεπιστημιακές του σπουδές στην Φιλοσοφική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου. Ο Θεός να τις κάνει σπουδές, όπως σήμερα τις εννοούμε. Σπουδαστής εν μέσω της εμφύλιας σύρραξης.
«Διαβάζαμε και πηγαίναμε και δίναμε εξετάσεις. Δεν είχαμε την πολυτέλεια να παρακολουθήσουμε μαθήματα. Μόνο στον πρώτο χρόνο γίνονταν κανονικά οι παραδόσεις. Πολλοί καθηγητές μάς έβλεπαν με μισό μάτι εμάς τους κακοντυμένους, που πηγαίναμε στα μαθήματα και στις εξετάσεις με σκισμένα ρούχα. Άγριοι καιροί »
Το 1947 ντύθηκε στο χακί και εν μέσω Εμφυλίου βρέθηκε στην Φλώρινα, στον Γράμμο. Τρία χρόνια δοκιμασίας. Επέζησε και συνέχισε τις σπουδές του  μόλις ειρήνευσε ο τόπος. Οικογενειάρχης πλέον καθώς νυμφεύθηκε την αγαπημένη του Ταμάρα, σύντροφο ζωής με την οποία απέκτησε δυο παιδιά, την Ερμιόνη και τον Σάββα.
Έκτοτε …περιόδευσε τη Βόρεια Ελλάδα ως φιλόλογος εκπαιδευτικός. Πρώτα από το 1956-57 και για τρία χρόνια στο ιδιωτικό γυμνάσιο Κρύας Βρύσης. «Εκεί πέρασα τα καλύτερα χρόνια της εκπαιδευτικής μου ζωής. Με αγάπησαν και τους αγάπησα πολύ.  Ακόμα και σήμερα με επισκέπτονται μαθητές μου, κρατούν τον δεσμό που δημιουργήσαμε στα δύσκολα εκείνα χρόνια»  εξομολογείται.
Φαντάζει παράξενο να τον ακούμε να ομολογεί: «Εκεί έγινα Πόντιος». Του ζητήθηκε από το διευθυντή του σχολείου να συγγράψει για τις ανάγκες μιας σχολικής γιορτής ένα ποντιακό σκετς, μια κωμωδία  διάρκειας 10 λεπτών.
« Κατέβηκα στη Θεσσαλονίκη, έψαξα να βρω κάποια βιβλία να πάρω κάποιες ιδέες. Στην Καστριτσίου, όπου ακόμα διασώζονται ορισμένα βιβλιοπωλεία» κι εκεί ανακάλυψε ένα έργο του αείμνηστου Γιώργου Λαμψίδη. Γεννήθηκε εντός του η  κεντρική ιδέα της πρώτης του κωμωδίας «Ο πρόεδρον τη χωρί» Ακολούθησαν άλλες τρεις: «Όλια για την Πανα(γ)ίλαν», «Χωρίς εσέν ‘κ’ ίνουμαι, χωρίς εσέν ‘κ’ ευτάω», «Η Λίτα εγάνωσεν τα πουλούλα».
Οι κωμωδίες αυτές παίχτηκαν από ερασιτέχνες ηθοποιούς, μαθητές ακόμα στα σχολεία όπου τις δίδαξε και αργότερα απλώθηκαν οι παραστάσεις σε πολλές πόλεις και χωριά της χώρας. Ακόμα παίχτηκαν σε δυο πόλεις της Σουηδίας και οχτώ πόλεις της Γερμανίας. Τιμήθηκαν σε διαγωνισμούς με πρώτο και δεύτερο βραβεία κι αποτελούν πολύτιμη καταγραφή ηθών και εθίμων κι εντέλει ενός πολιτισμού που φαντάζει πια τόσο απόμακρος, όσο απόμακρα τα χρόνια των ηρώων που πρωταγωνιστούν στις σελίδες των έργων του Δ. Νικοπολιτίδη.
Συγκινητική λεπτομέρεια: Και οι τέσσερις κωμωδίες του ανέβηκαν στη Γερμανία από τον δάσκαλο εκεί και για 30 χρόνια Λευτέρη Τελλίδη. Μαθητή του στην Κρύα Βρύση με πάντα καλεσμένο στις παραστάσεις και πρώτο τιμώμενο πρόσωπο τον συγγραφέα Δημήτρη Νικοπολιτίδη.
Από την Κρύα Βρύση διορίστηκε στην Εμπορική Σχολή Κομοτηνής  και επέκεινα ξανά στο δημόσιο τη δεύτερη φορά γυμνάσιο Κρύας Βρύσης, στο γυμνάσιο Ν. Μεσημβρίας, στο γυμνασιακό παράρτημα Αγίου Αθανασίου Θεσσαλονίκης, όπου και επί τετραετία ως διευθυντής, στο γυμνάσιο Εράτυρας Κοζάνης, στο 13ο  γυμνάσιο αρρένων Θεσσαλονίκης και φτάσαμε στη σχολή της Χάλκης  στην  Πόλη και στο Κιλκίς, από όπου ξεκινήσαμε.
Αμέτρητα τα βραβεία και οι έπαινοι όσων συλλόγων ωφελήθηκαν  από την προσφορά του φιλόλογου καθηγητή, την γνωριμία με το έργο του.
Με ναυαρχίδα του συγγραφικού του έργου το Λεξικό, τις τέσσερις κωμωδίες του και μια τεράστια συλλογή ποντιακών ανεκδότων. Μην γίνει παρεξήγηση: Καμιά σχέση με τα  φαιδρά ανέκδοτα που τα τελευταία χρόνια «βαφτίστηκαν» ποντιακά. Η συλλογή – πολυετές και πολύμοχθο έργο Νικοπολιτίδη συνιστά το λαογραφικό πανόραμα του ποντιακού ελληνισμού. Έργο πολύτιμο όσο και το λεξικό του. Και μακάρι να τελεσφορήσει η έκδοσή του πάντα από τον εκδοτικό οίκο Κυριακίδη.
Εκείνες τις σημειώσεις άλλωστε «συνορθίαζε» καθώς μας υποδεχόταν στο γραφείο του.
-Αν καταγράφατε τη σημαντικότερη αλλαγή στο Κιλκίς, από την πόλη που θυμάστε από τα παιδικά σας χρόνια, με αυτό που ζούμε σήμερα ποια θα επιλέγατε;
- Το Κιλκίς τότε ήταν ένα χωριό. Σπίτια με αυλές και άλογα, με αχυρώνες και μαντριά. Μέχρι το Διοικητήριο ήταν η άσφαλτος, παντού χωματόδρομοι. Λίγα τα μαγαζιά, θυμάμαι τα ονόματα των καταστηματαρχών τότε Νίκου Παναγιώτου (του δωρητή) του υφασματοπώλη του Μητρέντζου, του Φουραντζή, του Βούτσκογλου του κρεοπώλη, του Καραμανώλη του υφασματοπώλη, του Κουκουδέα…Εδώ και πολλά χρόνια το Κιλκίς έγινε πόλη,. Σύγχρονη πόλη. Αλλά δεν είναι αυτή η σημαντικότερη αλλαγή.
Οι άνθρωποι άλλαξαν. Τότε στα πρώτα χρόνια της εγκατάστασης των προσφύγων και της νέας ζωής στο Κιλκίς οι άνθρωποι ήταν «δεμένοι μεταξύ τους» . Η αλληλοβοήθεια ήταν εμφανής και αποτελούσε την ασπίδα στην ανέχεια, την φτώχεια και τα ανώμαλα χρόνια. Έφευγε εξορία ο νοικοκύρης και βοηθούσαν στις δουλειές της οικογένειας οι γείτονες. Στο όργωμα, στο θέρισμα, στα στάβλο…
Σταδιακά κι από τα χρόνια του εμφυλίου αρχίζουν να πετρώνουν οι καρδιές. Μεγαλώνει η απόσταση ανάμεσα στους γείτονες. Κι όταν ήρθαν οι καιροί της αστικοποίησης, των πολυκατοικιών, της ευμάρειας το κακό παράγινε. Όσο πλησίασαν μεταξύ τους τα σπίτια, τόσο απομακρύνθηκαν οι άνθρωποι. Και η λέξη φιλοξενία κατάντησε άγνωστη.
Αυτή είναι η μεγάλη αλλαγή που ξεχωρίζω στο Κιλκίς του τότε και στο τωρινό.
Σηκώνεται κάθε τόσο, μου δείχνει κάποιο βιβλίο παλιό, - διαθέτει στην πλούσια βιβλιοθήκη του  σύγγραμμα  έκδοσης του 1715!- την ποντιακή  πτέρυγα της βιβλιοθήκης, τους αρχαίους συγγραφείς σε ζηλευτές και ξεχασμένες στους πολλούς εκδόσεις κι όταν το βρίσκω …λάσκα, τολμώ την ένσταση:
-Ναι, αλλά και τότε, στα πρώτα χρόνια των προσφύγων, δεν ήταν και τόσο αγαπημένες μεταξύ τους οι ράτσες; Πότε παντρεύτηκε Πόντιος Στενημαχίτισσα ή το αντίστροφο;
- Άλλο αυτό. Μην τα μπερδεύεις. Στην ανάγκη δεν χώριζε κανείς πόντιο ή στενημαχίτη ή… Απλά ήταν κουμπωμένοι μέχρι να γνωριστούν. Θυμάμαι τον πρώτο μεικτό γάμο, ήταν το 1935. Ο στενημαχίτης Σταύρος Κουμαντάς πήρε καυκάσια. Ύστερα από λίγα χρόνια άλλαξε η κατάσταση κι έγιναν πολλοί παρόμοιοι γάμοι. Οι μόνοι που δεν έδιναν κορίτσια για πολλά χρόνια σε πόντιους ήταν οι σαρακατσάνοι…
Τον τελευταίο καιρό ασχολείται με το αρχείο του. Ώρες ολόκληρες ταξινομεί υλικό από την εκπαιδευτική ιστορία του Κιλκίς. Μαθητές και καθηγητές από τα πρώτα δημοτικά σχολεία και τα γυμνάσια του Κιλκίς. Πολύτιμα αρχεία που τα παραχώρησε στα Γενικά Αρχεία του Κράτους προς επεξεργασία. Μακάρι να ενδιαφερθεί και κάποιος δημοτικός και εκπαιδευτικός φορέας ή ερευνητής που θα θελήσει να καταγράψει την ιστορία των σχολείων της πόλης.
Από τα πρώτα δημοτικά και την κυρία Ειρήνη, το ημιγυμνάσιο και την Ρόζα Ιμβριώτη, τον Τσούντα, ένας ένας τα ονόματα που σημάδεψαν  την μόλις ενός αιώνα ιστορία της πόλης και εν πολλοίς του νομού Κιλκίς.
Κι είναι ο αειθαλής Δημήτριος Νικοπολιτίδης με το πολύτιμο αρχείο του, το έργο του, τις σημειώσεις του και υπεράνω όλων το ανεπανάληπτο ήθος προσφοράς που σφραγίζει μια ζωή 92 χρόνων, είναι εκεί για όποιον χρειαστεί τα φώτα του. Επί της οδού Τσούντα, στο διαμέρισμα - βιβλιοθήκη του σκυμμένος στα βιβλία και τις σημειώσεις του.

Θεοφύλακτος Παγλαρίδης