Κυριακή, 24 Ιουλίου 2011 00:18
Άντρο υαινών στο σπήλαιο Κιλκίς
Παγκόσμιο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα παλαιοντολογικά απολιθώματα που βρέθηκαν στο εσωτερικό του. Μουσείο παλαιοντολογίας θα λειτουργήσει έως τον Οκτώβριο, γράφει σε ρεπορτάζ της Μαρίας Καραούλη η εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ.
Πόσοι άραγε (εκτός από τους ντόπιους) γνωρίζουν ότι στον λόφο του Αϊ-Γιώργη Κιλκίς λειτουργεί από το 1986 ένα αξιόλογο σπήλαιο, με πρωτότυπο για τα ελληνικά δεδομένα σχηματισμό και σπάνια παλαιοντολογικά ευρήματα;
Η συνομιλία μας με την αναπληρώτρια καθηγήτρια Γεωλογίας του ΑΠΘ Ευαγγελία Τσουκαλά ήταν άκρως αποκαλυπτική. “Στο εσωτερικό του σπηλαίου βρέθηκαν απολιθώματα στικτής ύαινας, που χρονολογούνται μεταξύ 15.000 και 30.000 χρόνια”, εξηγεί η κ. Τσουκαλά και προσθέτει: “Το ενδιαφέρον είναι ότι το σπήλαιο είναι το μοναδικό άντρο υαινών στη χώρα μας και το πλέον αντιπροσωπευτικό παγκοσμίως του σαρκοβόρου ζώου. Παράλληλα εντοπίστηκαν μοναδικά παγκοσμίως λείψανα του άγριου ημιόνου και μιας γιγαντιαίας νυφίτσας”. Από τα απολιθώματα (κοπρόλιθοι, υπολείμματα τροφής) συμπεραίνεται και η παρουσία νεαρών υαινών στο σπήλαιο.
Μουσείο παλαιοντολογίας
Ο δήμος Κιλκίς έχει εξασφαλίσει τη συνεργασία της κ. Τσουκαλά για τη δημιουργία μουσείου και έκθεσης των παλαιοντολογικών ευρημάτων σε χώρο δίπλα στο σπήλαιο.
“Είναι πολύ σημαντικό για το Κιλκίς η δημιουργία του μουσείου παλαιοντολογίας, καθώς θα ενισχύσει το τουριστικό ενδιαφέρον για τον τόπο μας και συγχρόνως θα είναι μια καλή ευκαιρία να επιστρέψουν εδώ απολιθώματα του Σπηλαίου, τα οποία είναι διάσπαρτα σε πολλές περιοχές της χώρας”, δήλωσε στη “Μ” ο δήμαρχος Κιλκίς Ευάγγελος Μπαλάσκας, ο οποίος διαβεβαίωσε ότι το μουσείο θα είναι έτοιμο έως τον Οκτώβριο.
Σε αυτό το εγχείρημα, οι δύο φορείς (δήμος και ΑΠΘ) θα έχουν την πολύτιμη βοήθεια του ολλανδού επιστημονικού συνεργάτη του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Ρότερνταμ Ολλανδίας Ντικ Μολ, ο οποίος βρέθηκε στο Κιλκίς την προηγούμενη εβδομάδα.
Μοναδικό
σπήλαιο
Το σπήλαιο, αν και δεν είναι ευρύτερα γνωστό, εκτός από τα παλαιοντολογικά ευρήματα, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και για τον πρωτότυπο σχηματισμό του σε σχέση με τα υπόλοιπα ελληνικά σπήλαια.
Ανακαλύφθηκε τυχαία από έναν λατόμο το 1925. Η εξερεύνηση και η χαρτογράφηση του σπηλαίου έγιναν το 1977, ενώ οι εργασίες για την αξιοποίησή του άρχισαν αργότερα και διήρκεσαν έξι χρόνια. Το σπήλαιο είναι ανοικτό στο κοινό από το 1986 και ο επισκέπτης ακολουθεί διαδρομές συνολικού μήκους 500 μέτρων. Είναι διώροφο και ξεπερνά τα 1.000 τμ. Η υγρασία του αγγίζει το 95%, ενώ η θερμοκρασία σε αυτό κυμαίνεται στους 15-17 βαθμούς Κελσίου όλο το χρόνο. Έξι άνετοι θάλαμοι αποκαλύπτονται βήμα-βήμα μέσα από στενούς διαδρόμους, με κύριο χαρακτηριστικό τον πρωτότυπο σχηματισμό τους. Διακρίνονται από μεγάλες σχισμές που δημιουργούν ψηλές οροφές και από μοναδικά πέτρινα κοράλλια, τα οποία δημιουργούνται από τα τινάγματα κάθε σταγόνας νερού σε χώρο όπου δεν υπάρχουν ρεύματα αέρα. Υπέροχοι σταλαγμίτες ολοκληρώνουν το εντυπωσιακό θέαμα.